Goldman Sachs: Ισχυρές οι προοπτικές ανάπτυξης για την Ελλάδα

383

H ενεργειακή κρίση που προκάλεσε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία θα καθυστερήσει αλλά δεν θα εκτροχιάσει την ενίσχυση της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, εκτιμά η Goldman Sachs, ενώ προβλέπει πως η πλήρης επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές και η επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας παραμένουν σε καλό δρόμο παρά τη γεωπολιτική κρίση.

Οπως σημειώνει η αμερικανική τράπεζα, όπως και άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η Ελλάδα αντιμετωπίζει εκτόξευση του πληθωρισμού λόγω των αυξανόμενων τιμών της ενέργειας, οι οποίες αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το ήμισυ της συνολικής αύξησης του πληθωρισμού από τις αρχές του 2022. Η πληθωριστική πίεση έχει οδηγήσει σε πρόσθετη δημοσιονομική παρέμβαση από την ελληνική κυβέρνηση για τη θωράκιση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών και τη στήριξη του ιδιωτικού τομέα.

Η Ελλάδα έχει βιώσει ένα επίμονο επενδυτικό κενό από την κρίση του δημόσιου χρέους και οι ιδιωτικές επενδύσεις ήταν ιδιαίτερα αδύναμες, τονίζει η Goldman Sachs, και έτσι η πρόσφατη άνοδος των τιμών της ενέργειας θέτει σημαντικές προκλήσεις στην έναρξη του επενδυτικού κύκλου στη χώρα, ο οποίος βασίζεται στην ανάκαμψη της παγκόσμιας ζήτησης για υπηρεσίες και τη στήριξη του Ταμείου Ανάκαμψης, η οποία ανέρχεται κοντά στο 17% του ελληνικού ΑΕΠ.

Ωστόσο, αν και η εισβολή στην Ουκρανία καθυστερεί εν μέρει τις κεφαλαιουχικές δαπάνες λόγω του αυξανόμενου ενεργειακού κόστους, το ελληνικό σχέδιο ανάκαμψης έχει πάρει διαφορετική κατεύθυνση από εκείνα άλλων κρατών-μελών της Ε.Ε. δεσμεύοντας ολόκληρο το μερίδιο των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης (σχεδόν 6,5% του ΑΕΠ του 2021) στη στήριξη του ιδιωτικού τομέα προκειμένου να αυξηθεί το μερίδιό του στις συνολικές επενδύσεις, παρατηρεί η τράπεζα. Ετσι, έπειτα και από την εκταμίευση της δόσης ύψους 3,6 δισ. ευρώ ή 2% του ΑΕΠ, η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε καλό δρόμο να διατηρήσει έναν σταθερό συνδυασμό πολιτικής στήριξης και δέσμευσης για την αντιμετώπιση των μακροπρόθεσμων μειονεκτημάτων της: την περιορισμένη συσσώρευση φυσικού κεφαλαίου και την αναντιστοιχία δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας.

Θετική εμφανίζεται η Goldman Sachs και για την πορεία του ελληνικού χρέους. Οπως επισημαίνει, ενώ οι τρέχουσες γεωπολιτικές εντάσεις καθυστερούν τα σχέδια της Ελλάδας για τόνωση της ανάπτυξης, η κυβέρνηση συνεχίζει την πορεία της πλήρους επιστροφής στις αγορές. Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας –στόχος που έχει τεθεί για το 2023– απαιτεί από το ελληνικό υπουργείο Οικονομικών να συνεχίσει να ανταλλάσσει ομόλογα με δάνεια από τα διάφορα προγράμματα οικονομικής βοήθειας – EFSF, ESM, GLF και, πιο πρόσφατα, το ΔΝΤ.

Η Goldman Sachs εξετάζει έτσι τις προοπτικές του ελληνικού χρέους με βάση την ανάπτυξη και την πορεία των αποδόσεων των ομολόγων, με ορίζοντα το 2030. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της, μία αύξηση της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης της Ελλάδας κατά 0,5%, μειώνει τον δείκτη χρέους προς ΑΕΠ το 2030 κατά 3%. Αντίθετα, μια αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης στις αποδόσεις του 10ετούς ελληνικού κρατικού ομολόγου αυξάνει τον δείκτη χρέους προς ΑΕΠ το 2030 κατά περίπου 1% μόνο, χάρη στα προγράμματα διάσωσης.

Οπως καταλήγει η αμερικανική τράπεζα, η ανοδική δυναμική της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και ο περιορισμένος κίνδυνος στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων δημιουργούν ισχυρές προοπτικές για την Ελλάδα και υποδηλώνουν ότι, παρά τις τρέχουσες γεωπολιτικές εντάσεις, η πλήρης επιστροφή του ελληνικού Δημοσίου στις διεθνείς αγορές κρατικού χρέους παραμένει σε καλό δρόμο.

Πηγή: kathimerini.gr