Η πιο σκοτεινή ώρα

347

Γράφει ο Στέλιος Ιατρού.

Δεν φτάσαμε ακόμα εκεί, κοντεύουμε, αλλά προσπαθούμε ποτέ να μην φτάσουμε, παρατείνοντας το ηλιοβασίλεμα, ώστε να μην περάσουμε χωρίς επαρκή, διαθέσιμα εργαλεία στην πιο σκοτεινή ώρα, που είναι πάντοτε η ώρα πριν την αυγή.

Το πρόβλημα με τους αόρατους εχθρούς είναι πως καταλήγει κανείς να τους βλέπει παντού. Αυτό γεννά παράνοια, πανικό, και όρθωση αμυνών κατά πάντων. 

Επειδή μάλιστα δεν είναι δυνατόν μη εκπαιδευμένα άτομα να πειθαρχούν με τον ίδιο ζήλο απ’ την αρχή μέχρι το τέλος μιας κρίσης οπουδήποτε δεν παρέχεται αληθοφανής ελπίδα προς έναν εφικτό και ορατό σκοπό, αλλά η αβεβαιότητα τροφοδοτείται με τον τρόμο, ο κίνδυνος είναι να σπάσει κάποιος πάνω στην κρίσιμη φάση, και να εγκαταλείψει τον αγώνα νωρίτερα απ’ όταν θα τον ωφελούσε, γιατί πια θα τα έχει δώσει όλα.

Ο τρόμος γίνεται viral μέσα σε μια κοινότητα προσώπων, ιότροπος δηλαδή, διαχεόμενος μέχρι τα κατάβαθα των πιο αρχέγονών μας ενστίκτων, και γι’ αυτό ριζώνει βαθιά, εκεί που η λογική και οι παραινέσεις για ψυχραιμία δεν φτάνουν, και στέλνει τα κλαδιά του ψηλά, μέχρι που κρύβει τον ουρανό της ελπίδας. Κινείται στο πεδίο όπου γεννιούνται τα συναισθήματα της επιβίωσης, ακόμα και της επιθετικότητας, ενώ η επιστήμη μιλάει πατώντας πάνω στο έδαφος της λογικής και του τεκμηρίου, που ακούγονται σαν εργαλεία πολυτέλειας για όποιον απέχει από την επιστημονική μέθοδο. Ο τρόμος για την επιδημία καθίσταται ο ίδιος επιδημία.

Με το πέρασμα του χρόνου, η παράνοια του να βλέπεις παντού μικρόβια φέρνει ψυχική κόπωση που σε άλλους αναζητά διέξοδο εκτόνωσης, λογουχάρη στην ατομική ή συλλογική βία, την παραβίαση των οδηγιών, και τη χαλάρωση απέναντι στον κίνδυνο που απομυθοποιείται έπειτα απ’ το πρώτο σοκ, ενώ σε άλλους φέρνει παράλυση της βούλησης, ανυπέρβλητο στρες, κατάθλιψη, και φαταλισμό, το γνωστό «θα πεθάνουμε όλοι» που τώρα το ακούμε παντού στα σόσιαλ μίντια σαν μαύρο χιούμορ ή σαν χαβαλέ και μιμίδια, αλλά έτσι καθίσταται κουβέντα πρόχειρη στα χείλη πολλών. 

Ιδιαίτερα μέσα στο αστικό τοπίο, όπου οι κοινοτικοί δεσμοί είναι χαλαρότεροι και ψυχικά μη δεσμευτικοί, αρχίζει κανείς να εχθρεύεται τους πάντες, αφού βλέπει πάνω τους την απειλή προσωποιημένη, και εάν κληθεί ν’ αμυνθεί προτίθεται να γίνει καί επιθετικός ακόμα.

Ο Θουκυδίδης μας περιγράφει το πώς στην Αθήνα του λοιμού του 430 π.Χ. πολλοί αισθάνονταν πως επειδή το τέλος τους ήταν βέβαιο, έβγαζαν τον χειρότερο εαυτό τους παραβιάζοντας νόμους, ιερά, και όσια. 

Τέτοια φαινόμενα παρατηρούνται σχεδόν σε όλες τις αφηγήσεις που διαθέτουμε για πόλεις υπό πολιορκία, και αυτή είναι μια ιδιότυπη πολιορκία που ζούμε, μιας και επισήμως περιγράφεται με τέτοιους όρους, ως πόλεμος, αλλά και τη βιώνουμε όχι απλά ως εγκρατή και συνετό αυτοπεριορισμό — όπου διατηρούμε δηλαδή αυτόβουλα τον έλεγχο της συμπεριφοράς μας — αλλά ως άνωθεν επιβεβλημένο αποκλεισμό, ιδιαίτερα όταν μας επισείουν την ποινική δίωξη επί ενδεχόμενων ευθυνών εάν παραβούμε τις οδηγίες. 

Σχετικά μ’ αυτό το θέμα, στη Θεσσαλονίκη, όπου μένω, ο νεοεκλεγείς δήμαρχος διοχετεύει στα μέσα κάπως πανικόβλητος επιθετικές ανακοινώσεις όπου εξαπολύει μύδρους εναντίον των κατοίκων που περπατούν στη Νέα Παραλία, μολονότι η μετάβαση στην εργασία επιτρέπεται ρητώς, ακόμα — και σε τούτο ο δήμαρχος μοιάζει ν’ αγνοεί προφανώς πως πολλοί συμπολίτες του εδώ και χρόνια υποχρεώνονται να βαδίζουν, να ποδηλατούν, ή να χρησιμοποιούν ηλεκτρικά σκούτερς στην παραλία για να βρεθούν σε είκοσι με τριάντα λεπτά στη δουλειά τους, καθώς δεν διαθέτει η πόλη του επαρκείς και αξιόπιστες μαζικές αστικές μεταφορές, με τον Οργανισμό Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης να φυτοζωεί απ’ την εποχή της άστοχης συριζαϊκής κρατικοποίησής του που δεν οδήγησε πουθενά, και συνάμα επιθυμούν ν’ αποφύγουν τον συνωστισμό στα ελάχιστα, κακοσυντηρημένα λεωφορεία που κουτσοκυκλοφορούν — όπως κι επιτρέπεται η κατά μόνας άσκηση σε δημόσιο υπαίθριο χώρο. Καλλιεργείται το κλίμα πως για το κακό που θα μας βρει ευθύνονται οι βαδιστές και ποδηλάτες, που περίπου τους θα τους άξιζε η δημόσια μαστίγωση, εάν δεν απαγορεύονταν οι μαζικές δημόσιες συνάξεις για μαστίγωση.

Κάποτε, βέβαια, η Μαρία Ρεπούση έγραφε στο διαβόητο σχολικό εγχειρίδο πως οι Σμυρνιοί συνωστίζονταν στην προκυμαία της πόλης τους το 1922, και πράγματι υπήρξε ένα διήμερο που παρατηρήθηκε ένας συνωστισμός στην δική μας παραλία, όμως τώρα τα πράγματα δεν είναι έτσι, και η σκαιότητα στις ανακοινώσεις ανοίγουν μια ψυχική απόσταση μεταξύ πολιτών και αιρετού άρχοντα, ενώ κινδυνεύουν να υποθάλψουν ένα κλίμα στιγματισμού ενδεχόμενων παραβατών έναντι των οποίων ποιός ξέρει τί συμπεριφορά μπορεί κανείς που δεν στέκει στα καλά του να φανταστεί στρεβλά ότι επιτρέπεται, λογουχάρη αυτοδικία.

Η συνεργασία ενός ίσως και βλαβερά επιπόλαιου κοινού που υποτιμά τη σοβαρότητα των στιγμών — το δέχομαι ολόψυχα πως υπάρχουν ανάμεσά μας τέτοιοι που ενεργούν αφήφιστα — δεν εξασφαλίζεται με περίπου υστερικές κραυγές και με απειλές, αλλά με θετική ενίσχυση του κινήτρου, και με τροφοδοσία του αισθήματος ευθύνης, κυρίως με το παράδειγμα μιας σίγουρης και ισχυρής διακυβέρνησης που ξέρει τί κάνει, η οποία, όπως κάνει ο πρωθυπουργός και ο υφυπουργός Νίκος Χαρδαλιάς, φανερώνει πως βρίσκεται κοντά στον λαό και συμμερίζεται με αγωνία τον προβληματισμό του, αλλά παραμένει ψύχραιμη κι αποφασισμένη. Η τέχνη της ηγεσίας δεν έχει ακόμα κατοικήσει στο άτυχο αυτό τσιμεντένιο οικοδόμημα που είναι το νέο δημαρχείο της πόλης μου. Αρχή άνδρα δείκνυσι, λέγαν οι αρχαίοι, και κάνουμε υπομονή εδώ πάνω στον Βορρά.

Η απειλή κυρώσεων είναι μια κίνηση που καλό είναι να σβήνει σταδιακά από τον δημόσιο λόγο, αλλά το ενδεχόμενο επιβολής της ας υπονοείται, γιατί καλλιεργεί κλίμα πως συντελούνται σωρηδόν παράνομες πράξεις από απροσδιόριστο αριθμό προσώπων, αόρατες πράξεις και γι’ αυτό είναι παντού ορατές, μολονότι σε ένα δικαστήριο, εάν ποτέ φτάσουν οι φερόμενοι ως δράστες, θα είναι δύσκολο να αποδειχθεί η έκταση του παραπτώματός τους. Εθιζόμαστε όμως στο μεταξύ — όσο διαχέεται αυτή η ρητορική που τρώει χρόνο από τη θετική ρητορική — να βλέπουμε τους συμπολίτες μας ως δυνάμει εχθρούς της κοινωνίας και του έθνους, και έτσι να δικαιολογούνται πλάνες που μπορούν να τροφοδοτήσουν την αυτοδικία.

Μιλώντας για τη βία του πολίτη προς πολίτη, ήδη διαβάζουμε κι ακούμε τη δυσφορία πολλών που ισχυρίζονται ότι οι ίδιοι τηρούν ευλαβικά την αυτοκαραντίνα, προβάλλοντάς την όμως ως βαριά αυτοθυσία, μια δυσφορία που κατευθύνεται προς εκείνους που οι πρώτοι νομίζουν πως δεν την τηρούν. Προς το παρόν εκφέρεται χιουμοριστικά, όταν όμως υπερβεί μια κρίσιμη μάζα ως τρεντ, θα καταστεί νόρμα, και το επόμενο βήμα θα είναι να εκδηλωθεί και με πράξεις.

Σε τούτο δεν συμβάλλει διόλου θετικά το γεγονός πως είμαστε μια κοινωνία με εξαντλημένα αποθέματα υπομονής. Μία σπίθα περιμένουν κάμποσοι για να εκραγούν, ειδικά εναντίων των αδυνάμων. 

Η τρομολαγνεία πρέπει άμεσα να μετριαστεί, πρώτα από τα ίδια τα μέσα ενημέρωσης που την διαχειρίζονται για να πουλήσουν την τοξική πραμάτεια τους τεχνηέντως αναμεμιγμένη με πληροφόρηση, που όμως χάνεται μέσα στον όγκο του εντυπωσιασμού.

Η τρομολαγνεία των μέσων ενημέρωσης και των κατώτερων αιρετών που στελεχώνουν τα πάνελς προσκρούει πάνω και συντρίβει την κατακλείδα των διαγγελμάτων του πρωθυπουργού και τις ανακοινώσεις του υπεύθυνου υφυπουργού του, στις οποίες κανείς θα προσέξει ότι δεν λείπουν ποτέ οι τεκμηριωμένα αισιόδοξες προσδοκίες. Εάν όμως ισχύσει το περιεχόμενο του τρόμου, όπως δια της επαναλήψεως ενισχύεται αυτή η δοξασία, τότε οι αισιόδοξες προσδοκίες χάνουν το κύρος τους, και έτσι πλήττεται το κύρος των χειλέων που τις εκφέρουν. Δεν πρέπει να συμβεί αυτό· δεν πρέπει να επιτραπεί να τρωθεί το κύρος του πρωθυπουργού που διαχειρίζεται δύο κρίσεις ταυτόχρονα και μία ακόμα αναδυόμενη, που αφορά στις επιπτώσεις στην οικονομία της χώρας, από ένα κλίμα υστερίας και παράνοιας που καλλιεργείται πλαγίως μέσω της υπερπληροφόρησης που αφήνει περιθώρια για πλημμελή ενημέρωση, για παραπληροφόρηση, και για αποστροφή προς την ψύχραιμη ενημέρωση των επιστημόνων και αρμόδιων τεχνοκρατών που δεν καταφεύγουν στον εντυπωσιασμό.

Παρόμοια, κι εμείς οφείλουμε να μετριάσουμε την υπερέκθεσή μας στην ψευδοενημέρωση. Επιλέξτε να βλέπετε στις έξι τ’ απόγευμα κάθε μέρα την ενημέρωση Τσιόδρα-Χαρδαλιά και παρακολουθήστε στα σόσιαλ τις αναρτήσεις του καθηγητή Ηλία Μόσιαλου. Αυτά επαρκούν για την πληροφόρηση.

Γιατί όχι δελτία ειδήσεων ή ενημερωτικές εκπομπές; Διότι οι τρεις προρρηθέντες τεχνοκράτες μεταφέρουν τα τελευταία στοιχεία της έρευνας και τις παραινέσεις/οδηγίες των κρατικών μηχανισμών χωρίς συναισθηματισμούς, ενώ στα δελτία και στα πάνελ μεταδίδεται η ψυχική φόρτιση των παρουσιαστών και των ρεπόρτερς που πρέπει να πλασάρουν το προϊόν τους με την εμπορικά επιβεβλημένη δραματικότητα, προκειμένου να γεμίσουν τον τηλεοπτικό χρόνο και να κερδίσουν μερίδιο της τηλεθέασης. Το πρόβλημα της πανδημίας είναι υπαρκτότατο, αλλά η μιντιακή διαχείρισή του έχει ξεφύγει από την καμπύλη γραφική παράσταση που ωφελεί τον αποδέκτη της.

Η κοινωνία μας διολισθαίνει προς την παράνοια, που βλέπει εχθρούς παντού, και σύντομα θα καταστούν απτοί αυτοί οι εχθροί, όπως το γνωρίζουμε από φαινόμενα συλλογικής αστικής βίας του παρελθόντος. Ιστορικά διαθέτουμε αφηγήσεις για παρόμοιες περιστάσεις του παρελθόντος, και είμαστε σε θέση να παρακολουθήσουμε την πορεία των ανθρώπινων συμπεριφορών, οι οποίες παραμένουν διαχρονικά παρόμοιες ή ίδιες, κι έτσι προβλέψιμες.

Τώρα που η ηγεσία απέδειξε πως πράγματι ηγείται, έναντι άλλων αυθεντιών που έτριξαν τα δόντια τους εν ου παικτοίς, πέφτει πάνω στους ώμους της και το έργο της παροχής ελπιδοφόρου οράματος, μέσα στην πιο σκοτεινή μας ώρα, όπου ακόμα δεν έχουμε φτάσει. 

Αυτή η ώρα είναι που γεννά τους Τσώρτσιλς και φανερώνει τους Τσάμπερλεϊνς.