Απαγγέλθηκαν κατηγορίες στον άνδρα που επιχείρησε να δολοφονήσει τον Ντόναλντ Τραμπ

1048

Κατηγορία για απόπειρα ανθρωποκτονίας απαγγέλθηκε χθες Τρίτη εναντίον του άνδρα που προσπάθησε να πυροβολήσει τον Ντόναλντ Τραμπ στη Φλόριντα, στη δεύτερη απόπειρα κατά της ζωής του Ρεπουμπλικάνου υποψήφιου για τις προεδρικές εκλογές μέσα σε δύο μήνες, η ομάδα του οποίου έκανε λόγο για «συγκεκριμένες» απειλές εις βάρος του προερχόμενες από το Ιράν.

Ο ίδιος ο Τραμπ κατήγγειλε σήμερα τις «σοβαρές απειλές» για τη ζωή του προερχόμενες από το Ιράν.

Ο 58χρονος Ράιαν Ρουθ συνελήφθη στις 15 Σεπτεμβρίου την ώρα που προσπαθούσε να διαφύγει, αφού μέλη της Μυστικής Υπηρεσίας τον είδαν να κρύβεται πίσω από θάμνο κρατώντας ημιαυτόματο τουφέκι κοντά στο γήπεδο γκολφ όπου βρισκόταν ο Τραμπ.

Μέχρι στιγμής εναντίον του Ρουθ είχαν απαγγελθεί κατηγορίες για παράνομη κατοχή όπλου από πρόσωπο που έχει ποινικό μητρώο και για κατοχή όπλου ο σειριακός αριθμός του οποίου είχε σβηστεί.

Σε αυτές τις κατηγορίες προστέθηκε χθες αυτή της απόπειρας δολοφονίας υποψηφίου στις προεδρικές εκλογές, της οπλοκατοχής με στόχο τη διάπραξη βίαιου εγκλήματος και της επίθεσης εναντίον ομοσπονδιακού πράκτορα, ανέφερε το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης.

Την υπόθεση ανέλαβε η ομοσπονδιακή δικαστής Αϊλίν Κάνον, η οποία τον Ιούλιο εξέδωσε απόφαση ιδιαίτερα ευνοϊκή για τον Τραμπ σε ποινική υπόθεση που τον αφορά.

Σύμφωνα με το FBI, που ανέλυσε τα στοιχεία των τηλεφωνικών του επικοινωνιών, ο Ρουθ βρισκόταν από τις 18 Αυγούστου στη Φλόριντα, με το κινητό του τηλέφωνο να εντοπίζεται πολλές φορές κοντά στο γήπεδο γκολφ του Τραμπ, στο Μαρ-α- Λάγκο.

Προτού γίνει αντιληπτός και συλληφθεί, ο Ρουθ έμεινε σχεδόν 12 ώρες στο σημείο.

Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ γλίτωσε στις 13 Ιουλίου από μια άλλη απόπειρα δολοφονίας. Τότε ο 20χρονος Μάθιου Κρουκς πυροβόλησε εναντίον του στη διάρκεια προεκλογικής συγκέντρωσης στην Πενσιλβάνια, τραυματίζοντάς τον στο δεξί αυτί. Ο Κρουκς έπεσε νεκρός από τα πυρά της Μυστικής Υπηρεσίας.

Εξάλλου χθες Τρίτη η προεκλογική ομάδα του Ρεπουμπλικάνου ανέφερε ότι οι υπηρεσίες Πληροφοριών προειδοποίησαν τον πρώην πρόεδρο για «πραγματικές και συγκεκριμένες απειλές προερχόμενες από το Ιράν με στόχο να τον δολοφονήσει προκειμένου να αποσταθεροποιήσει και να προκαλέσει χάος στις ΗΠΑ», δήλωσε ο Στίβεν Τσανγκ, εκπρόσωπος του Τραμπ.

Σύμφωνα με τον ίδιο, «οι υπεύθυνοι των υπηρεσιών Πληροφοριών εντόπισαν ότι οι συνεχιζόμενες και συντονισμένες επιθέσεις έχουν ενταθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών».

Τον Ιούλιο, λίγο πριν την πρώτη απόπειρα δολοφονίας του Τραμπ, αμερικανικά μέσα ενημέρωσης είχαν αναφέρει ότι οι αρχές έχουν στη διάθεσή τους πληροφορίες σχετικά με μια συνωμοσία του Ιράν με στόχο τον Ρεπουμπλικάνο υποψήφιο.

«Αν ‘δολοφονήσουν τον πρόεδρο Τραμπ’, κάτι που εξακολουθεί να είναι μια πιθανότητα, ελπίζω ότι η Αμερική θα εξαλείψει το Ιράν, θα το σβήσει από προσώπου Γης. Αν δεν γίνει αυτό, οι Αμερικανοί ηγέτες θα θεωρηθούν δειλοί ‘χωρίς θάρρος’!», είχε τονίσει τότε ο 78χρονος Ρεπουμπλικάνος.

Το αμερικανικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας αντέδρασε στις πληροφορίες αυτές τονίζοντας ότι παρακολουθεί «εδώ και χρόνια τις απειλές του Ιράν εις βάρος της πρώην κυβέρνησης Τραμπ», καθώς η Τεχεράνη δεν έχει κρύψει την επιθυμία της να εκδικηθεί για τον θάνατο του Κάσεμ Σολεϊμανί που σκοτώθηκε σε επίθεση αμερικανικού drone στη Βαγδάτη το 2020.

Την εποχή εκείνη ο Τραμπ ήταν πρόεδρος των ΗΠΑ και έδωσε την εντολή για τον φόνο του Σολεϊμανί.

Η έρευνα για την απόπειρα δολοφονίας της 13ης Ιουλίου «δεν εντόπισε δεσμούς μεταξύ του δράστη και ενδεχόμενων συνεργών ή συνωμοτών από το εξωτερικό ή το εσωτερικό», διευκρίνισε το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας.

«Το Ιράν απειλεί σοβαρά τη ζωή μου. Το σύνολο του αμερικανικού στρατού παρακολουθεί και περιμένει», έγραψε σήμερα ο Τραμπ στο Truth Social.

«Το Ιράν έχει ήδη λάβει μέτρα τα οποία δεν έχουν λειτουργήσει, αλλά θα ξαναπροσπαθήσει (…) είμαι περιστοιχισμένος από περισσότερους άνδρες, όπλα και τουφέκια από όσα έχω δει ποτέ», πρόσθεσε.

Το Ιράν έχει απορρίψει τις κατηγορίες αυτές, χαρακτηρίζοντάς τες «αβάσιμες», «κακόβουλες» και εκτιμώντας ότι έχουν «μεροληπτικούς πολιτικούς στόχους».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ