
Σε μια περίοδο που οι πολίτες παλεύουν με την ακρίβεια, τις ανατιμήσεις, και μια δημόσια διοίκηση που παραπαίει, η κυβέρνηση φαίνεται να επιλέγει έναν δρόμο που θυμίζει ξεκάθαρα τις πιο προκλητικές εποχές του παλιού ΠΑΣΟΚ: σπατάλη, πελατειακές λογικές και πλήρης ασέβεια προς το δημόσιο χρήμα.
Τελευταίο χαρακτηριστικό παράδειγμα, τα στοιχεία στη Διαύγεια, σύμφωνα με τα οποία ο αναπλ. υφυπουργός Μεταφορών Κωνσταντίνος Κυρανάκης δαπάνησε 2.021,00 ευρώ για να ταξιδέψει στη Βαλένθια και να επισκεφθεί το «Τοπικό Κέντρο Διοίκησης Σιδηροδρόμων».
Το ποσό είναι από μόνο του προκλητικό, αλλά η ουσία βρίσκεται αλλού: Ποια ήταν η πραγματική χρησιμότητα αυτού του ταξιδιού για τον Έλληνα φορολογούμενο; Ποιες αποφάσεις ή πρακτικές εφαρμογές προέκυψαν; Ήθελε να εμπνευστεί από τον ισπανικό σιδηρόδρομο; Δεν γνωρίζουν άραγε τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν στην Ελλάδα, την ώρα τα τρένα εξακολουθούν να ταξιδεύουν χωρίς τα απαραίτητα συστήματα ασφαλείας που δεν τοποθετήθηκαν παρά τη Σύμβαση 717; Ή μήπως πρόκειται για μία ακόμη «εκδρομή» με χρήματα του κράτους;
Ακόμη πιο εξοργιστική είναι η περίπτωση του Σταύρου Παπασταύρου, ο οποίος δαπάνησε 2.890 ευρώ για να παρευρεθεί σε «συνάντηση εργασίας» στο πλαίσιο συνεδρίου του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ), δηλαδή μια κομματική εκδήλωση, η οποία καμία σχέση δεν έχει με τη θεσμική λειτουργία της κυβέρνησης.
Το ερώτημα είναι σαφές: Από πότε τα κόμματα καλύπτουν τις κομματικές τους υποχρεώσεις με τα λεφτά των φορολογουμένων; Μήπως τελικά το κόμμα και το κράτος είναι, για ορισμένους, ένα και το αυτό;
Αυτού του είδους η συμπεριφορά δεν είναι απλώς ανήθικη – είναι πολιτικά επικίνδυνη. Υπονομεύει την εμπιστοσύνη των πολιτών στη δημοκρατία, ενισχύει την απαξίωση προς το πολιτικό σύστημα και δείχνει ότι η κυβέρνηση είτε δεν μπορεί είτε δεν θέλει να διαχειριστεί με υπευθυνότητα τα δημόσια οικονομικά. Όλα αυτά θυμίζουν, δυστυχώς, τις «χρυσές εποχές» της κακοδιαχείρισης και της πολιτικής φαυλότητας που χαρακτήρισαν την περίοδο του ΠΑΣΟΚ.
Η κυβέρνηση δεν μπορεί να συνεχίσει να πορεύεται με τη λογική του «λεφτά υπάρχουν» για τα δικά της στελέχη, την ώρα που κόβονται επιδόματα, δεν καλύπτονται βασικές ανάγκες σε υγεία και παιδεία, και οι πολίτες καλούνται να πληρώσουν τον λογαριασμό.