Νέο αίτημα για κακουργήματα για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι

325

Tην αναβάθμιση της κατηγορίας από πλημμέλημα σε κακούργημα για κάποιους απο τους υπεύθυνους για την φονική πυρκαγιά , κυρίως στελέχη της Πυροσβεστικής, ζητά μέσω του δικηγόρου της Βαςίλη Καπερνάρου, η Βαρβάρα Φύτρου που έχασε αγαπημένα της πρόσωπα στην φονική πυρκαγιά στο Μάτι.

Οπως αναφέρει στην αίτηση της, που κατατέθηκε στον ανακριτή Αθανάσιο Μαρνέρη που διενεργεί τις ανακρίσεις για την τραγική αυτή υπόθεση με τους 102 νεκρούς, έχουν γίνει προσπάθειες συγκάλυψης των ευθυνών για στελέχη τη Πυροσβεστικής που φέρουν ευθύνη για τα τραγικά γεγονότα, με σκοπό να μην λογοδοτήσουν για τις πράξεις τους.

Μεταξύ άλλων, υποστηρίζει ότι δύο χρόνια μετά τη φονική πυρκαγιά υπογράφτηκε σύμβαση για την συντήρηση των ψηφιακών και καταγραφικών φωνής του ΕΣΚΕ που απέκλεισε κάθε ενδιαφερόμενο από την πρόσβαση στα αποδεικτικά στοιχεία για τη διαχείριση της πυρκαγιάς.

Να τί υποστηρίζει μέσω του συνηγόρου της η Βασιλική Φύτρου.

« Είναι δεδομένο ότι έως και 5.5.2020, δηλαδή την παραμονή υπογραφής της συγκεκριμένης σύμβασης, βρίσκονταν άθικτα τα αποδεικτικά στοιχεία των τηλεφωνικών κλήσεων και των περιεχομένων αυτών της 23.7.2018 μεταξύ συγκατηγορουμένων και μαρτύρων και ελεύθερα προσβάσιμα στον κάθε δικαιούμενο από το νόμο. Πλέον είναι προφανές, ότι υπό τους ανωτέρω όρους υπεγράφη η αφαίρεση/ αλλαγή των καταγεγραμμένων τηλεφώνων και η αλλαγή των σκληρών δίσκων αποθήκευσης υλικού. Δηλαδή, υπέγραψαν την εξαφάνιση των στοιχείων απόδειξης των εγκληματικών τους ενεργειών εκείνης της ημέρας».

Επιπλέον, καταγγέλλει  ότι πλαστογραφήθηκε το ημερολόγιο  της Υπηρεσίας Εναέριων Μέσων του Πυροσβεστικού Σώματος (ΥΕΜΠΣ), καθώς εκ των υστέρων φέρεται να προστέθηκε η φράση «Μετάβαση στο Νέο Βουτζά 37 ρίψεις». Για την θεμελίωση  καταγγελίας της επικαλείται τις καταθέσεις που έχουν δώσει  δύο πιλότοι, οι οποίοι ξεκάθαρα έχουν πει ότι η προσθήκη αυτή δεν έχει γίνει από τους ίδιους , καθώς δεν αναγνωρίζουν το γραφικό τους χαρακτήρα.                                                          Στην αίτηση της μάλιστα αναφέρεται και το όνομα του προσώπου που εκτιμάται ότι εκμεταλλευόμενο το αξίωμά του πλαστογράφησε το δημόσιο αυτό έγγραφο . Αυτό, όπως λέει η κ. Φύτρου, «δεν είναι  η απόδειξη , τουλάχιστον  τέλεσης πράξεων συγκάλυψης  των διαπραχθεισών από αυτόν και από άλλους  εγκλημάτων κακουργηματικής μορφής σε βάρος της οικογένειάς μου την ημέρα εκείνη;»

«Κανένας μάρτυρας- συνεχίζει η κ. Φύτρου – δεν καταθέτει ότι έγιναν ρίψεις εκείνη την ημέρα ,όπως ψευδώς αναγράφεται στο ημερολόγιο της  ΥΕΜΠΣ, από τα συγκεκριμένα εναέρια μέσα».

Η ίδια  αναφερόμενη  σε τέσσερις μαρτυρικές καταθέσεις που ελήφθησαν από τον ανακριτή το χρονικό διάστημα από  8.9.2020 μέχρι  5.10.2020  επισημαίνει πως  την  ημέρα της φονικής πυρκαγιάς υπήρχαν διαθέσιμα εναέρια μέσα -7 Σινούκ –  για να κατασβήσουν τη φωτιά στο Μάτι ,εν τούτοις  χρησιμοποιήθηκε μόνο ένα που απογειώθηκε στις 18.10 .Ένας από τους μάρτυρες αυτούς μάλιστα κατέθεσε, «το απολύτως τραγικό και ταυτοχρόνως ποινικώς κολάσιμο , ότι τα μέλη του ΕΣΚΕ ,ενημερώθηκαν το πρώτο για τον εντοπισμό  ανθρώπων στη θάλασσα από το Λιμενικό Σώμα, το οποίο προηγουμένως  είχε ενημερωθεί  από τις αντίστοιχες αρχές της …Δανίας !».

Με βάση λοιπόν όλα αυτά  ,σύμφωνα με την αιτούσα « έχει αποδειχθεί πλήρως από δημόσια έγγραφα και μάρτυρες, ότι οι κατηγορούμενοι γνώριζαν αρκετές ώρες πριν την έναρξη της πυρκαγιάς για: α) τις επικίνδυνες καιρικές συνθήκες, β) την επικινδυνότητα της κατάστασης, γ) τις γεωγραφικές συνθήκες και δ) τις δυνατότητες τους για πρόληψη και κατάσβεση, αλλά δεν έδρασαν αποδεχόμενοι το αποτέλεσμα».

Για το λόγο αυτό ζητά από τον ανακριτή να ενημερώσει αρμοδίως την Εισαγγελία της Αθήνας ,όπως προβλέπει ο νόμος.

Από την πλευρά του πάντως, ο κ. Μαρνέρης έχει καλέσει σε απολογία τρεις ακόμα κατηγορούμενους από το χώρο της ΕΛ.ΑΣ για  το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, ενώ  ακόμα παραμένει ανοιχτό το κεφάλαιο της ποινικής μεταχείρισης για τους κατηγορούμενους από την Πυροσβεστική Υπηρεσία και την Πολιτική προστασία, χωρίς να αποκλείεται και το ενδεχόμενο να μεγαλώσει ο κατάλογος με τους κατηγορούμενους, μέχρι το τέλος της δικαστικής έρευνας.