Μήπως τελικά οι δίαιτες μας παχαίνουν;

343

Μήπως τα κιλά που χάνουμε με τη δίαιτα, επιστρέφουν με τόκο;

Ανατρέχοντας στο ιστορικό ενός ανθρώπου που αντιμετωπίζει κάποιο χρόνιο πρόβλημα βάρους και που κατά καιρούς έχει εφαρμόσει διάφορες δίαιτες, είναι πολύ πιθανό να καταλήξουμε στο «παράδοξο» συμπέρασμα ότι ορισμένες δίαιτες ή -καλύτερα- προγράμματα αδυνατίσματος (και πιστέψτε με δεν είναι λίγα…) τελικά παχαίνουν. Ας πάρουμε για παράδειγμα την περίπτωση της Χριστίνας, 45 ετών σήμερα, που επισκέφθηκε πριν από μερικούς μήνες το γραφείο μου και μου εξιστόρησε με λεπτομέρεια τον προσωπικό της Γολγοθά. Η Χριστίνα, λοιπόν, σε ηλικία μόλις 21 ετών εφάρμοσε την πρώτη της δίαιτα αδυνατίσματος, για να χάσει τότε 10 κιλά περίπου που την προβλημάτιζαν (ήταν 67 κιλά).

Πράγματι, μέσα σε μόλις 50 ημέρες και ύστερα από πολύ αυστηρή δίαιτα -όπως η ίδια τώρα πια αναγνωρίζει- έχασε τα κιλά που ήθελε επιστρέφοντας στο ιδανικό -κατά την προσδοκία της- βάρος των 57 κιλών. Η στέρηση όμως που είχε υποστεί κατά τη διάρκεια της εφαρμογής αυτού του αυστηρού προγράμματος αδυνατίσματος την οδήγησε στη σχετικά σύντομη ανάκτηση του χαμένου βάρους, με έξτρα τίμημα 4 κιλά παραπάνω από το αρχικό βάρος της. Τώρα, λοιπόν, η αγαπητή Χριστίνα, σε ηλικία 22 ετών, ζύγιζε 71 κιλά (67+4)… Μια ανάλογη πορεία συνεχίστηκε για τα επόμενα 23 χρόνια της ζωής της με αποτέλεσμα όταν με επισκέφθηκε και, ύστερα από 12 σημαντικές προσπάθειες απώλειας βάρους που είχε επιχειρήσει, να ζυγίζει 94 κιλά! Ουσιαστικά, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι έπειτα από 13 προσπάθειες αδυνατίσματος, η Χριστίνα μας το μόνο που κατάφερε τελικά είναι μέσα σε 24 χρόνια να πάρει 27 ολόκληρα κιλά! Φταίνε οι συγκεκριμένες δίαιτες; Η νοοτροπία του «Θέλω να χάσω κιλά γρήγορα και δεν με απασχολεί με ποιον τρόπο»; Ο βομβαρδισμός των διαφημιστικών μηνυμάτων του τύπου «Χάστε 5 κιλά σε 1 εβδομάδα», που μας αποπροσανατολίζει από αντικειμενικούς στόχους; Ή μήπως η χαμηλή διατροφική εκπαίδευση που δυστυχώς αποτελεί γεγονός στη χώρα μας; Μάλλον είναι ο συνδυασμός όλων των παραπάνω…

Κάθε φορά που η Χριστίνα επιχειρούσε μια αυστηρή προσπάθεια για να χάσει βάρος, ξεκινούσε και μια σειρά έντονων στερήσεων οι οποίες πίεζαν συναισθηματικά μια γυναίκα που ούτως ή άλλως υπερέβαλλε στο φαγητό, όχι γιατί πεινούσε αλλά γιατί επιζητούσε να καλύψει δεκάδες συναισθηματικά κενά. Συμπέρασμα πρώτο: μια δίαιτα αδυνατίσματος που μας αποξενώνει από την κοινωνική ζωή μας, που μας απαγορεύει παντελώς και για μεγάλο χρονικό διάστημα κάθε τροφή που αγαπάμε και μας βάζει σε μια διαδικασία να «κυνηγάμε» τα γραμμάρια και τις θερμίδες με τη ζυγαριά κουζίνας, ουσιαστικά αποτελεί καμένο χαρτί ή -αλλιώς- τρόπο διαιώνισης και διόγκωσης του προβλήματος βάρους που αντιμετωπίζουμε.

Η εν λόγω απώλεια ½-1 κιλού εβδομαδιαίως μπορεί να «προστατέψει» τον οργανισμό από δύο βασικά δεινά: α) τη μεγάλη απώλεια μυϊκού ιστού και συνεπώς την έντονη μείωση του μεταβολικού ρυθμού (δηλαδή των καύσεων) και β) την έντονη ψυχοσυναισθηματική πίεση που συνεπάγεται κάθε δίαιτα αδυνατίσματος, η οποία στοχεύει σε γρήγορη απαλλαγή των περιττών κιλών. Λαμβάνοντας υπόψη την παραπάνω διαπίστωση, εύλογα αναρωτιέται κανείς: «Δηλαδή, ένας τέτοιος ρυθμός θα με οδηγήσει μόνο στην απώλεια λίπους χωρίς να επηρεαστεί ο μεταβολισμός μου;». Η απάντηση είναι πως όσο ήπιος κι αν είναι ο ρυθμός απώλειας βάρους, αποκλείεται να χαθεί 100% λιπώδης ιστός, όπως και αποκλείεται να επιτευχθεί μηδενική μείωση του μεταβολισμού. Συμπέρασμα δεύτερο: κάθε, μα κάθε προσπάθεια για απώλεια βάρους συνεπάγεται μείωση καύσεων, μυϊκού ιστού και ψυχοσυναισθηματική πίεση. Άρα, όσο πιο ήπια προσεγγίζουμε το θέμα αυτό, όσο πιο σταδιακή, σταθερή και λιγότερο απότομη είναι η απώλεια, τόσο ελαχιστοποιούμε (χωρίς να μηδενίζουμε) αυτές τις σημαντικές παραμέτρους. Αν προσθέσουμε και λίγη άσκηση που αφενός μπορεί να μας ψυχαγωγήσει (π.χ. κάποιο σπορ), αφετέρου μπορεί να «προφυλάξει» το μυϊκό ιστό μας από σημαντική απώλεια, τότε τα πράγματα γίνονται ακόμη καλύτερα.