Εμπιστοσύνη ξανά στην ελληνική οικονομία – Σε ιστορικό χαμηλό το ομόλογο

144

Ανάρπαστα έχουν γίνει τα ελληνικά ομόλογα στη δευτερογενή αγορά, καθώς οι επενδυτές αναζητούν σαν τρελοί κρατικούς τίτλους με υψηλή απόδοση και χαμηλό ρίσκο, σε ένα περιβάλλον όπου η έντονη φημολογία για ένα νέο QE έχει ρίξει σε αρνητικό έδαφος ακόμα και τα ομόλογα της Πορτογαλίας!

Χθες το ελληνικό 10ετές έσπασε για πρώτη φορά το φράγμα του 2%, φτάνοντας ως το 1,99%, για να κλείσει τελικά στο 2,011%, καταγράφοντας μια τρελή κούρσα από το 3,9% της έκδοσης του στην αρχή της χρονιάς.

Ψήφος εμπιστοσύνης στην κυβερνητική πολιτική

Όλο αυτό το κλίμα που επικρατεί στις αγορές δείχνει την ξεκάθαρη ώθηση που παίρνει η ελληνική οικονομία από τούδε και στο εξής. Οι άμεσες και γρήγορες πρωτοβουλίες της κυβέρνησης, ενεργοποιούν το λεγόμενο «σοκ», που οδηγεί άμεσα σττην έκρηξη των επενδύσεων.

Πως το ράλι στα ομόλογα, βοηθά στη μάχη για τα πλεονάσματα

Ωστόσο, αυτό το ράλι και η συμπίεση του κόστους δανεισμού της χώρας, θα βοηθήσει και στη μεγάλη μάχη για τα πλεονάσματα. Όπως έχουν καταστήσει σαφές οι Ευρωπαίοι κι όπως προκύπτει σαφώς από τις αποφάσεις του Eurogroup, κάθε αλλαγή στις 3 βασικές παραμέτρους της Ανάλυσης Βιωσιμότητας του Χρέους, επηρεάζει θετικά ή αρνητικά την εξίσωση. Αν δηλαδή χαμηλώσει ο πήχης των πλεονασμάτων- που είναι η μια από τις βασικές παραμέτρους- τότε είτε θα πρέπει να βρεθεί από αλλού αυτό το χρήμα είτε οι άλλες δύο παράμετροι θα πρέπει να σημειώσουν σημαντική βελτίωση. Ποιές είναι αυτές οι δύο παράμετροι; Το ΑΕΠ και τα επιτόκια δανεισμού της χώρας.

Συγκεκριμένα, η Ανάλυση Βιωσιμότητας στηρίζεται στη λογική ότι τα επιτόκια για φέτος θα διαμορφωθούν στο 4,1%, θα αυξηθούν ως το 5,4% μέχρι το 2030, με αποτέλεσμα σε μέσα επίπεδα να υπολογίζονται στο 5,9% ως το 2060. Οι εξελίξεις, μετά από τις τρεις πετυχημένες εκδόσεις ομολόγων των τελευταίων μηνών, αλλά και την τάση που παγιώνεται, έχουν ανατρέψει, όμως, όλο το σχεδιασμό και οι πληροφορίες αναφέρουν ότι στην Επικαιροποίηση της Ανάλυσης Βιωσιμότητας του ESM, αυτό θα κοστολογηθεί, τουτέστιν θα αποτυπωθεί η βελτίωση στο λόγο Χρέους/ΑΕΠ αλλά στις Ακαθάριστες Δανειακές Ανάγκες των επόμενων ετών, κυρίως μετά το 2033 που λήγει η περίοδος χάριτος για τα δάνεια του Ευρωμηχανισμού.

Προφανές είναι, επίσης, ότι εφόσον αυτός ο φτηνότερος δανεισμός από τις αγορές χρησιμοποιείται για την εξαγορά ακριβότερου χρέους π.χ. από το ΔΝΤ, τότε τα οφέλη μεσομακροπρόθεσμα πολλαπλασιάζονται.