Ατυχή κατάληξη είχε η προσπάθεια της κυβέρνησης να «πετάξει το μπαλάκι» για το ακριβό ρεύμα στις Βρυξέλλες, με την επιστολή Μητσοτάκη στην Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, καθώς το μπαλάκι… επιστρέφεται, με πλήρη απόρριψη των ελληνικών επιχειρημάτων. Ουσιαστικά, η Κομισιόν επισημαίνει ότι πρόβλημα του ακριβού ρεύματος στην Ελλάδα δεν είναι ευρωπαϊκό, αλλά ελληνικό.
Λίγες ώρες αργότερα, όμως, οι πραγματικές θέσεις της Κομισιόν εκφράσθηκαν με «διαρροή» από στέλεχος της Επιτροπής που δεν κατονομάζεται στο εξειδικευμένο σε θέματα ενέργειας διεθνές πρακτορείο ειδήσεων Montel. Από αυτή τη διαρροή προκύπτει ότι η Κομισιόν συνεργάζεται μεν με την Αθήνα για να βρεθούν λύσεις στο πρόβλημα της υπερβολικής επιβάρυνσης ευάλωτων καταναλωτών από τις υψηλές τιμές του ρεύματος, αλλά κατά τα άλλα απορρίπτει το σκεπτικό και τα επιχειρήματα που αναπτύσσει η ελληνική κυβέρνηση.
Σε ό,τι αφορά τις ενεργειακές αγορές χονδρικής της Ευρώπης, που λειτουργούν με βάση το Target Model, το οποίο αποτελεί κάτι σαν «ιερή αγελάδα» για την Κομισιόν, ο αξιωματούχος που μίλησε στο Montel ξεκαθαρίζει ότι δεν υπάρχει περίπτωση να γίνουν δεκτές προτάσεις περί επιβολής πλαφόν στις τιμές. Άλλωστε, πάγια θέση της Επιτροπής είναι ότι τέτοιες παρεμβάσεις εθνικών αρχών σε ένα σύστημα αγορών με ευρωπαϊκή εμβέλεια ουσιαστικά θα το καταργούσαν.
Ο αξιωματούχος, όμως, πετάει στην Αθήνα το «μπαλάκι» των ρυθμιστικών παρεμβάσεων, τονίζοντας ότι η Κομισιόν δεν θα είχε αντίρρηση αν επιβαλλόταν από την ελληνική κυβέρνηση ένα πλαφόν (ή, προφανώς, κάποια άλλη ρυθμιστική παρέμβαση) σε ό,τι αφορά την αγορά της λιανικής. Μέχρι τώρα, όμως, η κυβέρνηση έχει αρνηθεί να εξετάσει τέτοιες προτάσεις, παρότι έχουν συζητηθεί πολλές φορές στο παρελθόν, κυρίως επειδή θα εκδηλώνονταν ισχυρές αντιδράσεις από τις εταιρείες του ενεργειακού τομέα.
Σε κάθε περίπτωση, ο αξιωματούχος που μίλησε στο πρακτορείο απορρίπτει τις αιτιάσεις της ελληνικής κυβέρνησης, που έχουν διατυπωθεί κατ’ επανάληψη τελευταία από τον αρμόδιο υπουργό Ενέργειας, Θ. Σκυλακάκη και επαναλαμβάνονται στην επιστολή Μητσοτάκη, σύμφωνα με τις οποίες για τη μεγάλη άνοδο των τιμών του ρεύματος μέσα στο καλοκαίρι «ενοχοποιείται» η αυξημένη ζήτηση από την Ουκρανία, που έχει υποστεί καταστροφή των ενεργειακών υποδομών της από τους Ρώσους και έχει μετατραπεί από εξαγωγέα σε εισαγωγέα ενέργειας.
Η Κομισιόν υποστηρίζει ότι δεν ευθύνεται η ζήτηση από την Ουκρανία για τις υψηλές τιμές του καλοκαιριού, καθώς τα μεγέθη αυτής της ζήτησης δεν είναι ικανά να επηρεάσουν σοβαρά το ευρωπαϊκό και το ελληνικό ενεργειακό σύστημα. Ο αξιωματούχος σημειώνει ότι οι τιμές στην Ελλάδα ήταν χαμηλότερες του ευρωπαϊκού μέσου όρου πριν το καλοκαίρι και αποδίδει τις υψηλές τιμές των θερινών μηνών σε προβλήματα του δικού μας συστήματος: ανισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης και έλλειψη ευελιξίας στο σύστημα, καθώς δεν υπάρχουν επαρκείς διασυνδέσεις και αποθήκευση.
Σημειώνεται ότι το πρόβλημα των υψηλών τιμών δημιουργήθηκε το καλοκαίρι με τους παρατεταμένους καύσωνες, καθώς η ζήτηση ενέργειας ήταν πολύ μεγάλη τις πρώτες βραδινές ώρες, λόγω της λειτουργίας των κλιματιστικών. Εκείνες τις ώρες, η παραγωγή από τις ΑΠΕ υποχωρούσε δραστικά και έμπαιναν στο σύστημα οι ακριβές μονάδες φυσικού αερίου, που ανέβαζαν στα ύψη τις τιμές, συμπαρασύροντας συνολικότερα τις τιμές χονδρικής. Σε αυτό το σημείο υπάρχει ένα σοβαρό πρόβλημα της ελληνικής ενεργειακής υποδομής, το οποίο «φωτογραφίζει» και η Κομισιόν: ενώ έχουμε μεγάλη παραγωγή από ΑΠΕ, δεν υπάρχουν επαρκή συστήματα αποθήκευσης (μπαταρίες), ώστε να μοιράζεται ισορροπημένα η ισχύς και τις ώρες όπου υπολειτουργούν τα φωτοβολταϊκά και οι ανεμογεννήτριες, με αποτέλεσμα να μπαίνουν στο σύστημα οι ακριβές μονάδες παραγωγής που ανεβάζουν τις τιμές.
Η συνέχεια αυτής της συζήτησης θα γίνει στη Βουδαπέστη, στο συμβούλιο υπουργών Ενέργειας, όμως γίνεται σαφές ότι η κυβέρνηση αποκλείεται να επιτραπεί από την Κομισιόν να στραφεί σε «εύκολες» λύσεις, όπως θα ήταν η επιβολή ρυθμίσεων στην αγορά χονδρικής και καλείται να αντιμετωπίσει άλλες στρεβλώσεις, διαρθρωτικού χαρακτήρα, για να επιτύχει μεσοπρόθεσμα τη μείωση των τιμών.