Ταλιμπάν 2.0

1336

Γράφει ο Στέλιος Ιατρού, απόγευμα Κυριακής 15ης Αυγούστου 2021.

 

Τον Βικτωριανό και μεταβικτωριανό καιρό της κατά την Ασίαν αποικιοκρατίας τους και της δυτικοευρωπαϊκής αυτοπεποίθησης, που ήταν κι εποχή ανάδυσης της Εθνογραφίας στην υπηρεσία μιας υπεροπτικής Βικτωριανής ανωτερότητας, οι Βρετανοί είχαν καταγράψει την ύπαρξη και τη λειτουργία της φυλετικής πολιτειακής οργάνωσης, στο πλευρό της οποίας στεκόταν και η μουσουλμανική ούμμα, η θρησκευτική υπερκοινότητα, που όμως για το Αφγανιστάν δεν όριζε τα πράγματα περισσότερο απ’ την φυλετική κοινότητα, αλλά την έντυνε και μ’ ένα ουράνιο περιεχόμενο. Ορμώμενοι απ’ την Ινδία οι Βρετανοί διεξήγαγαν τρεις Αγγλο-Αφγανικούς πολέμους, τον Α΄ το 1839–’42, τον Β΄ το 1878–’80, και τον Γ΄ το 1919, επιχειρώντας να επεκτείνουν εκεί την κυριαρχία τους και ν’ αναχαιτίσουν τη ρωσική επιρροή. Τότε οι Αφγανοί είχαν πει στους Βρετανούς: «εσείς έχετε τα ρολόγια, αλλά εμείς έχουμε τον χρόνο».

Την 24η Δεκεμβρίου του 1979, οι Σοβιετικοί εισβολείς κατέστησαν η επόμενη μετενσάρκωση της Δυτικής πλάνης που επιχείρησε με τη βία να επιβάλει κάποιαν ευρωπαϊκή βούληση ισχύος στην κεντροασιατική αυτή γη με τους περίεργους πληθυσμούς που πολεμούσαν ο ένας τον άλλον και όλοι μαζί αντιστέκονταν στους ξένους. Η Σοβιετική παρουσία κράτησε μέχρι την 15η Φεβρουαρίου του 1989, και άφησε πίσω της κάποια κτήρια από τσιμέντο και ρημαγμένα άρματα μάχης. Δείτε την ταινία του 1988 “The Beast” του Kevin Reynolds σε σενάριο William Mastrosimone απ’ το δικό του βιβλίο “Nanawatai”. Apparently, μήτε το αυτοκρατορικό των Βρετανών μήτε το σοσιαλιστικό των Σοβιετικών απεδείχθησαν μοντέλα ανώτερα της παραδοσιακής Αφγανικής φυλετικής οργάνωσης, στην οποία το παρόν και το μέλλον το διαχειρίζονται τα συμβούλια των γερόντων.

Η εικοσαετής Αμερικανική εισβολή και κατοχή του Αφγανιστάν στάθηκε η πλέον πρόσφατη κι αποτυχημένη εκδοχή της Δυτικής αλαζονείας που αποπειράθηκε ξοδεύοντας ποταμούς χρήματος να φτιάξει κάτι ασαφές και μάλλον αυτοεξυπηρετικό, δίχως ειλικρινή πρόθεση μετασχηματισμού της κοινωνίας και των θεμελίων της πολιτειακής οργάνωσης του τόπου και του λαού, έργο ανέφικτο, εάν ρωτήσετε τη γνώμη μου, για να σχεδιαστεί σε εργαστήρια κοινωνικών σπουδών της Ανατολικής Ακτής.

Περίπου όπως καί οι Σοβιετικοί, αλλά πολλαπλασίως υπεροπτικότερα και απλουστευτικότερα, διότι διέθεταν και πολλαπλάσιους πόρους, οι Αμερικανοί προέβησαν σε σειρά εσφαλμένων παραδοχών όταν ανέλαβαν αυτήν τη «Σικελική τους Εκστρατεία» — που μετά την εξόντωση του Οσάμα Μπιν Λάντεν, στο εξής μάλλον αποσκοπούσε περισσότερο στο να ρίξει αμέτρητο χρήμα για πολλά χρόνια στις τσέπες των δικών τους εργολάβων πολέμου, φίλων του Dick Cheney, που θησαυρίζουν απ’ τα logistics των παγκόσμιων αμερικανικών επιχειρήσεων — αρνούμενοι να κατανοήσουν πολλές αλήθειες πρακτικά ορατές, όπως λόγου χάρη πως δεν φυτεύεις έτσι απλά τον Μοντερνισμό σε μια κοινωνία της Παράδοσης.

Απ’ τα κοντά τρία (με πέντε) τρισεκατομμύρια δολάρια που κόστισε η εικοσαετής Αμερικανική επιχείρηση εκεί, κάπου ογδόντα πέντε δισεκατομμύρια δόθηκαν στην εκπαίδευση και τον εξοπλισμό του Κυβερνητικού Στρατού, προϋπολογισμός που ετησίως πουλούσαν οι Πρόεδροι και το Κογκρέσο κι ας ήταν πλάνη στον Αμερικανικό λαό, ισχυριζόμενοι πως εάν φτιάξουν στο μακρινό Αφγανιστάν με τόνους χρήματος κάτι που θα έμοιαζε με στρατό δυτικού τύπου, αυτός θα λειτουργούσε κι έτσι, παραγνωρίζοντας την εμπεδωμένη κοινωνική μηχανική και τις συνθήκες της πραγματικότητας στον τόπο και τον χρόνο, την επιχώρια Παράδοση της οικονομίας σχέσεων ισχύος αιώνων.

Στην πράξη, ήταν ένας hodge-podge στρατός με σκιώδεις οπλίτες και υπαξιωματικούς, που πολλοί εξ αυτών ήσαν μονάχα ονόματα στα χαρτιά, αλλ’ όχι υπαρκτοί σε μονάδες, με τους μισθούς τους να εισπράττονται απ’ τις διεφθαρμένες Κυβερνήσεις πολιτικών απατεώνων — “political hacks” τους αποκαλούν σοβαροί σχολιαστές — και στρατιώτες που δεν διέθεταν κανένα κίνητρο να πολεμήσουν για κάτι που δεν υπήρξε ποτέ ριζωμένο στη χώρα: μια επείσακτη, εντελώς φυτευτή, τάχα εθνική, υπερφυλετική ιδέα, όπως αρνούνταν να κατανοήσουν οι Αμερικανοί και λοιποί Δυτικοί που υποτίμησαν τη σύνθετη πολιτικογεωγραφία της χώρας.

Και ότι έτσι, με χρήμα και άνωθεν επιβεβλημένες δυτικές διεργασίες πρόχειρα outlined σε reports γραμμένες από junior associates στο DoS θα χτιζόταν κάτι κατ’ εικόναν και καθ’ ομοίωσιν δυτικού κράτους, τούτο το χυλώδες πράγμα που αυτές τις ελάχιστες βδομάδες απλά το είδαμε να παραδίνεται είτε αμαχητί είτε έπειτα από μάλλον συμβολικές συγκρούσεις, προκειμένου ο εκάστοτε διοικητής μιας επιχώριας φρουράς να εξασφαλίσει ευνοϊκότερους όρους αυτομόλησης της μονάδας του στους Ταλιμπάν.

Ένα όχι ασήμαντο κομμάτι των Αφγανών στάθηκε πάντοτε στο πλευρό αυτών των εφημεριών, δυτικογενών καταστάσεων, όμως φαίνεται πως δεν υπήρξαν ποτέ πλειονοτικοί, μήτε τόσο ισχυροί κοινοτικά ώστε να δώσουν αυτοτελώς τον τόνο των εξελίξεων στον τόπο απ’ την στιγμή της αναπόφευκτης αποχώρησης των Δυτικών κι εξής. Σήμερα στις επαρχιακές κοινότητες της χώρας υπάρχει αποδοχή υπέρ των Ταλιμπάν, που επανέφεραν τον σεβασμό στα συμβούλια των γεροντων, των παραδοσιακά φυλετικών ηγετών που είχαν παραγκωνιστεί από τους αξιωματούχους της υπερδιεφθαρμένης διοίκησης, διότι οι Ταλιμπάν έτειναν επιδεικτικά ευήκοον ους προς τις φωνές που οι Δυτικοί και οι ψευδοσυνεργάτες τους κατέπνιξαν, όσο επιφανειακά επιχειρούσαν να φτιάξουν μια νέα πολιτειακή οργάνωση ξένη προς τον λαό και την ιστορία του.

Άκουσα έναν spokesman των Ταλιμπάν στο BBC World News να λέει πως σε καμία περίπτωση στο νέο εμιράτο δεν θα υπάρξουν πράξεις αντεκδίκησης, τα ΜΜΕ θα παραμείνουν ελεύθερα, να μην φοβάται ο κόσμος στην Καμπούλ, να μην ανησυχούν, να μην φύγουν, οι κάτοικοι να καθίσουν ήσυχοι στα σπίτια τους, γιατί θα διατηρήσουν τις δουλειές και τις περιουσίες τους, ακόμα και οι γυναίκες θα λάβουν ελευθερίες εκπαίδευσης κι εργασίας, και πως — ακούστε αυτό — να μην εγκαταλείψει κανείς τη χώρα, γιατί ένα brain drain θα έβλαπτε τη χώρα. Ακούσατε την προσαρμογή της ρητορικής των Ταλιμπάν στους μοντέρνους καιρούς; Μέχρι και για brain drain μίλησαν. Έχουν διακηρύξει αλλωστε επισήμως διά του εκπροσώπου τους, Αμπντουλάχ Αμπντουλάχ, στις συνομιλίες στη Ντόχα πως δεν σκοπεύουν να κυριέψουν πολεμικά την πρωτεύουσα, και πως δεν θα επιβάλουν το καθεστώς της δεκαετίας του ’90.

Αξιόπιστοι; Οι Ταλιμπάν είναι αναγνωρισμένοι ως τρομοκρατική οργάνωση που βαρύνεται με εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας, μολονότι δεν συνδέονταν με την Αλ-Κάιντα, και τώρα βλέπουμε πως οι Αμερικάνοι συνδιαλέγονται πλαγίως μαζί τους. Το παρελθόν τους τούς αφήνει ανοιχτούς σε αμφιβολία για τις τωρινές τους διαβεβαιώσεις. Θα πουν ό,τι χρειαστεί τώρα για να λάβουν τη διεθνή αναγνώριση και τη νομιμοποίηση, κι ας ανατρέπουν ουσιαστικά την προτέρα έννομη τάξη, ειδικά τώρα που ο Πρόεδρος Γκάνι εγκατέλειψε αιφνιδιαστικά τη χώρα, surprising no-one. Εάν το κάνουν με την ακραία βία, όπως προειδοποίησε κι ο Ζοζέπ Μπορέλ, θα χάσουν την PR ευκαιρία τους, οπότε προτιμούν πλέον να φανούν διαλλακτικότεροι, χωρίς πρακτικά να είναι συγκλονιστικά διαφορετικοί από τους μη πραγματιστές, σκληροπυρηνικούς θρησκόληπτους που γνωρίσαμε στο παρελθόν, κάτι που θα φανεί άνετα όταν αποκτήσουν τον έλεγχο χωρίς αμφισβήτηση.

Προς το παρόν, όμως, παρουσιάζονται πρόθυμοι να δώσουν στους Δυτικούς εκείνο που οι τελευταίοι έχουν ανάγκη για τα εσωτερικά τους ακροατήρια: την επίφαση ενός τραπεζιού διαπραγμάτευσης, όπου δήθεν ισχύουν κάποιοι κανόνες ανθρωπισμού. Η Δύση επιθυμεί να φανεί πως διαχειρίζεται την κρίση (crisis management and containment, damage control), και στο ταγκό αυτό χορεύουν μαζί της οι Ταλιμπάν που δεν βλέπουν τον λόγο να χάσουν απ’ τα χέρια τους τα’ ώριμο φρούτο που τους έπεσε, έπειτα από κοντά διακόσιες πενήντα χιλιάδες άνδρες που έχασαν είκοσι χρόνια τώρα στις συγκρούσεις.

Η Δύση εθελοτυφλεί όσο ψάχνει για silver linings στις διαβεβαιώσεις των Ταλιμπάν πως θα προστατευθούν οι γυναίκες, γιατί ασφαλώς στην εποχή μετα το MeToo μόνο μ’ αυτά ασχολούμαστε και με την εικόνα, και νομίζουμε πως πρόβλημα είναι μονάχα η μπούρκα. Ρωτούσε η λευκή και ελαφρώς αδαής Βρετανίδα παρουσιάστρια του BBC τον spokesman των Ταλιμπάν εάν θα φοράνε μπούρκα ή χιτζάμπ, για να λάβει την αφοπλιστική απάντηση πως η μπούρκα είναι απλά ένα απ’ τα ενδύματα της χιτζάμπ, που είναι συνολικά ο ενδυματολογικός κώδικας. Αυτό μας νοιάζει μόνο.

Από καλοσύνη τα λένε αυτά οι Ταλιμπάν για να τα’ ακούνε οι Δυτικοί; Μάλλον από την αδυναμία τους με τις όχι ακόμα ισχυρές δυνάμεις τους (55-100.000 άνδρες) να καταλάβουν με πόλεμο μια χώρα ολόκληρη. Συνάμα, όμως, με την Δυτική απροθυμία για περαιτέρω και δη συντονισμένη επέμβαση, στο εσωτερικό της χώρας ο φόβος του πολιορκημένου και ακέφαλου λαού είναι ο σύμμαχός τους, ενισχυόμενος απ’ την ανάμνηση του όχι και τόσο μακρινού παρελθόντος μόλις μια γενιά νωρίτερα, και κανείς δεν τους αντιστέκεται. Γιατί να το κάνει, άλλωστε;

Η υπερδιεφθαρμένη κι ανίκανη Κυβέρνηση κατέρρευσε, η δε Δύση καλωσορίζει πλέον μια στοιχειώδη συνεννόηση με τους τέως τρομοκράτες για γρήγορη μετάβαση στη νέα τάξη πραγμάτων — σαν να τραβάς ένα χανζαπλάστ — φτάνει για τα μάτια των εσωτερικών της ακροατηρίων να εξασφαλιστεί ρητορικά έστω μια τυπική δέσμευση των Ταλιμπάν υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που παραμένει το απολύτως ελάχιστο, κι όμως εξακολουθεί να μας αρκεί. «Εμείς δεν θέλουμε να παρεμβαίνουμε, εξαρτάται απ’ τον Αφγανικό λαό, απ’ την Κυβέρνηση και από τους Ταλιμπάν να τα βρουν και ν’’ αποφασίσουν τον δρόμο προς το μέλλον τους» λέμε, το είπε και ο Τόνι Μπλίνκεν unflinchingly, υποχωρώντας στη γνωστή πλέον θέση βολικής ουδετερότητας της Δύσης: «βρείτε τα μεταξύ σας», προσποιούμενοι πως δεν βλέπουμε πως πίσω από τους σημερινούς Ταλιμπάν βρίσκονται πακιστανικοί δάκτυλοι που διατηρούν επαφές με την παλιότερη γενιά της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.

Αληθεύει πως εδώ και χρόνια απλώς αναβαλλόταν για ένα χρόνο κάθε χρόνο η αμερικανική αποχώρηση, διότι είναι άλλο πράγμα η κατάκτηση στα πεδία των μαχών κι άλλο πράγμα εντελώς η επιτυχής κατοχή κι εγκατάσταση ενός φιλοδυτικού κράτους. Όμως πολλοί ομολογούν σήμερα πως, μολονότι υπήρχε στα σχέδια η αποχώρηση από καιρού, η εκτελεσή της συνέβη επιχειρησιακά χωρίς σχεδιασμό και προετοιμασία, αιφνιδιάζοντας ακόμα και τις διπλωματικές αποστολές των συμμάχων των ΗΠΑ στην Καμπούλ, που σήμερα ίπτανται με Σινούκ πάνω απ’ τον ουρανό της αναζητώντας ασφάλεια σε μυστικές τοποθεσίες.

Αυτό θα είναι πλήγμα για την προβολή διεθνούς ηγεσίας του Τζο Μπάιντεν, ο οποίος με τον Τόνι Μπλίνκεν επιχειρούν επτά μήνες τώρα να πείσουν πως οι ΗΠΑ επανήλθαν και είναι πρόθυμες να συμπήξουν νέες coalitions με συμμάχους — έχουν μήπως εξηγήσει σαφώς για ποιούς σκοπούς άραγε; — μα η κριτική που δέχεται ήδη είναι πως άφησε ξεκρέμαστους τόσο τους Αφγανούς στη Ντόχα όσο και την ΕΕ που θα δεχθεί τελικά την προσφυγική πίεση, ας μην γελιόμαστε, διότι οι ΗΠΑ δήλωσαν πως είναι πρόθυμες να παράσχουν βίζες σε Αφγανούς πρόσφυγες υπό τον ακατανόητο όρο να έχουν παραμείνει πρώτα ως πρόσφυγες για δώδεκα με δεκατέσσερις μήνες σε κάποια τρίτη χώρα, βλ. Τουρκία. Εκεί λοιπόν φτάνουν με τα πόδια μέσω Ιράν καθημερινά δυο χιλιάδες Αφγανοί, και είναι απίθανο ν’ αντέξουν να μείνουν εκεί άλλο ένα έτος χωρίς να πιέσουν πρώτα να γίνουν δεκτοί στην ΕΕ.

Η δε Κυβέρνηση Γκάνι εξαρχής αντιμετωπιζόταν ως μαριονέτα των Δυτικών και δεν διέθετε επαρκές ή αυξημένο κύρος ανάμεσα στον λαό και τη διοίκηση. Στρατιωτικοί διοικητές μονάδων αυτές τις βδομάδες αξιοποίησαν τους άνδρες και τα μέσα στη διάθεσή τους προκειμένου να κλείσουν ανεξαρτήτως της Κυβέρνησης προσωπικές συμφωνίες αυτομόλησης στους Ταλιμπάν. Περιφερειακοί διοικητές των επαρχιών έπρατταν το ίδιο καθημερινά εδώ και δέκα-δώδεκα ημέρες, και οι Ταλιμπάν του σήμερα είναι πρακτικοί διάβολοι: γιατί να ξοδέψουν σφαίρες και να χάσουν άντρες σε μακρές μάχες, εφόσον το momentum απ’ το ντόμινο των αμαχητί παραδόσεων τους ευνοεί;

Οι Δυτικές, φυτευτές πολιτειακές αντιλήψεις για το πώς λειτουργεί ένα δυτικού τύπου κράτους, με υπηρεσιακή αφοσίωση στην κεντρική κυβέρνηση, διαλύθηκαν σαν εύθραυστα νυχτερινά φαντάσματα στο πρώτο φως της μέρας, και τα παλιά φρονήματα του φυλετικού κατακερματισμού, που ποτέ δεν έσβησαν, επανέκαμψαν ανοίγοντας τον δρόμο στην επάνοδο των Ταλιμπάν, που επαληθευτηκαν στις διδασκαλίες τους να μην εμπιστεύονται οι Αφγανοί τους Δυτικούς και τους διεφθαρμένους συνεργάτες τους.

Να υπενθυμίσω την είδηση του Reuters πως ο Πρόεδρος Άσραφ Γκάνι εγκατέλειψε το Αφγανιστάν, μόλις μια μέρα μετα τις διαβεβαίωσεις του πως θα έμενε μέχρις εσχάτων στο τιμόνι της χώρας, υπερασπιζόμενος την ασφάλειά της. Χάος στους δρόμους, τρέχουν σε πρεσβείες — πλέον εκκενωμένες ή υπολειτουργούσες — σε υπηρεσίες για να βγάλουν διαβατήρια, στο αεροδρόμιο, οι δρόμοι με μποτιλιάρισμα χιλιομέτρων για τη φυγή από την πόλη, και λεηλασίες καταστημάτων έχουν ξεκινήσει. Οι στρατηγοί διαχειρίζονται ό,τι έχει απομείνει απ’ τις δυνάμεις τους ως προσωπικούς τους στρατούς, για να συμφωνήσουν το μέλλον τους την επόμενη μέρα.

Ο Τόνι Μπλίνκεν δήλωσε “This is not Saigon” αλλά ποιόν πείθει; Ισχυρίστηκε πως η εικοσαετής επιχείρηση υπήρξε επιτυχής, ενώ εμφανώς απέτυχε, κι έτσι, μιλώντας ως άλλη Kellyanne Conway με alternative facts, του πήρε μόλις επτά μήνες για τη νέα διοίκηση του Λευκού Οίκου να χάσει την αξιοπιστία που δήθεν πάλεψε να χτίσει.

Η ταχύτητα των πυκνότατων εξελίξεων είναι απερίγραπτα καταιγιστική, η δε εικόνα της Καμπούλ εγγράφεται τυπικά στην διαχρονική εικόνα της urba capta, της πόλης υπό πολιορκία λίγο πριν και κατά την άλωσή της. Ένστολοι, αστυνομικοί, στρατιώτες, πετάνε τις στολές τους, φορούν πολιτικά, και σπεύδουν στις οικογένειές τους, με κάθε διοίκηση να έχει λιώσει σαν κερί.

Τί θ’ απογίνει άραγε κι εκείνος ο αγκαθωτός γόρδιος δεσμός των ατέρμονων αμερικανοτουρκικών διαπραγματευσεων περί της δήθεν καλοήθους προσφοράς να φυλάξουν τουρκικές μονάδες το αεροδρόμιο της Καμπούλ, που αποσκοπούσε στον ν’ αναβαπτίσει την ερντογανική Τουρκία ως σύμμαχο των ΗΠΑ; Μοιάζει να ναυαγεί, γιατί ακόμα δεν πάτησαν καν το πόδι τους, και ιδού, επικράτησαν οι Ταλιμπάν, όμως αυτό δεν αποκλείει μελλοντική παρουσία των Τούρκων, εάν ασκήσουν οι Πακιστανοί την επιρροή τους στους Ταλιμπάν υπέρ της Άγκυρας. Επρόκειτο για μια σύνθετη διαπραγμάτευση, για την επίτευξη της οποίας οι Τούρκοι ζητούσαν περισσότερα και διαρκώς περισσότερα απ’ όσα οι Αμερικανοί ήσαν πρόθυμοι να παραχωρήσουν, πάντοτε βάζοντας τους Πακιστανούς συμμάχους τους να πείσουν τους Ταλιμπάν να μην πλήξουν ενδεχόμενη τουρκική στρατιωτική παρουσία στο αεροδρόμιο, ώστε τα μεν έξοδα να καλύπτονται από τους Αμερικανούς, η δε ασφάλεια των δυνάμεων που θα στέλνονταν να είναι βεβαία: καζάν-καζάν απ’ όλες τις πλευρές για τους ίδιους.