Ευρωζώνη: Αποσυνδέονται οι τράπεζες από την ευρωπαϊκή αγορά κρατικών ομολόγων

425
Κομισιόν

Η σύνδεση των κρατικών ομολόγων και των τραπεζών που έχει καταστήσει τον ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό κλάδο, ευάλωτο στα μαζικά sell-offs χρέους, έχει αποδυναμωθεί τα τελευταία χρόνια, χάρη στο σχέδιο αγοράς περιουσιακών στοιχείων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σύμφωνα με νέα μελέτη.

Αυτός ο λεγόμενος «καταστροφικός βρόχος» που σημαίνει μια αύξηση του κρατικού κόστους δανεισμού, θέτει σε κίνδυνο τις τράπεζες μιας χώρας, επειδή συχνά διακρατούν σημαντικό μέρος του χρέους αυτού. Τέτοιοι φόβοι εμφανίσθηκαν κατά την κρίση χρέους της Ευρώπης το 2011 και πιο πρόσφατα εν μέσω του πανικού της αγοράς που προκλήθηκε από τον κορωνοϊό τον Μάρτιο.

Ωστόσο, μια σύνοψη της μελέτης του Άντζελο Ρανάλντο, καθηγητή οικονομικών και συστημικού κινδύνου στο πανεπιστήμιο του Σαιντ Γκάλεν και του Γιενς Έισενσχμιντ, οικονομολόγου για τη στρατηγική νομισματικής πολιτικής στην ΕΚΤ, υποδηλώνει ότι αυτός ο σύνδεσμος έχει εξασθενίσει ως αποτέλεσμα των αγορών περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ.

Η μελέτη, η οποία δεν είναι ακόμη διαθέσιμη στο κοινό, εξέτασε τα spreads credit default swap (CDS) για τις κυβερνήσεις και τις τράπεζες το διάστημα μεταξύ Ιανουαρίου 2014 και Δεκεμβρίου 2016. Κατέληξε ότι η «συνεργασία» μεταξύ των δύο πιστωτικών κινδύνων είχε μειωθεί κατά σχεδόν 80 % από τότε που η ΕΚΤ ξεκίνησε την ποσοτική χαλάρωση το 2015.

Πριν από το QE, «ο δημοσιονομικός δεσμός με τις τράπεζες ήταν ιδιαίτερα ισχυρός στην περιφέρεια της Ευρωζώνης (Ελλάδα, Ιταλία, Ιρλανδία, Πορτογαλία και Ισπανία), από ότι στον πυρήνα», δήλωσε ο Ρανάλντο στο Reuters, αναφερόμενος στη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ολλανδία.

«Μετά το πρόγραμμα εξαγορών ο δεσμός στην περιφέρεια της Ευρωζώνης μειώθηκε σημαντικά, υποδηλώνοντας ότι το QE άμβλυνε αυτό το πρόβλημα ακριβώς σε αυτήν την περιοχή».

Η ανησυχία επικεντρώθηκε κυρίως στις ιταλικές τράπεζες, οι οποίες κατέχουν περί του 20% του 2,1 τρισ. ευρώ του εκκρεμούς δημόσιου χρέους. Οποιαδήποτε απότομη άνοδος των αποδόσεων, όπως τον Μάρτιο, επιβαρύνει στους ισολογισμούς των τραπεζών, τις μετοχές και τα CDS τους.

Το χάος του Μαρτίου αντιμετωπίσθηκε από την ΕΚΤ που εισήγαγε ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης αγοράς ομολόγων, το οποίο εξετάζει να αυξήσει τον Δεκέμβριο. Τα προγράμματα στήριξης της ΕΚΤ ύψους 3,5 τρισ. ευρώ, την έχουν φέρει να κατέχει σχεδόν το 25% της ιταλικής αγοράς ομολόγων -ένα μερίδιο που συνεχίζει να αυξάνεται.

Η έρευνα ανέφερε ότι το QE -που συγκρατεί το κόστος δανεισμού- μετρίασε τυχόν ανησυχίες για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα που προκαλούνται από τις υψηλότερες δαπάνες προϋπολογισμού. Έτσι ενδεχομένως «να ανακουφίσει τον διαβολικό βρόχο μεταξύ του κρατικού και του τραπεζικού πιστωτικού κινδύνου».

«Τα αποτελέσματά μας υπογραμμίζουν τη σημασία των αγορών κρατικών ομολόγων ευρείας κλίμακας για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα, ιδίως κατά τη διάρκεια κρίσεων», καταλήγει η έκθεση.