Μπόρις Τζόνσον: Δεν πέθανε από σύφιλη η μουμιοποιημένη πρόγονος του, αλλά από μυστηριώδες βακτήριο

248

Μια μουμιοποιημένη προ-προγιαγιά του Μπόρις Τζόνσον δεν πέθανε από σύφιλη, όπως εικαζόταν μέχρι τώρα, καθώς ο πραγματικός υπαίτιος του θανάτου της ήταν κάτι που οι επιστήμονες δεν έχουν ξαναδεί στο παρελθόν.

Η «πιο καλοδιατηρημένη μούμια της Ελβετίας», όπως την αποκαλούν τα διεθνή ΜΜΕ, έγινε πρωτοσέλιδο το 2018, όταν ταυτοποιήθηκε ως η Άννα Καταρίνα Μπίσοφ, μια πρόγονος του πρώην πρωθυπουργού της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον, η οποία γεννήθηκε στη Βασιλεία το 1719 και πέθανε εκεί το 1787.

H αποκάλυψη της άγνωστης προ-προγιαγιάς του Τζόνσον, τον είχε χαροποιήσει τότε, όπως είχε ο ίδιος τονίσει στο Twitter.

Τα λείψανά της βρέθηκαν το 1975 και περιείχαν υψηλά επίπεδα υδραργύρου, που χρησιμοποιείτο την εποχή εκείνη για τη θεραπεία της σύφιλης, γεγονός που ώθησε τότε στο συμπέρασμα ότι η πρόγονος του Τζόνσον πέθανε από τη σεξουαλικά μεταδιδόμενη ασθένεια.

Το άγνωστο βακτήριο

Αλλά μια νέα ανάλυση των μικροβίων που βρέθηκαν στα μουμιοποιημένα όργανά της, αποκάλυψαν όχι σύφιλη, αλλά υψηλά ποσοστά ενός άγνωστου μέχρι τώρα βακτηρίου.

«Η αρχική υπόθεση βασίστηκε στην παρουσία υδραργύρου στο σώμα της, ειδικά στους πνεύμονες. Αυτό μπορεί να υποδηλώνει θεραπεία με εισπνοή για τη σύφιλη, καθώς αυτό ήταν το ακολουθούμενο πρωτόκολλο τότε. Ως εκ τούτου, αναλύσαμε πολλά δείγματα από κάθε όργανο στο σώμα της για να δούμε αν μπορούμε να βρούμε ίχνη DNA του παθογόνου που προκαλεί τη σύφιλη, αλλά δεν τα καταφέραμε. Αντίθετα, βρήκαμε αυτό το νέο βακτήριο που ήταν άφθονο στους ιστούς του εγκεφάλου και συσχετίστηκε με την υψηλότερη συγκέντρωση υδραργύρου στον εγκέφαλο», δήλωσε ο μικροβιολόγος Μοχάμεντ Σάρχαν της Eurac Research.

Aπό τη σύγκριση των μυστηριωδών παλαιών βακτηρίων με τα σημερινά αποκάλυψε κάτι ενδιαφέρον: περιείχαν παρόμοια σύνολα γονιδίων με αυτά που βρίσκονται στα σύγχρονα βακτήρια, που προκαλούν βλάβες στα οστά και πνευμονικά συμπτώματα. Οι οστικές βλάβες, οι οποίες είναι ορατές στα λείψανα της προ-προγιαγιάς του Τζόνσον, είναι ένα γνωστό σύμπτωμα της σύφιλης τελικού σταδίου. Έτσι, μπορεί να είχε γίνει λάθος διάγνωση αναφορικά με τη σεξουαλικά μεταδιδόμενη λοίμωξη, όταν η πραγματική αιτία της ασθένειάς της ήταν κάτι άγνωστο.

Για τον δρα Σάρχαν τα ευρήματα αρκούν για να αποκλειστεί η σύφιλη ως αιτία θανάτου της Μπίσοφ, χήρας πάστορα και μητέρας επτά παιδιών.

«Η υπόθεση ότι μπορεί να πέθανε από σύφιλη μπορεί να αποκλειστεί ακόμα κι αν την είχε κολλήσει. . «Η σύφιλη σε προχωρημένο στάδιο αφήνει πολύ ξεκάθαρα σημάδια που εκείνη δεν είχε. Επιπλέον, πέθανε σε ηλικία 69 ετών, άρα όχι πολύ νέα. Επίσης, είχε άλλα προβλήματα υγείας – για παράδειγμα: ήταν υπέρβαρη και είχε πέτρες στη χολή και είχε άλλα προβλήματα που βρίσκονται υπό έρευνα. Η θεραπεία με υδράργυρο μπορεί να είχε αποδυναμώσει το σώμα και το ανοσοποιητικό της σύστημα με την πάροδο του χρόνου, αλλά δεν ήταν στην πραγματικότητα η κύρια αιτία του θανάτου της», λέει.

Η άλλη άποψη

Αλλά δεν συμφωνούν όλοι με τα συμπεράσματά του. «Στα τελευταία στάδια της σύφιλης δεν βρίσκεις πια πολλά βακτήρια στο σώμα. Έτσι ήταν πολύ δύσκολο να βρεθεί το παλιό γονιδίωμα των βακτηρίων. Δεν είναι λοιπόν απόδειξη ότι δεν είχε σύφιλη – εγώ προσωπικά πιστεύω ότι είχε. Το κρανίο της δείχνει ξεκάθαρα σημάδια σύφιλης. Αλλά δεν μπορούμε να το αποδείξουμε με γονιδιώματα», λέει ο Γκέρχαρντ Χοτς του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας της Βασιλείας, όπου φυλάσσεται τώρα η μούμια της προγόνου του Μπόρις Τζόνσον.

Ότι, κι αν ισχύει, στην εποχή της υπέθεταν ότι η Μπίσοφ είχε κολλήσει σύφιλη, μια καταδικαστική διάγνωση τότε για την πλούσια χήρα ενός ιερέα. «Ουδείς ήθελε να μιλήσει γι’ αυτό. Κανονικά, όταν πέθαιναν στη Βασιλεία άνθρωποι της κοινωνικής της τάξη, υπήρχε γραπτή νεκρολογία για το πρόσωπο, ποια ήταν και ούτω καθεξής. Βρήκαμε τέτοιες νεκρολογίες για όλους, αλλά όχι για εκείνη. Έτσι πιστεύουμε ότι πέθανε, και θάφτηκε πολύ γρήγορα και ιδιωτικά στην εκκλησία », είπε ο δρ Χοτς. Σημείωσε, όμως, ότι η Μπίσοφ μπορεί να κόλλησε σύφιλη επισκεπτόμενη σε νοσοκομείο του Στρασβούργου, όπου ζούσε, ασθενείς της σεξουαλικά μεταδιδόμενης νόσου στο πλαίσιο των καθηκόντων της ως πρεσβυτέρας.