Ένα τεράστιο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ στην Μαίρη Λέφκοβιτς

924

Γράφει ο Γιάννης Κίτσος.

«Μεταμοντέρνο», ορίζει στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας ο Γ. Μπαμπινιώτης ως «αυτόν που σχετίζεται με το σύγχρονο ρεύμα της τέχνης (αρχικώς της αρχιτεκτονικής) που αντιδρά στις φόρμες του μοντερνισμού και χρησιμοποιεί ποικιλία παραδοσιακών στοιχείων σε πρωτότυπες συνθέσεις», καθώς επίσης αυτόν που «ακολουθεί αδιάκοπα τις εκάστοτε τάσεις χωρίς αρχές και σταθερά σημεία αναφοράς» και επίσης «(κατ’ επέκταση στις κοινωνικές επιστήμες) τον ακραίο σχετικισμό στις αξίες και στην επιστημονική μέθοδο και την απόρριψη της αντικειμενικότητας».

Η Μαίρη Λέφκοβιτς, καθηγήτρια κλασικών σπουδών, στο Μαθήματα ιστορίας / Μια φυλετική Οδύσσεια, τοποθετώντας το καθαρά στο πλαίσιο της ιστορίας αναφέρει ότι «ο μεταμοντερνισμός είναι μια μορφή σκεπτικισμού συνδυασμένου με αυτογνωσία. Οι οπαδοί του υποστηρίζουν ότι καμία ιστορική αφήγηση δεν μπορεί να θεωρηθεί γνήσια, διότι οι συγγραφείς πάντοτε έχουν πολιτικά κίνητρα, είτε το γνωρίζουν, είτε όχι. Οι μεταμοντερνιστές, εν ολίγοις, πιστεύουν ότι δεν υπάρχει αντικειμενικότητα. Κάθε ισχυρισμός είναι ύποπτος, ειδικότερα εάν γίνεται γενικά αποδεκτός ως αληθινός. Τα κίνητρα του κάθε ιστορικού πρέπει επομένως να εξετάζονται λεπτομερώς, εκτός από εκείνα των ίδιων των μεταμοντερνιστών (…)στις πιο ακραίες και αντιρρεαλιστικές μορφές του, ο μεταμοντερνισμός φαίνεται να υποστηρίζει την ιδέα ότι τα γεγονότα δεν είναι τίποτα περισσότερο από απόψεις, ότι η αντικειμενικότητα είναι αδύνατη και ότι δεν υπάρχει η αλήθεια παρά μόνο η άποψη της πλειοψηφίας, ή μια κυρίαρχη παραδοχή, σε όλα τα πεδία επιστημονικής έρευνας».

Η Λέφκοβιτς αποφάσισε να κάνει το 2008 κάτι που κανένας έλληνας ιστορικός των κλασικών σπουδών  δεν σκέφτηκε ως χρέος του να πράξει. Να υπερασπιστεί την ιστορική αλήθεια για την αρχαία Ελλάδα. Την πράξη της αυτή την προκάλεσαν εγχειρίδια και δημόσιες τοποθετήσεις, μαύρης προέλευσης καθηγητών και μεταμοντέρνας αντίληψης, οι οποίοι υποστήριζαν ότι η αρχαία ελληνική φιλοσοφία και ο αρχαίος πολιτισμός είχαν κλαπεί από την Αφρική – και συγκεκριμένα, τα είχε κλέψει ο Αριστοτέλης από τη μεγάλη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας. Επίσης, ότι ο Σωκράτης ήταν Αφρικανός.

Κατά την Λέφκοβιτς, τα ανωτέρω δεν είναι αληθή. «Ο Αριστοτέλης», γράφει, «δεν θα μπορούσε να υπεξαιρέσει τίποτε απολύτως από τη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, επειδή κτίστηκε μετά τον θάνατο του. Επιπλέον υπάρχει απόλυτη ιστορική βεβαιότητα σχετικά με τις ημερομηνίες της κατασκευής της βιβλιοθήκης και της διάρκειας της ζωής του Αριστοτέλη». Όσον αφορά στον Σωκράτη, η  υποστηρίζει ότι, «αν ο Σωκράτης ήταν Αφρικανός, σίγουρα οι σύγχρονοι του θα το είχαν αναφέρει, διότι ελάχιστα άτομα αφρικανικής καταγωγής ζούσαν στην Αθήνα εκείνη την εποχή, αλλά και τους αμέσως επόμενους αιώνες».

Συνολικά για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό αναφέρει ότι «όλοι οι φοιτητές αρχαίας τέχνης γνωρίζουν τις αιγυπτιακές επιρροές στην αρχαία ελληνική τέχνη και αρχιτεκτονική, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η αρχαιοελληνική καλλιτεχνική δημιουργία προέρχεται από την αρχαία Αίγυπτο. Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός διακρινόταν σε σχέση με τον αντίστοιχο αιγυπτιακό λόγω γλώσσας και γενεαλογίας. Αλλά η επιρροή δεν δείχνει απαραίτητα και καταγωγή». Ως προς την φιλοσοφία δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης λέγοντας ότι «είναι προφανές ότι τα αρχαία Ελληνικά ήταν η γλώσσα που ακόμη και οι αρχαίοι Αιγύπτιοι ήταν αναγκασμένοι να χρησιμοποιούν για να γράψουν αυτό που σήμερα θα αποκαλούσαμε φιλοσοφικό διάλογο. Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης δεν ήταν οι καρπωτές των φιλοσοφικών έργων που παρήχθησαν στην αρχαία Αίγυπτο, αλλά η πηγή και η έμπνευση τους».

Αυτή η παραπληροφόρηση ουσιαστικά ήταν ένα είδος συκοφαντίας. Όχι μόνο υποστήριζε ότι οι αρχαίοι ιστορικοί και οι νεότεροι κλασικιστές ψεύδονταν, ή ήταν ρατσιστές, ενώ δεν ήταν, αλλά επιπλέον υπονοούσε ότι οι αρχαίοι Έλληνες δεν αξίζουν τον θαυμασμό για τα ίδια τους τα επιτεύγματα. Η ίδια η Λέφκοβιτς όχι μόνο δέχτηκε προσωπικές επιθέσεις που την παρουσίαζαν ως ρατσίστρια εναντίον όλων των μαύρων για τις ιστορικές της απόψεις αλλά αναγκάστηκε να οδηγηθεί και στα δικαστήρια για να μπορέσει να δικαιωθεί προσωπικά για όλες αυτές τις επιθέσεις. Όπως αναφέρει η ίδια, «ο υποτιμητικός χαρακτηρισμός αποτελεί πάντοτε χρήσιμη στρατηγική όταν τα δεδομένα δεν στηρίζουν τα επιχειρήματα σου».

Για τους Έλληνες ιστορικούς κλασικών σπουδών η αρχαία ελληνική ιστορία δεν αποτελεί μόνο επάγγελμα ή και επιστήμη αλλά και πολιτισμική μνήμη, εθνική ταυτότητα. Κι όμως, κανένας από αυτούς δεν θεωρείσαι σκόπιμο να αντικρούσει την ανακριβή αυτή επιστημονική έρευνα. Δεν θεωρείσαι ηθική του ανάγκη να ακουσθούν οι απόψεις του.

Οι Έλληνες ιστορικοί κλασικών σπουδών δεν βρήκαν σκόπιμο, αλλά ούτε και αισθάνθηκαν την ηθική ανάγκη να αντικρούσουν και τις προσβολές οπαδών του κινήματος πολιτικής ορθότητας  που πρόσφατα έβγαλαν σεξιστή τον Όμηρο και έκαναν τον Αχιλλέα μαύρο. Πολλώ δε μάλλον να καταγγείλουν το Πανεπιστήμιο του Πρίνστον το οποίο αποφασίζει να διαγράψει τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά από το πρόγραμμά του, καθώς μια πολύ μικρή μειοψηφία αρνητών αυτών των γλωσσών, τις διώκουν ως φέρουσες «συστημικό ρατσισμό».

Μερίδα δε ελλήνων ιστορικών έχουν επιδοθεί τελευταία να καταρρίψουν και το αφήγημα του 1821. Δικτάτορα αποκαλούν τον Καποδίστρια, παραλήρημα μας λένε έπαθε ο Μακρυγιάννης, ύποπτος ο Καραϊσκάκης, υπαίτιος και για τους δύο εμφυλίους ο Κολοκοτρώνης,  και άλλα παρόμοια.

Έστω και ετεροχρονισμένα, οφείλουμε ως Έλληνες ένα τεράστιο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ στην Μαίρη Λέφκοβιτς που θεώρησε τόσο επαγγελματικό της καθήκον όσο και ηθική της ανάγκη να υπερασπιστεί, με κάθε κόστος, την ιστορική αλήθεια. Για την εγχώρια καθεστηκυία τάξη συννεφοπετούμενων και μεταμοντέρνων ιστορικών τι να πω… Ειλικρινά λυπάμαι τόσο για την σταθερή αδιαφορία του επαγγελματικού και ηθικού τους καθήκοντος όσο και για το γεγονός που το ελληνικό κράτος, δηλαδή ο έλληνας φορολογούμενος, συνεχίζει να τους συντηρεί. Πολιτική ορθότητα βλέπεις…