FinCEN Files: Ο Έλληνας καθηγητής που βοήθησε το Ιράν να σπάσει το εμπάργκο – Η δίκη Ρέστη στις ΗΠΑ και η εμπλοκή πρώην κατασκόπων CIA και Μοσάντ

335

Στις 14 Μαρτίου 2013, το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ εξέδωσε ανακοίνωση με τίτλο «Δράση προσδιορίζει άτομα, εταιρείες και σκάφη με σκοπό την απόκρυψη πωλήσεων πετρελαίου του Ιράν». Ο όρος «δράση» δεν διευκρινιζόταν περαιτέρω. Αυτό που διευκρινιζόταν ήταν ότι επιβάλλονταν κυρώσεις σε έναν Ελληνα επιχειρηματία, καθηγητή, τον Δρα Δημήτρη Κάμπη, «ο οποίος βοήθησε το Ιράν να αποφύγει τις διεθνείς κυρώσεις πετρελαίου», σύμφωνα με όσα ισχυρίζονταν οι ΗΠΑ.

Η ανακοίνωση έκανε λόγο για «εταιρείες-βιτρίνες» (front companies) που ο Δημήτρης Κάμπης φαίνεται να χρησιμοποίησε ώστε να αγοράσει πετρελαιοφόρα μέσω ιρανικών κεφαλαίων και να «μεταμφιέζει» την ιρανική προέλευση του πετρελαίου που μεταφέρεται σε αυτά τα πλοία.

«Ο Κάμπης και όλες οι εταιρείες που απαριθμούνται σήμερα, έχουν αναγνωριστεί ότι ενεργούν εξ ονόματος της κυβέρνησης του Ιράν και υπόκεινται σε κυρώσεις», αναφερόταν στην ανακοίνωση του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών.

Τα πετρελαιοφόρα που φέρεται να συνδέονταν με εταιρείες

Τα πετρελαιοφόρα που φέρεται να συνδέονταν με εταιρείες του Κάμπη είχαν αγοραστεί, σύμφωνα με τους Αμερικανούς, για λογαριασμό της κρατικής εταιρείας πετρελαιοφόρων του Ιράν, της NITC, και είχαν τη δυνατότητα να μεταφέρουν πετρέλαιο αξίας 200.000.000 δολαρίων ανά αποστολή.

Αλλη εταιρεία του Κάμπη, όπως προέκυπτε από τις κατηγορίες των Αμερικανών, είχε αναλάβει τη διαχείριση των πετρελαιοφόρων με σκοπό τη φόρτωσή τους με πετρέλαιο από την κρατική εταιρεία πετρελαίου του Ιράν, την NIOC.

Οι Αμερικανοί μιλούσαν για «μεταμφίεση» της προέλευσης του πετρελαίου μέσω μεταφορών από πλοίο σε πλοίο, έτσι ώστε να εισαχθεί στην παγκόσμια αγορά χωρίς να μπορεί να ανιχνευθεί ότι προερχόταν από το Ιράν.

«Τον Δεκέμβριο του 2012, για παράδειγμα, η NITC και η Impire (σ.σ. εταιρεία που φέρεται να συνδεόταν με τα πετρελαιοφόρα) ολοκλήρωσαν τη μεταφορά ιρανικού πετρελαίου από πλοίο σε πλοίο από την Khor Fakkah, στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα», ανέφερε στην ανακοίνωσή του το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών, σημειώνοντας ότι δύο άλλες εταιρείες-βιτρίνες του Ιράν πραγματοποίησαν πληρωμές άνω των 100.000.000 δολαρίων η κάθε μία προς την εταιρεία με τα πετρελαιοφόρα.

Οι 10 εταιρείες και η διεύθυνση στην Ελλάδα

Οι κυρώσεις που επέβαλαν οι ΗΠΑ -βάσει των οποίων απαγορεύεται σε αμερικανικές εταιρείες και Αμερικανούς πολίτες να έρχονται σε συναλλαγές με τις «τιμωρημένες» οντότητες- εκτός από τον Δημήτρη Κάμπη αφορούσαν 10 εταιρείες που συνδέονταν μαζί του με αναγραφόμενη διεύθυνση στην Ελλάδα και οκτώ πετρελαιοφόρα. Επιπλέον, κυρώσεις επιβλήθηκαν σε τέσσερις εταιρείες με διεύθυνση στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Τι δείχνουν τα στοιχεία των FinCEN Files

Οπως φαίνεται στα στοιχεία των FinCEN Files, η έρευνα των Αμερικανών είχε υπό συνεχή παρακολούθηση τις υπό έρευνα εταιρείες και είχε στείλει σχετικά αιτήματα σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που είχαν την υποχρέωση να υποβάλλουν αναφορές ύποπτης δραστηριότητας στο Δίκτυο Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (FinCEN) του υπουργείου Οικονομικών.

Οι ύποπτες αναφορές από τις τράπεζες

Η Bank of New York Mellon, μέσω της οποίας περνούσαν χρήματα από εταιρείες που καθ’ οιονδήποτε τρόπο συνδέονταν με τον Δημήτρη Κάμπη αλλά και άλλες εταιρείες που είχαν δοσοληψίες με αυτές, είχε εντοπίσει από την 1η Φεβρουαρίου 2013 έως τις 14 Μαρτίου 2013, όπως επισημαίνεται σε σχετική αναφορά ύποπτης δραστηριότητας, συναλλαγές ύψους άνω των 430.000.000 δολαρίων. Σημειώνεται ότι οι αναφορές ύποπτης δραστηριότητας (γνωστές και ως SARs-Suspicious Activity Reports) αντικατοπτρίζουν τις ανησυχίες των ελεγκτών εντός των τραπεζών και δεν αποτελούν απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία για παράνομη δραστηριότητα.

Αλλη αναφορά ύποπτης δραστηριότητας από την Bank of New York Mellon περιελάμβανε επιπλέον στοιχεία από την 1η Μαΐου 2012 έως και τις 26 Μαρτίου 2014. Σε αυτή εμφανίζονταν συναλλαγές εταιρειών που καθ’ οιονδήποτε τρόπο συνδέονται με τον Δημήτρη Κάμπη και άλλων εταιρειών που είχαν συναλλαγές μαζί τους. Οπως φαίνεται, εντοπίστηκαν 507 εμβάσματα με το ύψος τους να προσεγγίζει τα 110.000.000 δολάρια. Στη συγκεκριμένη περίπτωση καθίσταται σαφές ότι υπήρξαν συναλλαγές και μετά την επιβολή κυρώσεων από τις ΗΠΑ στις 14 Μαρτίου 2013, με εταιρείες όμως οι οποίες δεν φαίνεται να βρίσκονται εντός της αμερικανικής δικαιοδοσίας.

Σε άλλη αναφορά ύποπτης δραστηριότητας της Standard Chartered Bank, τον Σεπτέμβριο του 2013, έξι μήνες αφού είχαν επιβληθεί οι κυρώσεις, συμπεριλαμβάνονταν στοιχεία συναλλαγών για την περίοδο 1 Φεβρουαρίου-28 Ιουνίου 2013. Σε αυτή την περίπτωση είχαν εντοπιστεί 127 συναλλαγές, ύψους άνω των 60.000.000 δολαρίων για εταιρείες που καθ’ οιονδήποτε τρόπο συνδέονται με τον Δημήτρη Κάμπη και άλλων που είχαν δοσοληψίες με αυτές.

Οπως φαίνεται από τα FinCEN Files, οι αμερικανικές αρχές είχαν βάλει για τα καλά στο στόχαστρό τους οτιδήποτε είχε να κάνει με την οικονομική δραστηριότητα εταιρειών που συνδέονταν με τον Ελληνα επιχειρηματία για αρκετό καιρό μετά την επιβολή των κυρώσεων.

Η εμπλοκή των αμερικανικών αρχών

Τον Μάιο του 2013 νέα ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ κατονόμαζε νέα εταιρεία, η οποία φερόταν να έχει σύνδεση με τον Δημήτρη Κάμπη, εντάσσοντάς την και αυτή στη λίστα των κυρώσεων.

«Η Sambouk Shipping συνδέεται με τον Δρα Δημήτρη Κάμπη, ο οποίος, μαζί με ένα δίκτυο εταιρειών-βιτρίνα υποβλήθηκαν σε κυρώσεις τον Μάρτιο του 2013(…) Ο Δρ Κάμπης χρησιμοποιεί την προσφάτως συσταθείσα Sambouk Shipping για να διαχειριστεί οκτώ από τα πλοία που εκμεταλλεύεται για λογαριασμό της κρατικής εταιρείας πετρελαιοφόρων του Ιράν (NITC)», ανέφερε η ανακοίνωση της 9ης Μαΐου 2013. Εν τω μεταξύ, ο Δημήτρης Κάμπης είχε αρνηθεί τις συναλλαγές για λογαριασμό του Ιράν ή τη συμμετοχή των δεξαμενόπλοιών του στη φόρτωση ιρανικού πετρελαίου, σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters για την υπόθεση εκείνη την περίοδο.

Τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν ιδιαίτερα παράξενη τροπή μόλις τέσσερις ημέρες μετά την τελευταία ανακοίνωση του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών. Στις 13 Μαϊου 2013, η UANI, μία αμερικανική μη κυβερνητική, μη κερδοσκοπική οργάνωση κατά των πυρηνικών του Ιράν, έστειλε ανοικτή επιστολή στον εφοπλιστή Βίκτορα Ρέστη κάνοντας λόγο για «προφανείς επιχειρηματικές συναλλαγές» εταιρείας και –τότε- τράπεζάς του «με άτομα και ιρανικές πετρελαϊκές και ναυτιλιακές εταιρείες που υπόκεινται σε κυρώσεις». Η UANI ισχυριζόταν ότι ο εφοπλιστής είχε συναλλαγές με τον Δημήτρη Κάμπη και τον καλούσε να παύσει τις επιχειρηματικές σχέσεις με το Ιράν. Από την πλευρά του ο Βίκτωρ Ρέστης με δημόσια ανακοίνωση την επόμενη ημέρα αρνήθηκε κατηγορηματικά οποιαδήποτε συμμετοχή, συμφωνία ή συναλλαγή οποιουδήποτε είδους με τον Δημήτρη Κάμπη ή οποιαδήποτε άλλη οντότητα στην οποία έχουν επιβληθεί κυρώσεις. Ο ίδιος ο Δημήτρης Κάμπης επίσης αρνήθηκε οποιαδήποτε σχέση. Η συνέχεια δόθηκε στα δικαστήρια.

Η μήνυση από τον Ρέστη

Ο Έλληνας εφοπλιστής μήνυσε την UANI για δυσφήμιση σε ομοσπονδιακό δικαστήριο της Νέας Υόρκης αναφέροντας ότι οι ενέργειές της έβλαψαν τη φήμη και την υπόληψή του. Επρόκειτο, όπως όλα έδειχναν, για μία ιδιωτική διαφορά, μία από τις χιλιάδες υποθέσεις που δέχονται τα ομοσπονδιακά δικαστήρια των ΗΠΑ κάθε χρόνο. Λίγο καιρό αργότερα, τα πράγματα πήραν ακόμα πιο παράξενη τροπή: Τον Ιούλιο του 2014 επί προεδρίας Ομπάμα η κυβέρνηση των ΗΠΑ προσέφυγε στο δικαστήριο για να προστατεύσει πληροφορίες που ζητούσαν οι διάδικοι σε σχέση με τη UANI, υποστηρίζοντας ότι ενδέχεται να περιέχουν πληροφορίες που η κυβέρνηση δεν θέλει να αποκαλύψει – μία ιδιαίτερα ασυνήθιστη κίνηση που εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τις σχέσεις της μη κυβερνητικής οργάνωσης με την αμερικανική κυβέρνηση. Η πλευρά Ρέστη είχε βάλλει κατά της UANI υποστηρίζοντας ότι η συγκεκριμένη ομάδα χρηματοδοτείται από μη προσδιορίσιμα ξένα συμφέροντα. Τότε, το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ αιτήθηκε στο δικαστήριο να παγώσει προσωρινά η αποκάλυψη εγγράφων που σχετίζονταν με τους χρηματοδότες της UANI. Οι δικηγόροι της κυβέρνησης είχαν ισχυριστεί ότι πιθανώς «ορισμένες πληροφορίες» θα έθεταν σε κίνδυνο έρευνες, θα αποκάλυπταν τεχνικές διερεύνησης ή ακόμα και εμπιστευτικές πηγές, εάν απελευθερώνονταν.

Οι αμερικανικές και οι ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες

Τον Σεπτέμβριο του 2014 η αμερικανική κυβέρνηση παρενέβη εκ νέου στο δικαστήριο αιτούμενη να αρνηθεί να ακούσει τους ισχυρισμούς της πλευράς Ρέστη και να απορρίψει την αγωγή εναντίον της μη κυβερνητικής οργάνωσης με την αιτιολογία ότι διακυβεύονταν ζητήματα «εθνικής ασφάλειας».
Τελικά η οριστική απόφαση για τη διακοπή της δικαστικής διαμάχης πάρθηκε τον Μάρτιο του 2015, εν μέσω εντελώς μυστικών διαδικασιών μεταξύ του δικαστηρίου και της αμερικανικής κυβέρνησης, χωρίς την παρουσία των δικηγόρων των διαδίκων, λόγω των «κρατικών μυστικών» που θα αποκαλύπτονταν αν προχωρούσε η υπόθεση. Στα μέλη της UANI, που είχε κερδίσει μία πρωτόγνωρη «ασυλία» λογοδοσίας λόγω αυτής της απόφασης, περιλαμβάνονταν ανάμεσα σε άλλους ο Φραν Τάουνσεντ, σύμβουλος ομοσπονδιακής ασφαλείας επί Μπους νεότερου, ο Τζέιμς Γούλσεϊ, πρώην διευθυντής της CIA, και ο Μέιρ Ντάγκαν, πρώην διευθυντής των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών, της Μοσάντ. Ένας από τους συμβούλους της UANI ήταν ο Όλι Χέινονεν, ο οποίος την περίοδο που έβγαινε η απόφαση του δικαστηρίου για την απόρριψη της εκδίκασης της υπόθεσης, είχε συνυπογράψει άρθρο με τον πρώην διευθυντή της CIA και της NSA Μάικλ Χέιντεν όπου αναφερόταν ότι η αντιμετώπιση της Ουάσινγκτον στην Τεχεράνη είναι πολύ ήπια.

Τα «κρατικά μυστικά» και η «εθνική ασφάλεια» των ΗΠΑ

Τέτοιου είδους παρέμβαση από την αμερικανική κυβέρνηση, δηλαδή να αιτείται την απόρριψη εκδίκασης μίας υπόθεσης χωρίς καν να είναι άμεσα ή εμφανώς έμμεσα εμπλεκόμενη, δεν είχε ξανασυμβεί έως τότε. Το «προνόμιο των κρατικών μυστικών» χρησιμοποιούνταν σε υποθέσεις στις οποίες κατηγορούνταν ευθέως η αμερικανική κυβέρνηση, όπως για παράδειγμα στην υπόθεση των βασανιστηρίων ή σε υποθέσεις παρακολούθησης χωρίς ένταλμα. Σε ελάχιστες περιπτώσεις, είχε προβάλει το θέμα των «κρατικών μυστικών» σε αγωγές μεταξύ ιδιωτών, αλλά μόνο όταν το αντικείμενο της διαφοράς ήταν κάποιο κυβερνητικό πρόγραμμα και ένα από τα μέρη της δικαστικής διαμάχης ήταν ο ανάδοχος που συμμετέχει σε αυτό το πρόγραμμα. Μία τέτοια περίπτωση ήταν αυτή των θυμάτων βασανιστηρίων που μήνυσαν θυγατρική της Boeing για το ρόλο της στην παροχή αεροπλάνων για τη μεταφορά τους στους τόπους των βασανιστηρίων. Όμως, στην περίπτωση της UANI δεν υπήρχε ούτε άμεση σχέση της αμερικανικής κυβέρνησης με την μη κυβερνητική οργάνωση, ούτε κάποιο κυβερνητικό πρόγραμμα. Οπότε προς τι η παρέμβαση για τα «κρατικά μυστικά» και την «εθνική ασφάλεια»; Σύμφωνα με όσα ισχυριζόταν η μη κυβερνητική οργάνωση φαινόταν ότι πρόκειται για μία «μη κερδοσκοπική, μη κομματική ομάδα υπεράσπισης» που επιδιώκει να «εκπαιδεύσει» το κοινό σχετικά με τους κινδύνους του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Αυτό βέβαια δεν αιτιολογεί γιατί μπορεί να έχει στην κατοχή της «κρατικά μυστικά» των ΗΠΑ. Μήπως όμως έτσι μπορεί να διευκρινίζεται ο όρος «δράση» που παρέμενε αδιευκρίνιστος στην ανακοίνωση των κυρώσεων που επιβλήθηκαν κατά του Δημήτρη Κάμπη; Μήπως τελικά η UANI ήταν ένας μακρύς βραχίονας των αμερικανικών και των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών; Το τελευταίο ερώτημα δεν απαντήθηκε ποτέ καθώς η εκδίκαση της υπόθεσης δεν προχώρησε λόγω των «κρατικών μυστικών» που ενδεχομένως να αποκαλύπτονταν.

Η σύλληψη και η αθώωση Κάμπη στο Ιράν

Μερικούς μήνες μετά, τον Ιανουάριο του 2016, το όνομα του Δημήτρη Κάμπη διαγράφηκε από τη λίστα των κυρώσεων των ΗΠΑ. Στα έγγραφα της FinCEN που διέρρευσαν δεν φαίνεται κάποια συναλλαγή μεταξύ εταιρειών συμφερόντων του Βίκτορα Ρέστη με αυτές που συνδέονταν με τον Δημήτρη Κάμπη.

Ήδη από το καλοκαίρι του 2015 ο τελευταίος είχε μεταβεί στο Ιράν για να παραστεί σε δίκη με την κρατική εταιρεία πετρελαιοφόρων NITC. Κατά την προσέλευσή του συνελήφθη με την κατηγορία ότι προκάλεσε ζημία εκατομμυρίων στο δημόσιο επειδή πούλησε τρία πετρελαιοφόρα, όμως στη δίκη που ακολούθησε το Ανώτατο Επαναστατικό Δικαστήριο του Ιράν τον αθώωσε και καταδίκασε κρατικούς λειτουργούς που είχαν προχωρήσει σε παράνομες ενέργειες εναντίον του. Ο Δημήτρης Κάμπης είχε προσκομίσει τη συμφωνία που είχε υπογραφεί στην πρεσβεία του Ιράν στην Αθήνα για την εκποίηση των πλοίων και μέσω καταγγελιών του έγινε γνωστό ότι δεχόταν απειλές κατά της ζωής του από «παρακρατικά στοιχεία». Εν τω μεταξύ, του είχαν αφαιρέσει το διαβατήριο και ο ίδιος είχε καταφύγει στην ελληνική πρεσβεία στην Τεχεράνη, απ’ όπου, με τη βοήθεια των ελληνικών αρχών, επέστρεψε στην Αθήνα στα τέλη του 2016.

Το iefimerida.gr προσπάθησε επανειλημμένα να έρθει σε επικοινωνία με τον Δημήτρη Κάμπη ώστε να του θέσει ερωτήματα για την υπόθεση, χωρίς επιτυχία.

Ποιοι συμμετέχουν στα FinCEN Files

Τα FinCEN Files, περιλαμβάνουν περισσότερες από 2.100 αναφορές ύποπτης δραστηριότητας που έχουν υποβληθεί από τράπεζες και άλλες χρηματοοικονομικές εταιρείες στο Δίκτυο Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων (Financial Crimes Enforcement Network – FinCEN) του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ. Η συγκεκριμένη υπηρεσία αποτελεί μια μονάδα πληροφοριών στην καρδιά του παγκόσμιου συστήματος για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

Το BuzzFeed News (www.buzzfeednews.com) έλαβε τα αρχεία και τα μοιράστηκε με τη Διεθνή Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ). Το ICIJ οργάνωσε και συντόνισε μια ομάδα περισσότερων από 400 δημοσιογράφων από 110 μέσα ενημέρωσης σε 88 χώρες για τη διερεύνηση του κόσμου των τραπεζών και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες

Ενδεικτικά στα μέσα ενημέρωσης που έλαβαν μέρος στα FinCEN Files περιλαμβάνονται:

BBC – Ηνωμένο Βασίλειο
LeMonde– Γαλλία
Sueddeutsche Zeitung, NDR – Γερμανία
L’Espresso – Ιταλία
El Confidencial – Ισπανία
Irish Times – Ιρλανδία
NBC, Miami Herald – ΗΠΑ
CBC/Radio Canada – Καναδάς
The Indian Express – Ινδία
Asahi Simbun – Ιαπωνία
OCCRP (Διεθνής δημοσιογραφική ομάδα για θέματα Οργανωμένου Εγκλήματος και Διαφθοράς)