Ένα σχόλιο για την Επιστολή Μπλίνκεν

792

Του Στέλιου Ιατρού

 

  • Πολλοί δημοσιογράφοι αυτές τις μέρες στην πατρίδα μας ρίχνουν νερό — που ξεκλέβει ο ένας απ’ τον άλλον — στον αυτοβλαπτικό μύλο της επίκρισης και της εθνικής μας μεμψιμοιρίας λέγοντας πως η Επιστολή Μπλίνκεν δεν είναι δεσμευτική. Το ισχυρίζονται αυτό, όταν επισημαίνουν πως τα γραφόμενά της δεν έχουν νομικά δεσμευτικό χαρακτήρα.
  • Σφάλλουν, όμως, κι ας ακούγεται τεχνικά ευλογοφανής ο ισχυρισμός τους, γιατί συγχέουν (1) τη νομική δεσμευτικότητα με άπασα την δεσμευτικότητα, ωσάν αυτή να μην εξαρτάται από τις βουλήσεις και τα συμφέροντα των δύο συμβαλλομένων μερών καθώς προκύπτουν από σειρά άλλων συμφωνιών μέσα στην τρέχουσα συγκυρία, κάτι που λέγεται συμφραζόμενα, δηλαδή από τη θέση των μερών μέσα στα διεθνή πράγματα, και (2) τη φύση του κειμένου με τη λειτουργία του κειμένου. Έτσι τους διαλανθάνει η αμφίδρομα δεσμευτική λειτουργία της Επιστολής που προσθέτει δεσμεύσεις ευρύτερες από τις τεχνικού χαρακτήρα δεσμεύσεις της Συμφωνίας, στην οποία μυωπικά εξαντλούν την ανάλυσή τους, χάνοντας την πλατιά εικόνα. 

Ας δούμε μερικά πράγματα. 

Α. ΦΥΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

  • Η Επιστολή Μπλίνκεν είναι ένα διπλωματικό κείμενο. Συντάκτης του είναι ο κατεξοχήν αρμόδιος αξιωματούχος των ΗΠΑ, ο υπεύθυνος Υπ.Εξ της Ατλαντικής Υπερδύναμης. Ως εκ τούτου, η Επιστολή εγγράφεται ομαλώς, γνησίως, κι αυθεντικώς στα εργαλεία της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, όπου πολιτική είναι η τέχνη των αρχόντων της εξουσίας που διαμορφώνει πραγματικότητες μετερχόμενη διάφορα διαθέσμα εργαλεία. Επομένως, το κείμενο είναι απολύτως consequential για τη διαμόρφωση πραγματικοτήτων, και προς τον σκοπό αυτό προορίζεται. Δεν συνέταξε την Επιστολή και δεν κατέστησε γνωστή την ύπαρξή της δημοσίως και διεθνώς για την πλάκα του ο Τόνι Μπλίνκεν, νομίζω πως μπορούμε να συμφωνήσουμε σ’ αυτό.
  • Παράλληλα, η Επιστολή εγγράφεται μέσα σε μια πολύ σπάνια και γι’ αυτό σημαίνουσα παράδοση των ΗΠΑ απέναντι στη χώρα μας, των μόλις τριών επιστολών Αμερικανών Υπ.Εξ. προς τον εκάστοτε Έλληνα Πρωθυπουργό, και γι’ αυτό αποκτά ειδική βαρύτητα. Οι άλλες δύο ήσαν η πρώτη του Χένρυ Κίσινγκερ, και η δεύτερη του Μάικ Πομπέο, στης οποίας τον δρόμο βαδίζει και τούτη η τρίτη και σπουδαιότερη για τον έξτρα λόγο πως οικοδομεί βαθύτερα κι εκτενέστερα πάνω στην αμέσως προηγούμενη που προήλθε από μια Προεδρία άλλης κομματικής τοποθέτησης μέσα στο πολιτικό σκηνικό των ΗΠΑ. Συνεπώς, φανερώνει την διακομματικώς ευμενή αντίληψη της Ουάσιγκτον για την πατρίδα μας, κι αυτό είναι πάντοτε θετικό, διότι υπαινίσσετα στρατηγική συνέχεια. Και τί είναι η στρατηγική συνέχεια αν όχι δέσμευση;
  • Αληθεύει πως δεν πρόκειται για διπλωματικό έγγραφο, διότι έγγραφο είναι ένα κείμενο, δημόσιο ή ιδιωτικό, απ’ το οποίο απορρέουν νομικές συνέπειες. Όμως, όλη η περιγραφή και η αφήγηση της πραγματικότητας του κόσμου γύρω μας δεν εξαντλείται στα νομικά έγγραφα των θεσμικών οργάνων και φορέων, μα στην Ιστορία, η οποία ανοίγει σαν τον τυφλοπόντικα τις σήραγγές της κάτω από τα πόδια μας χωρίς να την βλέπουμε, παρά μονάχα εκεί που ξεπροβάλλει το κεφάλι της από το χώμα. 
  • Ο νομικισμός εδώ μολονότι σχετικός με τα πράγματα είναι παρελκυστικός για την κατανόησή τους, όσο το να νομίζουμε πως κάθε φορά που ο τυφλοπόντικας βγαίνει στην επιφάνεια είναι όχι ο ίδιος μα ένας άλλος, επειδή δεν τον είδαμε να διανύει τις εσωτερικές του διαδρομές κάτω απ’ το έδαφος και μένουμε σε ό,τι βλέπουμε.

Β. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

  • Η Επιστολή συνιστά τη φανερή έκφραση μιας πηγής εξουσίας απ’ την οποία απορρέει ισχύς προς πολλές κατευθύνσεις, εν προκειμένω του Λευκού Οίκου. Λειτουργεί ως δημόσια χειρονομία συμβολικού χαρακτήρα. Όποιος αγνοεί τί σημαίνει αυτό — κι ας καταλαβαίνει τις λέξεις του ορισμού ξεχωριστά — ας μάθει πως η εξουσία εκφράζεται μέσω δημόσιων χειρονομιών συμβολικού χαρακτήρα στον αδιάλειπτο διάλογο που διεξάγει δημόσια, παναπεί φανερά στην Αγορά, τόσο με τα ευμενή όσο και με τα δυσμενή της ακροατήρια, τους αρχόμενους δηλαδή ή τους ομολόγους συνομιλητές της. Σκοπός των χειρονομιών αυτών είναι η επιβεβαίωση, η ενίσχυση, και η απαρασάλευτη διαιώνιση των παγιωμένων ρόλων των συνδιαλεγόμενων εντός της οικονομίας των εξουσιαστικών τους σχέσεων. Η εξουσία εχθρεύεται τη ρευστότητα και τη μεταβολή και μεριμνά για την αναπαραγωγή της. Οι σχέσεις αυτές οικοδομούνται πάνω σε ιεραρχίες ισχύος, όχι για την ομορφάδα των διαλεγόμενων, αλλά γιατί κάποιος παράγει την ισχύ και κάποιος τη λαμβάνει και την καταναλώνει. Η ροή ισχύος έχει κατεύθυνση και ορίζει ρόλους διακριτούς μέσα στην οικονομία σχέσεων, ώστε όταν μιλάει το λιοντάρι ο λαγός να κάθεται φρόνιμος, και να μην πετάει και καμία ανοησία να περνά η ώρα.
  • Επομένως, η Επιστολή είναι πολύ ουσιώδης γιατί (α) εγγράφεται σε τυπικές κι όχι ατυπικές δημόσιες συμπεριφορές της συγκεκριμένης πηγής εξουσίας, δηλαδή δεν είναι ένα unicum χωρίς βαρύτητα, και (β) κρισίμως, εντάσσεται σε ιστορικά συμφραζόμενα της τρέχουσας περίστασης που την καθιστούν σχετική και ουσιώδη, επειδή της δίνουν νοήματα, περιεχόμενο, σπουδαιότητα, αξία δε που απαιτεί εξέταση απ’ όποιον άνθρωπο σέβεται τον εαυτο του και αποφεύγει να παπαγαλίζει αρλούμπες.
  • Τούτο διότι η Επιστολή (α) υπηρετεί βουλήσεις, προτεραιότητες, και στοχοθεσία των ΗΠΑ, τουτέστιν στρατηγική, (β) δεν είναι προϊόν τύχης αλλ’ εσκεμμένης επιλογής, και (γ) προέρχεται από συγκεκριμένη πηγή που δεν δωρίζει τέτοιες χειρονομίες επιπόλαια κι απερίσκεπτα.

Γ. ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

  • Σκοπός της Επιστολής είναι να χρησιμεύσει ως κατάλληλο εργαλείο για την προσέγγιση μιας επιλεγμένης προτεραιότητας των ΗΠΑ. Κάθε εργαλείο διαθέτει τις αρετές του, κι αυτό ήταν εκείνο που προκρίθηκε τώρα, ως παρακολούθημα της Συμφωνίας. Σκοπός της σύνταξης της Επιστολής δεν ήταν να ξοδέψει χαρτί κι έτσι να κάνει Τουρκάλα τη Γκριέτα Τούνμπερι. Η προτεραιότητα του DoS είναι στην πράξη μια δέσμη προτεραιοτήτων:

(α) όπως όλες οι δημόσιες χειρονομίες συμβολικού χαρακτήρα, η Επιστολή υπηρετεί πολύ πρακτικούς σκοπούς, με πρώτον το να στείλει μηνύματα σε άμεσους και έμμεσους αποδέκτες που τους λέμε ακροατήρια, είτε ευμενή προς τις ΗΠΑ είτε, κρισιμότερα, δυσμενή προς εκείνες. Εάν δεν ίσχυε αυτό, τότε το κείμενο δεν θα λάμβανε δημοσιότητα, διότι κάθε δημόσια χειρονομία της εξουσίας καθίσταται δημόσια ακριβώς γιατί το δρων πρόσωπο έχει το μάτι του στραμμένο στ’ ακροατήρια που γνωρίζουν πώς να αποκωδικοποιήσουν τη μορφή και το περιεχόμενο της χειρονομίας του. Η αφάνεια ακυρώνει μια τέτοια χειρονομία, όπως και ο εξυπνακισμός που ψάχνει να βρει τρύπες στη βάρκα. Αντιθέτως, η χειρονομία λειτουργεί επειδή διατρανώνει κάτι δημόσια.

(β) επιπλέον, η Επιστολή καθιστά σαφές πως η Ουάσιγκτον περιβάλλει μ’ εμπιστοσύνη την πατρίδα μας ως εταίρο της, κι αυτό δεν είναι fine words that butter no parsnips, αλλά μια πολύ πραγματική εταιρικής φύσης δέσμευση στο πλευρό μας, καθώς με την Επιστολή οι ΗΠΑ εξέρχονται εκ νέου φανερά στο πλευρό μας, συμπαρατάσσονται δηλαδή σε μιαν ώρα διεθνών συμπαρατάξεων, συσεπριώσεων, αλλά και διστακτικότητας μερκών Δυτικών δυνάμεων να πάρουν θέση απέναντι στα πράγματα. Οι ΗΠΑ το κάνουν αυτό στο πλαίσιο μιας άρτι υπογραφείσας Συμφωνίας τεχνικών προβλέψεων που δεν εξαντλεί τις διασυνδέσεις των δύο χωρών, μα χρωματίζει με συμφραζόμενα τη λειτουργία και το νόημα της Επιστολής στην τρέχουσα συγκυρία. Οι ΗΠΑ το επιχειρούν αυτό: 

(1) επαινώντας τη διεθνή συμπεριφορά της πατρίδας μας ως πυλώνος σταθερότητας κι ασφάλειας — αξιών που βρίσκονται στην κορυφή της ατζέντας της Αμερικανικής διπλωματίας — και μάλιστα χαρακτηρίζοντας την Ελλάδα ως περιφερειακή ηγέτιδα με δράση που αξιολογούν θετικά καί για τα δικά τους συμφέροντα,

(2) αναγνωρίζοντας, καταγράφοντας, κι εγκυροποιώντας τις προτεραιότητές μας (ασφάλεια, υπηρέτηση του διεθνούς δικαίου, ενίσχυση των συμμαχικών δεσμών μας, κ.ά.), και 

(3) εκφράζοντας τη θετική τους προσδοκία από τη συνεργασία μας, γεγονός που φανερώνει σύμπλευση συμφερόντων μεταξύ των δύο χωρών και αύξηση της αξίας της Ελλάδας εντός των Αμερικανικών σχεδιασμών. 

Δ. ΤΕΛΙΚΑ ΕΙΝΑΙ Ή ΌΧΙ ΔΕΣΜΕΥΤΙΚΗ;

  • Η Επιστολή συνιστά μια μορφή φανερής δέσμευσης των ΗΠΑ στο πλευρό μας, διότι την βαρύτητα των δεσμευτικών χειρονομιών μιας οντότητας την καθορίζουν:

(α) το status της οντότητας που απολύει την επιστολή, που εδώ πρόκειται για την Υπερδύναμη, η οποία δεν ενεργεί αστόχαστα ή άνευ σχεδιασμού, αλλά με μακροπρόθεσμη στοχοθεσία και στρατηγική,

(β) το πλαίσιο των δηλωμένων προθέσεων της κατά το αμέσως προηγούμενο χρονικό διάστημα, κι εδώ υπενθυμίζω τις δηλώσεις Μπάιντεν και Μπλίνκεν πως “America is back”, και έτσι νομικίστικες ερμηνείες του κειμένου in vitro, χωριζόμενες των ιστορικών συμφραζομένων του, δεν αποκαλύπτουν την πραγματικότητα, αλλά τη συσκοτίζουν κάτω από στρώσεις αυτοεξυπηρετικού σχολαστικισμού,

(γ) το γεγονός ότι γνωρίζει πως την παρακολουθούν στενά όλοι οι άλλοι που κρατούν εφεκτική ακόμα στάση στα καλέσματά της, κι ερμηνεύουν εξονυχιστικά κάθε της κίνηση, ώστε η ίδια να διαθέτει επίγνωση της βαρύτητας των χειρονομιών, των στραβοπατημάτων, και των κατορθωμάτων της όσον αφορά την υποληψή της μέσα στα διεθνή πράγματα, επίγνωση που εάν δεν λέει πολλά σε μας που σκεφτόμαστε ακόμα ως επαρχιώτες Καραγκιόζηδες και Χατζηαβάτες σε ανατολίτικο θέατρο σκιών, λέει όμως πολλά για τις ΗΠΑ και τις συγκρατεί απ’ το να εξέλθουν σήμερα στο πλευρό κάποιου που θα εγκαταλείψουν στη συνέχεια, ειδικά τώρα που επιχειρούν να στήσουν ένα νέο πλέγμα αξιόπιστων συνασπισμών ενόψει της αντιπαράθεσής τους με την Κίνα. 

Με άλλα λόγια:

  • Επειδή παίζεται η αξιοπιστία των ΗΠΑ μετά την αποξενωτική Προεδρία Τραμπ, μετά το επικοινωνιακό φιάσκο της αποχώρησης απ’ το Αφγανιστάν, και, τέλος, μετά την τριβή με τη Γαλλία έπειτα απ’ την AUKUS, η Ουάσιγκτον γνωρίζει πως περνά εξετάσεις, ακόμα δε πως θα την έβλαπτε εάν η πρώτη της συμμαχία που υπέγραφε με παλαιά Δυτική της σύμμαχο από την ΕΕ θ’ αποδεικνυόταν μια φάρσα χωρίς νόημα. Για να το πω με τη γλώσσα που καταλαβαίνουμε ως αετοί της επιχειρηματικότητας που είμαστε, τρομάρα μας, οι ΗΠΑ δηλώνουν πως κάνουν μιαν επένδυση σε μας για την απόδοση της οποίας νοιάζονται βαθιά.
  • Σε μια κουλτούρα όπως η Αμερικανική, όπου.το δικαίωμα στη σιωπή είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο και το επικαλείται κανείς πολύ συχνά και πολύ βολικά ακριβώς γιατί είναι μαθημένος έτσι, εάν το χρειαατεί, ν’ αποφεύγει τις κακοτοπιές που θα τον έφερναν σε δύσκολη θέση, όταν μια Υπερδύναμη επιλέγει να βγει να διακηρύξει κάτι, τούτο ήδη την δεσμεύει για λόγους συνέπειας προς τον εαυτό της ενώπιον ενός διεθνούς ακροατηρίου απέναντι στις αξίες και στα γραφόμενα.που διατρανώνει στο κείμενο που δημοσιεύει. Sure, it’s not written in stone, but it’s in black and white, and that’s the next best thing.
  • Απ’ την άλλη, σε μια κουλτούρα με πολλά λόγια και με μεγάλη φτώχεια όπως η δική μας, η αξία της σιωπής είναι έννοια άγνωστη, και γι’ αυτό το εξαρτημένο μας πλέον αντανακλαστικό είναι να πλανευτούμε πως δεν έχουν καμία αξία τα λόγια, επειδή εμείς δεν χάσαμε ποτέ καμία ευκαιρία να ευτελίσουμε τον δημοσιο λόγο μας με κάθε μας ανάσα. Όμως η πλάνη τούτη ετεροτοπίζει στη δική μας ελεεινή εμπειρία τη συμπεριφορά μιας Υπερδύναμης που ακρογωνιαίο λίθο της διπλωματίας της έχει θέσει τη σταθερότητα και για κονίαμα που την συγκρατεί μέσα στο οικοδόμημα έχει απλώσει την ασφάλεια. Όταν μιλάει γι’ αυτά τα ζητήματα, δεν αστειεύεται. 
  • Βέβαια, στον κόσμο του θεάτρου σκιών που ζούμε, τα καραγκιοζάκια θα μιλήσουν για σκιές γιατί ο κόσμος τους είναι η σκιά, και ασφαλώς ο Καραγκιόζης θα ρίχνει χαρωπά φάπες σκιάς στον Χατζηαβάτη, νομίζοντας πως αυτή είναι καί για τους άλλους η κανονικότητα, όπως είναι για εμάς, να ξεγελάμε τον Βεληγκέκα με τις πονηράδες μας.

Ε. Η ΠΙΟ ΔΕΣΜΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ

  • Συνάμα, έχει διαλάθει σε πολλούς φωστήρες της ανάλυσης που αδυνατούν ν’ αντιληφθούν τα συμφραζόμενα πως η Επιστολή μαρκάρει την Ελλάδα εντός της επιρροής των ΗΠΑ μέσα στον γεωστρατηγικό χωροχρόνο, σε μιαν εποχή όπου εσχάτως με τη Συνάντηση Πούτιν-Ερντογάν στο Σότσι η Τουρκία έπειτα από μακρά προσέγγιση πάτησε πια καί στη δεύτερη βάρκα, εκείνη της Ρωσίας, καθώς:
  • η Επιστολή περιγράφει με τρόπο ανέλπιστα σαφέστερο απ’ όσο αναμενόταν το σε ποιόν βαθμό και γιατί μας εντάσσει, μας δίνει θέση και αποστολή, ρόλο μέσα στους Αμερικανικούς στρατηγικούς σχεδιασμούς. Έτσι, διά της Επιστολής της οποίας είναι αποδέκτης — and I cannot stress this enough — δεσμεύεται καί η Ελλάδα πως συντάσσεται ταις ΗΠΑ και απετάξατο τῇ Ρωσίᾳ καί πάσῃ τῇ λατρεία αυτῆς καί τῇ πομπῇ τῆς, διότι η Επιστολή φανερώνει στο διεθνές ακροατήριο τις συναντιλήψεις συμφερόντων των δύο μερών, μιλά για τη θέση της πατρίδας μας στην καρδιά του γεωπολιτικού μνηστήρα της, για τις προθέσεις του, και υπογραμμίζει τα δημοσιοποιήσιμα συμφωνημένα του ανανεωμένου αρραβώνα των δύο χωρών. 
  • Είναι άραγε δεσμευτικό το να έχει κανείς προσδιορισμένο ρόλο μέσα σε μια διεθνή συμπαράταξη; Ο διάβολος δεν έπαψε να είναι άγγελος, απλώς απώλεσε τη θέση του μέσα στους μηχανισμούς και το οργανόγραμμα του Παραδείσου, και έτσι έμεινε εκτός νυμφώνος, και είδατε τα χαΐρια του. How’s that for a commitment for you?

ΣΤ. ΕΠΙΛΟΓΟΣ

  • Δεσμεύσεις μιας Δύναμης δεν περιέχονται μονάχα στις προσεγμένες λεξούλες των άρθρων μιας γραπτής συμφωνίας, κι ας ταράσσει αυτό τον ύπνο των νομικών ανάμεσα μας που θα επιθυμούσαν όλα νά ‘ναι τακτικά στρωμένα, αλλά στην Ιστορία δεν είναι όλα τακτικά στρωμένα, ενώ δεσμεύσεις παρέχονται καί με τις χειρονομίες που διαμορφώνουν και συνέχουν σε σύνολο ένα σωρό δεσμούς μεταξύ εταίρων. 
  • Πολύ περισσότερα έχουν κατορθωθεί με πολύ λιγότερα και πολύ πιο κρυφά υπογεγραμμένα στην δική μας Ιστορία· η Βαλκανική Συμμαχία τις παραμονές του Α’ Βαλκανικού Πολέμου ήταν ένα τέτοιο μίγμα από γραπτές συμφωνίες, υπογεγραμμένες κι ανυπόγραφες, από τηλεγραφήματα, χειραψίες κυρίων, προφορικές διαβεβαιώσεις πληρεξούσιων πρέσβεων, ένα πλέγμα από βιαστικές συνεννοήσεις και ιδιωτικές δηλώσεις των ιθυνόντων διπλωματών και ηγετών της Σερβίας, της Βουλγαρίας, του Μαυροβουνίου, και της Ελλάδας που διαμόρφωσε διασυνδέσεις, συμπλεύσεις, κι εντέλει δεσμεύσεις, που λειτούργησαν και δοκιμάστηκαν στο πεδίο, αντέχοντας μάλιστα καί την δοκιμασία του Β’ Βαλκανικού Πολέμου.
  • Τελικά, η Επιστολή διαθέτει εγγενώς μια πρακτικώς δεσμευτική ποιότητα αμφίδρομης λειτουργίας κατά τα δεδομένα της ιστορικής εμπειρίας περί του πώς λειτουργεί η διεθνώς παραδεδεγμένη διπλωματία, γιατί οι ΗΠΑ ρισκάρουν στο εξής με κάθε τους κίνηση την αξιοπιστία τους ως Υπερδύναμης, και θα κάνουν ό,τι χρειαστεί για να πείσουν τα δύσπιστα ακόμα διεθνή ακροατήρια τους ότι το φιάσκο της Καμπούλ ήταν η εξαίρεση, και πως παραμένουν αξίως ο κεντρικός πυρήνας των Δυτικών συσπειρώσεων άμυνας, ασφάλειας, και ηγεσίας έναντι των Δυνάμεων του Αναθεωρητισμού και της ανατροπής της διεθνούς ασφάλειας κατά πώς εκείνες ακόμα θέλουν να ηγεμονεύουν το μεταπολεμικό τους διεθνές δημιούργημα. 
  • Η δε πατρίδα μας βρέθηκε σε προνομιακή θέση όταν επελέγη γι’ αυτήν την δημόσια χειρονομία συμβολικού χαρακτήρα των ΗΠΑ σε μια στιγμή που όλοι παρακολουθούν, ώστε να συμπεράνουν την αξιοπιστία ή όχι της Προεδρίας Μπάιντεν, και είναι θλιβερή αν όχι αυτοκαταστροφική η προθυμία μας να διακηρύσσουμε αβίαστα πως αυτό το δώρο που μας παρέχεται είναι άνευ αξίας, ακυρώνοντας τα οφέλη που η χειρονομία Μπλίνκεν μάς επιδαψίλευσε, ωσάν να αγνοούμε πως κι εμείς παρακολουθούμεθα στενά από ένα δυσμενές ακροατήριο, δύο θα έλεγα. Αλλά φαίνεται πως παραείμαστε ξύπνιοι για να μας ξεγελάσουν οι Αμερικάνοι με την παροχή επαίνων και συμμαχικής σύμπλευσης, κι έτσι παραδοθεί καν φτάσει η Επιστολή εμείς σπεύσαμε να την ακυρώσουμε. Δεν έχουμε ιδέα πώς λειτουργεί τo DoS, και πώς οι εταίροι των ΗΠΑ πασχίζουν για μιαν ευμενή προφορική αναφορά του Προέδρου ίσαμε δεκαπέντε λέξεις στον κήπο με τα τριαντάφυλλα. 

[Στην εικόνα, άποψη τις μακράς δεξαμενής στον κήπο της Βίλλας του Αδριανού στο Τίβολι. Στην αψίδα βρισκόταν ο θρόνος του Αυτοκράτορα, κι εκεί καθήμενος, όταν σπάνια διέμενε στη Βίλλα κι όχι σε πολύμηνη περιοδεία ανά την Αυτοκρατορία, ο Αδριανός υποδεχόταν τους πρέσβεις από κάθε τόπο που εξουσίαζε. Εκατέρωθεν του θρόνου έπεφταν με θόρυβο δυο τεχνητοί καταρράκτες, ώστε ο ίδιος να μην ακούει τίποτ’ απ’ όσα οι πρέσβεις ήλπιζαν να του ζητήσουν, καθότι του ήταν αδιάφορο ν’ ακουστούν οι φωνές άλλων μέσα στη δική του κατοικία. Αντιθέτως, ακουγόταν μονάχα η δική του φωνή, γιατί εδώ που τα λέμε, μονάχα αυτή ήταν που είχε την ισχύ να διαμορφώνει πραγματικότητες. Ωφελεί να μάθουμε ν’ ακούμε τις φωνές των ηγεμόνων όταν ομιλούν, και να σωπαίνουμε περισσότερο, όταν βλάπτει να φλυαρούμε.]