Η πρώτη σουηδική έρευνα, που ανέλυσε σε βάθος επταετίας στοιχεία για 457.000 ασθενείς με διαβήτη τύπου 2, συγκριτικά με 2,23 εκατομμύρια ανθρώπους χωρίς διαβήτη, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι διαβητικοί αντιμετωπίζουν 20% μεγαλύτερο κίνδυνο για καρκίνο του παχέος εντέρου και 5% για καρκίνο του μαστού.
Η νέα μελέτη δείχνει ότι ο διαβήτης συνδέεται με τουλάχιστον 11 καρκίνους. Για τους σπανιότερους καρκίνους, η πιθανότητα εκδήλωσης στους διαβητικούς είναι πιο αυξημένη: ήπατος κατά 231%, παγκρέατος 119%, πέους 56%, νεφρών 45%, στομάχου 21% κ.α.
Επίσης, όσοι διαβητικοί έχουν διαγνωσθεί ήδη με καρκίνο, έχουν 25% μεγαλύτερη πιθανότητα να πεθάνουν από καρκίνο του μαστού και 29% από τον καρκίνο του προστάτη, σε σχέση με τους μη διαβητικούς καρκινοπαθείς. Όμως παρά την αύξηση του σχετικού κινδύνου, ο απόλυτος κίνδυνος για ένα διαβητικό να γίνει καρκινοπαθής παραμένει μικρός, τόνισαν οι ερευνητές.
Περισσότεροι από 415 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν με διαβήτη παγκοσμίως (περίπου ένας στους 11 ενηλίκους κατοίκους του πλανήτη), αριθμός που αναμένεται να αυξηθεί στα 642 εκατομμύρια έως το 2040. Ο διαβήτης και ο καρκίνος μοιράζονται μερικούς κοινούς παράγοντες κινδύνου, όπως η παχυσαρκία, το κάπνισμα και η κακή διατροφή. Ο καρκίνος είναι η δεύτερη συχνότερη αιτία θανάτου για τους διαβητικούς μετά τους καρδιαγγειακούς θανάτους.
Η δεύτερη βρετανική μελέτη από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ ανέλυσε σε βάθος επίσης επταετίας στοιχεία για σχεδόν 177.000 άτομα με διαβήτη τύπου 2 και με μέση ηλικία 60 ετών, καθώς επίσης, για λόγους σύγκρισης, για 853.000 υγιείς.
Οι ερευνητές κατέληξαν στη διαπίστωση ότι οι παχύσαρκοι και υπέρβαροι ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 κινδυνεύουν περισσότερο να εμφανίσουν καρκίνο και να πεθάνουν πρόωρα. Ο κίνδυνος αφορά κυρίως τους καρκίνους του εντέρου, των νεφρών, του παγκρέατος, του μαστού και του ενδομητρίου.
Η παχυσαρκία είναι γνωστό ότι αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου από αρκετούς καρκίνους, αλλά οι ερευνητές επεσήμαναν ότι οι διαβητικοί δεν κινδυνεύουν μόνο από καρκίνους που σχετίζονται με την παχυσαρκία, αλλά και από άλλους.
Οι πολύ παχύσαρκες γυναίκες (με δείκτη μάζας σώματος άνω του 35) που έχουν διαβήτη τύπου 2, έχουν υπερτετραπλάσιο κίνδυνο πρόωρου θανάτου από καρκίνο της μήτρας.
Μια τρίτη δανική μελέτη, που έγινε σε 109.200 ανθρώπους άνω των 40 ετών και παρουσιάσθηκε επίσης στο συνέδριο του Βερολίνου, βρήκε ότι ο διαβήτης σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο κατά 33% για εμφάνιση οστεοαρθρίτιδας, κατά 70% ρευματοειδούς αρθρίτιδας και κατά 29% οστεοπόρωσης.
Επίσης, οι διαβητικοί είναι 27% πιθανότερο να αναφέρουν χρόνιους πόνους στη μέση τους και 29% στους ώμους και στο λαιμό τους, σε σχέση με τους μη διαβητικούς. Όσο περισσότερο ασκείται και γενικότερα είναι σωματικά δραστήριος ένας διαβητικός, τόσο μειώνεται ο κίνδυνος για τέτοιους πόνους στο σώμα του. Από αρθρίτιδα πάσχουν περίπου 350 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως.
Τέλος, μια τέταρτη βρετανο-σουηδική έρευνα από επιστήμονες των πανεπιστημίων του Νταντί και της Ουψάλα, που μελέτησε στοιχεία για 6.215 άτομα με διαβήτη τύπου 2, συμπέρανε ότι ορισμένοι παράγοντες επηρεάζουν το πόσο γρήγορα θα εξελιχθεί η πάθηση (ο ρυθμός εξέλιξης του διαβήτη διαφέρει μεταξύ των ασθενών).
Στην ομάδα ταχύτερης επιδείνωσης ανήκουν όσοι είχαν διάγνωση διαβήτη σε νεαρή ηλικία, όσοι είναι παχύσαρκοι, όσοι έχουν μεγαλύτερη αναλογία γοφών-μέσης, όσοι παίρνουν επί χρόνια φάρμακα για μείωση της χοληστερίνης (στατίνες κ.α.) και εκείνοι με οικογενειακό ιστορικό διαβήτη τύπου 2 από την πλευρά της μητέρας (αλλά όχι του πατέρα ή των αδελφών).