Λυδία Σέρβου για Δήμο Μούτση: «Αν μου καθόσουν απόψε, αύριο θα είχες συμβόλαιο με δισκογραφική»

602

Στο πλατό της εκπομπής Tik Talk και στον Αντώνη Σρόιτερ  βρέθηκε χθες η Λυδία Σέρβου, όπου περιέγραψε όλα όσα έζησε στο σπίτι του μουσικοσυνθέτη πριν από 28 χρόνια, ενώ αποκάλυψε ότι υπάρχουν πολλές γυναίκες που έπεσαν θύματα του συγκεκριμένου άνδρα ο οποίος, όπως είπε, ακόμη και σε μεγάλη ηλικία παρενοχλούσε σεξουαλικά.

Η Λυδία Σέρβου, χωρίς να αναφερθεί στο όνομα του μουσικοσυνθέτη στη συνέντευξή της, εξήγησε αρχικά πως πήρε την απόφαση να αποκαλύψει τη σεξουαλική παρενόχληση που υπέστη σε ηλικία 15 ετών. «Βλέποντας τις υποθέσεις με την Ζέτα Δούκα και τη Σοφία Μπεκατώρου, συζήτησα με τη γιατρό μου για το εάν έπρεπε να βγω να μιλήσω και είπαμε στην αρχή ότι ίσως δεν θα έπρεπε. Αλλά βλέποντας τις υποθέσεις που έβγαιναν η μια μετά την άλλη μετά τα όσα είπε η Ζέτα Δούκα, αλλά και νωρίτερα η Σοφία Μπεκατώρου και ακούγοντας και άλλες γυναίκες να καταγγέλλουν, πνιγόμουν».

Με ανάρτησή της στο facebook αρχικά εξιστορούσε τι της είχε συμβεί. Χθες στο Tik Talk περιέγραψε πώς έγινε η πρώτη γνωριμία με τον μουσικοσυνθέτη. «Ήμουν 15 ετών, ο πατέρας μου είναι ιερέας και τότε ήταν ιερέας στην Αγία Μαρίνα στο Θησείο, όπου εκεί υπάρχει ένας αρχαιολογικός χώρος. Εκεί βρισκόταν και αυτός ο καλλιτέχνης και συζητούσαν με τον πατέρα μου για τον χώρο αυτό, για το πώς θα μπορούσε να γίνει μια συναυλία. Εγώ ήθελα να γίνω τραγουδίστρια και αυτός δέχθηκε να με δει για να μας πει μια γνώμη. Ο πατέρας μου ήρθε σπίτι με το τηλέφωνό του και μου είπε να τον καλέσουμε για να πάρουμε μια γνώμη για το εάν αξίζει να ασχοληθώ. Του τηλεφώνησα και έγινε μια πρώτη συνάντηση στο σπίτι που ζούσε με τη σύζυγό του. Ήταν απόγευμα και η συνάντηση κράτησε λιγότερο από μια ώρα. Εκεί με ρώτησε τη μουσική ακούω και ποια τραγούδια μου αρέσουν. Ήταν ευγενέστατος αλλά μου είπε ότι ήθελε να με ακούσει στο στούντιο».

«Αφού κανονίσαμε τη συνάντηση πήγα σε αυτό το σπίτι που νόμιζα ότι ήταν στούντιο. Ήταν από αυτές τις παλιές μονοκατοικίες και είχε στο κουδούνι το όνομα της οικογένειας του. Χτυπάω το κουδούνι και με υποδέχτηκε με ένα τεράστιο χαμόγελο. Μόλις μπήκα κλείδωσε αμέσως και όταν του είπα ‘γιατί κλειδώσατε’ μου είπε ‘πάντα κλειδώνω’. Μπήκα σε ένα μεγάλο χώρο που μύριζε. Ήταν σκοτεινός, βρώμικος με τασάκια γεμάτα αποτσίγαρα, καβαλέτα ζωγραφικής, πιάνο, βιολί κιθάρα. Δεν μου άρεσε η μυρωδιά του σπιτιού αλλά από την άλλη έλεγα μέσα μου έχω έρθει στο σπίτι του. Με ρώτησε αν θέλω κάτι να πιω, του είπα νερό. Πήγε να φέρει νερό και εμφανίστηκε γυμνός. Άρπαξε να με φιλήσει. Ακόμη θυμάμαι τη μυρωδιά του τσιγάρου στο στόμα του. Τον έσπρωξα και του λέω τι κάνετε. Του φώναζα και μου έλεγε ‘ό,τι και να κάνεις δεν θα σε ακούσει κανείς’. Του έλεγα ‘σεβαστείτε τον πατέρα μου τι είναι αυτό που πάτε να κάνετε’ και ξεκινήσαμε ένα κυνηγητό γύρω από κάποια έπιπλα. Ήθελε οπωσδήποτε να γίνει η πράξη και μου μιλούσε με φράσεις που δεν μπορώ να πω. Από το πολύ κλάμα και αφού κατάλαβε ότι δεν υπήρχε κάτι να κάνει, με άφησε σε μια γωνία να κάθομαι να κλαίω και εκείνος στάθηκε μπροστά από έναν καθρέφτη και αυτοικανοποιήθηκε. Μόλις τελείωσε μου λέει έλα τώρα να τραγουδήσεις γιατί χρωστάω μια απάντηση στον πατέρα σου».