Δίκη για τη φωτιά στο Μάτι: «Η μαμά ήταν νεότατη, 46 ετών, θα μπορούσε να είχε σωθεί»

228

Απαντήσεις και απόδοση δικαιοσύνης ζητούν ο ένας μετά τον άλλον οι συγγενείς των νεκρών της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι. Οι καταθέσεις στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας για την τραγωδία του απογεύματος της 23ης Ιουλίου 2018, αλλά και η δίκη, συνεχίζονται.

Όλοι, ανεξαιρέτως, πιστεύουν πως οι δικοί τους άνθρωποι, θα μπορούσαν να είχαν σωθεί, εάν είχε λειτουργήσει η κρατική μηχανή. Οι δικοί τους άνθρωποι χάθηκαν λίγα μέτρα από το σπίτι τους και λίγα μέτρα από τη θάλασσα.

 

«Τη χτύπησε το θερμικό κύμα στη γωνία του σπιτιού. Τη χτύπησε η φωτιά, δεν πρόλαβε… Ήταν 46 ετών, νεότατη, θα μπορούσε να τρέξει αν είχε ειδοποιηθεί» είπε η μάρτυρας έντονα φορτισμένη και συνέχισε «στη γωνία του σπιτιού ήταν το πτώμα της δεν είχε προλάβει να πάρει τίποτα μαζί της…» κατέθεσε η Αγγελική Γαβάκη, η οποία έχασε τη μητέρα της.

Η μάρτυρας ξέσπασε, ζητώντας… Δικαιοσύνη. «Μακάρι να αποδοθεί δικαιοσύνη, ήταν άδικο να πεθάνει με αυτό τον τρόπο. Σε κανέναν δεν αξίζει αυτό… Δεν πρόλαβε να βγει από το σπίτι» τόνισε, επίσης, στην κατάθεση της.

 

Εκείνη την ημέρα, στις 23 Ιουλίου 2018, οι άνθρωποι που βρίσκονταν σε κίνδυνο, βρήκαν βοήθεια από απλούς πολίτες και όχι από το Κράτος. Ο  Δημοσθένης Βονικόπουλος έχασε τον αδερφό του στις φλόγες ενώ κινδύνευσε και η οικογένεια του, ευχαρίστησε τους ψαράδες για τη βοήθεια που έδωσαν στους δικούς τους ανθρώπους.
«Οι ψαράδες μας έδωσαν υψηλό μάθημα ανθρωπιάς. Περισυνέλλεξαν την κόρη μου. Πήγα να τους ευχαριστήσω και δεν δέχθηκαν ούτε ένα συμβολικό αντίτιμο» είπε συγκινημένος.

Επόμενη μάρτυρας κατέθεσε στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας, η σύζυγος του, Ελένη Κουτσίκου. «Μπήκα στη θάλασσα και άρχισα να ψάχνω το παιδί μου. Να φωνάζω με όλες μου τις δυνάμεις. Δεν μπορούσα να το βρω. Με πήρε το κύμα μέσα» είπε και συνέχισε: «Υπήρχε μεγάλη αναστάτωση. Πεντακόσια άτομα ήταν εκεί… Κολυμπούσα τέσσερις ώρες. Όταν βγήκα στην ακτή μας πήρε το θερμικό κύμα και μας έκαιγε τα μαλλιά. Δεν μπορούσαμε να αναπνεύσουμε, μαυρίσαμε. Δυστυχώς ζήσαμε τραγικές καταστάσεις», κατέθεσε η μάρτυρας.

Το παιδί της, όπως είπε, «βγήκε από τη άλλη πλευρά» καθώς «κολυμπούσε τρεις τέσσερις ώρες. Πυροσβεστική, αστυνομία περιφέρεια δεν υπήρχε. Δήμος πουθενά, ενημέρωση καμία. Ο κόσμος πανικόβλητος. Κολυμπούσαμε και βγαίναμε λίγο έξω να αναζητάμε τους ανθρώπους μας. Υπήρχαν καμένοι που κολυμπούσαν… Όταν βγήκαμε στην Ραφήνα δεν υπήρχε ούτε ένα λεωφορείο. Προσπαθούσαμε ο ένας με τον άλλον. Δεν είχα τίποτα μαζί μου… Με έψαξε και με βρήκε μια ξαδέλφη μου η οποία επέστρεφε από την Τήνο».

Συγκλονιστική ήταν η αναφορά της στον παραπληγικό κουνιάδο της που παγιδεύτηκε καθώς η γυναίκα που τον βοηθούσε, δεν κατάφερε να τον μεταφέρει στη θάλασσα.

«Τον άφησε η οικιακή βοηθός σε ένα σπίτι πάνω σε ένα βρεγμένο σεντόνι. Η φωτιά πέρασε από πάνω του, κάηκε το χέρι του. Έζησε έξι μήνες…Υπήρχαν άνθρωποι που με κίνδυνο της ζωής τους πέρασαν μέσα από τις φωτιές αλλά η αστυνομία πουθενά. Ψάξαμε για τον κουνιάδο μου δεν τον βρήκαμε. Οι αρχές ήταν απούσες…» κατέθεσε η μάρτυρας η οποία τόνισε πως ήταν ο γιος του, ο οποίος παραβιάζοντας τις απαγορεύσεις, κατάφερε να τον εντοπίσει και να τον μεταφέρει στο νοσοκομείο με το αυτοκίνητο του.