Είμαστ’ όλοι ινφλουένσερς

344

Το 1357, μια επιδημία γρίπης στη Φλωρεντία την αποκάλεσαν “influenza di freddo”, δηλαδή «επήρεια του ψύχους» κι όχι η ινφλουένσερ του φρέντο.

Είναι, βλέπετε, ομόρριζες οι λέξεις influenza για τη γρίπη και influencer για το γνωστό ιδιότυπο επάγγελμα που ανεφύη εσχάτως στα σόσιαλ μίντια και που έχει καταστεί μάστιγα, όπως αποκαλούμε μάστιγες και τις πανδημίες, όμως οι συνδέσεις δεν σταματούν εδώ, γιατί θα σας υπενθυμίσω πως λέμε viral, δηλαδή ιότροπο, οτιδήποτε διαδίδεται στα σόσιαλ με την ταχύτητα μετάδοσης ενός ιού.

Άλλη σύνδεση είναι η ακόλουθη: με την ίδια πλακατζίδικη διάθεση που αντιμετωπίζουμε τους ινφλουένσερς εδώ στην Ελλάδα, τείνουν πολλοί να αντιμετωπίζουν και τη νέα πανδημική απειλή. Αυτό ίσως να μπορούσε κανείς να το αποδώσει στην εκπαίδευση που έχουμε δεχθεί τα τελευταία χρόνια στον σαρκασμό, έχοντας δει τα πάντα να καταρρέουν και να πέφτουν οι σοβαροπρέπειες αποκαλυπτόμενες ως σοβαροφάνειες. Να όμως που βρεθήκαμε ενώπιον ενός φαινομένου που δεν αστειεύεται, αλλ’ αξιώνει σοβαρότητα.

Κανείς δεν θα μ’ αποκαλούσε ινφλουένσερ, αφού κανείς δεν με διαβάζει και δεν επηρεάζεται απ’ όσα γράφω — φευ φευ, οι κολλητοί μου φίλοι αποφεύγουν τα κείμενά μου όπως ο διάολος το λιβάνι — όμως τούτο δεν με σταματάει απ’ το να μεταδώσω τους ιούς που θα κολλήσω απ’ το περιβάλλον μου, κι έτσι μπορεί κι η ταπεινή μου μετριότητα να ελπίζει πως θα επηρεάσει τις ζωές κάποιων μέχρι και τον θάνατό τους. 

Το έγραψα έτσι γιατί στ’ αρχαία η λέξη «ελπίς» δεν είχε αυτομάτως θετικό περιεχόμενο, αλλά ουδέτερο. Ο κολλητός μου ο Θουκυδίδης μας διαβεβαιώνει πως ξεκίνησε να γράφει για τον Πελοποννησιακό Πόλεμο «ευθύς καθισταμένου, και ελπίσας μέγαν τε έσεσθαι και αξιολογώτατον των προγεγενημένων», παναπεί «αμέσως μόλις ξεκίνησε ο πόλεμος [άρχισα να γράφω], γιατί ανέμενα πως θα εξελιχτεί σε μεγάλο και σοβαρότατο πόλεμο σε σύγκριση μ’ όσους είχαν προηγηθεί».

Η ελπίδα αποκτά το περιεχόμενο της θετικής προσδοκίας αργότερα, όταν συνολικά αλλάζει η μεταφυσική κοσμοθεώρηση στην Ανατολική Μεσόγειο, και μάλιστα απομένει μαζί με την πίστη και την αγάπη ως η μόνη τριάδα αρετών που διαθέτουμε στον παρόντα κόσμο, όπως μας εξηγεί ο Απ. Παύλος στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή του, κεφ. 13, στίχ. 13: «νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα· μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη». Είδατε πως καμιά φορά ο αριθμός 13 μπορεί να συνδέεται και με πολύ θετικά πράγματα.

Η αγάπη, λέει ο Παύλος, είναι η σπουδαιότερη αρετή μεταξύ τους, πιο πάνω κι από την πίστη κι απ’ την ελπίδα. Ενδεχομένως γιατί η αγάπη επηρεάζει τη συμπεριφορά και τη σκέψη μας, τροφοδοτώντας και τις άλλες δύο. 

Στις μέρες της νέας μεταδοτικής νόσου που διερχόμαστε, δεν βλέπω πώς μπορεί η αγάπη να μας οδηγήσει σε εκδηλώσεις που τροφοδοτούν την έπαρση μέσα μας, πως εμείς ας πούμε είμαστε είτε άτρωτοι, οπότε χωράει να τριγυρνάμε ελεύθερα αψηφώντας το ρίσκο και τα μέτρα προφύλαξης, είτε ευλαβέστεροι, οπότε ας κουνάμε το δάχτυλο στους αδελφούς μας που απέχουν από λατρευτικές συνάξεις, είτε εξυπνότεροι και διακρίναμε πίσω απ’ την εμφάνιση και διάδοση του ιού παγκόσμιες συνωμοσίες, δαιμονική έφοδο, σατανική ενέργεια, πονηράν τινα βουλή και επήρεια.

Σήμερα, εάν δεν βάλουμε ξανά την αγάπη για τον πλησίον μας πάνω από εμάς τους ίδιους, γι’ αυτόν δηλαδή που βρίσκεται εγγύς μας ακόμα και εάν νομίζουμε πως βρίσκεται μακριά μας, και πιστέψουμε πως δεν μπορούμε να τον επηρεάσουμε ένεκα των ψυχικών ή των χωρικών μας αποστάσεων, δοκεί μοι πως θα έρθει ο υπερδικτυωμένος μας κόσμος να μας υπενθυμίσει με σκληρότητα πως πέρα από τις πλάνες μας είμαστε σε θέση παρ’ ελπίδαν ή παρά προσδοκίαν να του κάνουμε πολύ μεγάλο κακό.