Η τραγωδία της Ελλάδας βρίσκεται στην απώλεια ενός μεγάλου οράματος

1524

Γράφει ο Γιάννης Κίτσος.

 

Ένας από τους μεγάλους συγγραφείς του μεσοπολέμου, ο Χένρι Μίλερ, που έτυχε να περάσει από την Ελλάδα το 1939, στο οδοιπορικό του στην χώρα αφιερώνει το Ο Κολοσσός του Μαρουσιού,  γράφοντας εκεί τα ακόλουθα: «… Η τραγωδία της Ελλάδας δεν βρίσκεται στην καταστροφή ενός μεγάλου πολιτισμού αλλά στην απώλεια ενός μεγάλου οράματος. Είναι λάθος να λέμε ότι οι Έλληνες εξανθρώπισαν τους θεούς. Συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Οι θεοί εξανθρώπισαν τους Έλληνες. Υπήρξε μια στιγμή που φάνηκε ότι ο άνθρωπος είχε πιάσει την πραγματική σημασία της ζωής, μια άπνοη στιγμή, όταν η μοίρα ολόκληρης της ανθρωπότητας κινδύνευε. Η στιγμή χάθηκε στην πυρκαγιά της δύναμης που τύλιξε τους μεθυσμένους Έλληνες. Έκαναν μυθολογία μια πραγματικότητα που ήταν πολύ μεγάλη για την ανθρώπινη αντίληψη. Ξεχνάμε, μαγεμένοι από το μύθο, ότι αυτός γεννήθηκε από την πραγματικότητα και ότι βασικά δεν είναι καθόλου διαφορετικός από οποιαδήποτε άλλη μορφή δημιουργίας, εκτός από το ότι έχει να κάνει με το εφήμερο της ζωής. Και εμείς επίσης κατασκευάζουμε μύθους, χωρίς ίσως να το συνειδητοποιούμε. Όμως, στους μύθους μας δεν υπάρχει χώρος για τους θεούς. Χτίζουμε έναν αφηρημένο, απανθρωποιημένο κόσμο από τις στάχτες ενός απατηλού υλισμού…».

Συνηθίζω, από παιδί, να περνάω τα καλοκαίρια μου κυρίως στην οικογενειακή εξοχική μας κατοικία στην Μεσσηνία. Παρόλα αυτά όταν θα αποφασίσω να πάω και κάπου αλλού στην Ελλάδα, που σημαίνει ότι θα πρέπει να διανυχτερεύσω σε κάποιο κατάλυμα, τις περισσότερες φορές αισθάνομαι αυτό το οποίο γράφει παραπάνω ο Μίλερ. Αν εξαιρέσει κανείς τα ξενοδοχεία πολυτελείας, στα οποία έχουν επενδύσει σοβαροί επιχειρηματίες, τα διαχειρίζονται έμπειροι επαγγελματίες στον χώρο, διαθέτουν όραμα, έχουν κάνει σημαντικά άλματα την τελευταία δεκαετία και προσφέρει σημαντική υπεραξία στην χώρα, αλλά απευθύνονται σε ανώτερα εισοδήματα, η υπόλοιπη αγορά, στο μεγαλύτερο κομμάτι της, έχει, αυτό που γράφει ο Μίλερ, «…χτίσει έναν αφηρημένο, απανθρωποιημένο κόσμο από τις στάχτες ενός απατηλού υλισμού…».

Αυτό το διαπιστώνει κανείς έντονα κατά τον μήνα Αύγουστο, όταν οι πληρότητες και τιμές δωματίων είναι στα ύψη, όπου μέχρι και κοτέτσια με την προσθήκη μιας φτηνής smart LED HD τηλεόρασης, ίδιας ποιότητας κλιματιστικού και ενδεχομένως ενός ψυγείου και μιας καφετιέρας, άνευ παροχής πρωινού και μια μερικής απασχόλησης καθαρίστρια, μισθώνεται στην τιμή ενός εκτός εποχικότητας – off season – ή και όχι δωματίου πολυτελείας. Ο νόμος προσφοράς και ζήτησης μπορεί να δικαιολογεί μια τέτοια τιμή. Σε καμία περίπτωση, όμως, η παροχή υπηρεσιών.

Το αποτέλεσμα είναι ότι ο πελάτης είτε δεν θα επιλέξει να ξαναγυρίσει στον συγκεκριμένο προορισμό εξαιτίας της χαμηλής ποιότητας παρεχόμενων υπηρεσιών σε σχέση με το κόστος, είτε αν θα επιλέξει να ξαναγυρίσει θα το κάνει εκτός εποχικότητας όπου εκεί φυσικά θα μπορεί να βρει κατάλυμα που το κόστος του να ανταποκρίνεται στην ποιότητα παρεχομένων υπηρεσιών. Φυσικά, και δεν θα επιλέξει να ξαναπατήσει το πόδι του σε αυτόν που εκμεταλλευόμενος την εποχικότητα του πούλησε κοτέτσι για βίλα. Για να είμαστε ειλικρινείς, ανεξάρτητα από την ομορφιά του προορισμού ή και της παροχής καλύτερων υπηρεσιών εκτός καταλύματος π.χ. εστίαση, ο πελάτης που θα πληρώσει κοτέτσι για βίλα, πάρα πολύ δύσκολα θα αποφασίσει να τον επισκεφτεί ξανά, ακόμα και σε περίοδο μη εποχικότητας και σε άλλο κατάλυμα.

Μαζί με τα κοτέτσια για καταλύματα, το ίδιο μπορεί να πει κανείς και για αντίστοιχες περιπτώσεις στην εστίαση. Όταν ο πελάτης πληρώσει γκοτζίλα για φιλέτο κρέατος, χαλασμένη από την πολυετή χρήση ξαπλώστρα για καναπέ πολυτελείας και εισιτήριο στο Δημητρούλα – από τα παλαιότερα και πιο εμβληματικά σαπιοκάραβα – για κότερο, όσο όμορφος κι αν είναι ο προορισμός και πάλι δεν θα πατήσει ξανά το πόδι του.

Το κυρίαρχο διαρθρωτικό πρόβλημα για τον ελληνικό τουρισμό δεν είναι μόνο η υψηλή εποχικότητα, αλλά και η έλλειψη οράματος και επαγγελματισμού εκείνων που προσπαθώντας να την εκμεταλλευτούν – την εποχικότητα -, να κερδοσκοπήσουν πάνω της, καταστρέφουν όλη την υπόλοιπη αγορά. Ίσα ίσα η πραγματικότητα αυτή αφενός συντηρεί την εποχικότητα και αποτρέπει μαζί με την επιμήκυνση του τουριστικού έτους και την κυκλικότητα των πελατών. Η δε περίοδος της πανδημίας έχει κάνει ακόμα εντονότερη αυτή την θλιβερή παθογένεια και πρόβλημα.

Ο τουριστικός κλάδος αποδείχτηκε λανθασμένη επιλογή για την αντιμετώπιση της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτισμικής περιθωριοποίησης της πλειοψηφίας των περιοχών της αποβιομηχανοποιημένης και αποαγροτικοποιημένης επαρχίας. Το ότι δεν είναι πλέον επικερδές ή είναι πιο επίπονο να συνεχίσω να είμαι αγρότης και επειδή κληρονόμησα ένα κτήμα στην Καλαμάτα και αποφάσισα να κάνω ταβέρνα δεν με κάνει εστιάτορα. Το ότι δεν είναι πλέον επικερδές ή είναι πιο επίπονο να είμαι κτηνοτρόφος, διαθέτω ένα κοτέτσι στα Σύβοτα και αποφάσισα να το μετατρέψω σε κατάλυμα δεν με κάνει ξενοδόχο.

Η οικονομική κρίση και η πανδημία απέδειξαν ότι ο τουριστικός κλάδος απέτυχε να δημιουργήσει και ένα πλαίσιο ασφαλείας και αξιοπρέπειας των νέων, με προοπτικές κοινωνικής κινητικότητας, εργασιακής ασφάλειας και διαγενεακής δικαιοσύνης. Ο νέος στην μεγάλη πλειοψηφία του που αποφασίζει να εργαστεί εποχικά στον τουρισμό, μπορεί να καλύπτει το χαρτζιλίκι του αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι σε θέση να ζήσει στοιχειωδώς από την εργασία αυτή, πολλώ δε μάλλον με αξιοπρέπεια.

Το γράψαμε και πάλι πριν από ένα έτος περίπου. Τόσο για το καλό του ίδιου του τουρισμού όσο και για την ελληνική οικονομία στο σύνολο της, οφείλουμε να αναπροσαρμόσουμε άμεσα το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας. Σαφώς και ο τουρισμός θα συνεχίσει να κατέχει στρατηγική θέση σε αυτό, αλλά όχι μόνο ο τουρισμός και φυσικά όχι ο μαζικός. Η χώρα πρέπει να στοχεύσει στρατηγικά και στον τομέα αγροτικής ανάπτυξης, στον τομέα ενέργειας και περιβαλλοντικής βιομηχανίας, στον τομέα έρευνας και τεχνολογίας, στον τομέα διαμετακομιστικού εμπορίου (Logistics), στον τομέα βιομηχανίας φαρμάκων και φυσικά στον τομέα ναυτιλίας και μεταφορών. Μέσα από την στήριξη νεοφυών επιχειρήσεων και όχι επιχειρήσεων ανάγκης θα πρέπει, πέραν της νέας γενιάς, να αναδειχθεί και νέο ήθος και ύφος επιχειρηματιών.

Η δυναμική αυτή θα συμπαρασύρει και τους μη στρατηγικούς τομείς της χώρας όπως ο κατασκευαστικός, της βιομηχανίας μετάλλων και δομικών υλικών, των εμπορεύσιμων υπηρεσιών (εμπόριο, λιανεμπόριο, διαφήμιση, τεχνικές συμβουλευτικές υπηρεσίες, ιδιωτική ιατρική κλπ), της πολιτιστικής μας κληρονομιά, της εστίασης κ.α..

Ο Χένρι Μίλερ κλείνει το οδοιπορικό του στην χώρα αισιόδοξα. «… Ύστερα από 20 χρόνια», γράφει, «η Ελλάδα θα είναι αγνώριστη. Προσαρμόζεται στους καιρούς με σχεδόν γιαπωνέζικη σπουδή. Οι νησιώτες πάντα προσαρμόζονται. Ο ορεσίβιος είναι αυτός που παραμένει συντηρητικός…». Η σημερινή Ελλάδα σίγουρα μετά από 20 χρόνια θα είναι αγνώριστη και σίγουρα θα παραμείνει νησιωτική. Το αν θα καταφέρει να προσαρμοστεί στους καιρούς θα το δείξει η απώλεια ή μη ενός μεγάλου οράματος…