Τί εξυπηρετεί μια ανάρτηση για τον Καποδίστρια;

430

Γράφει ο Στέλιος Ιατρού.

Σχετικά με την ανάρτηση του Greece 2021 για τον Καποδίστρια, απαντώ στον προβληματισμό που ο Χρήστος Μυτιλινιός έθεσε στην εκπομπή του, Black Out στα Παραπολιτικά 90.1 FM, τη Δευτέρα 4 Μαΐου

Το ζήτημα δεν είναι η ερμηνεία και η αποτίμηση του έργου και της προσωπικότητας του Καποδίστρια μέσα από μιαν ανάρτηση, αλλά το τί εξυπηρετεί η ανάρτηση από ένα όργανο όπως το Greece 2021 στις μέρες μας.

Όλα είναι θέμα συμφραζομένων.

Παράδειγμα: το να πεις «συγγνώμη» και το να πεις «λυπάμαι πολύ» είναι το ίδιο, αλλά όχι εάν πας και τα πεις σε μια κηδεία, γιατί εκεί το «συγγνώμη» συμπαραδηλώνει πως ομολογείς ενοχή για τον θάνατο του κηδευομένου.

Συμφραζόμενα, λοιπόν, εντός των οποίων θα αποκτήσει νόημα αυτή η κάπως δυσερμήνευτη ανάρτηση.

Η ανάρτηση ήταν αιχμή εναντίον της Κυβέρνησης που υποχρεώθηκε να κυβερνήσει αυτό το διάστημα με αναγκαστικό δίκαιο, το δίκαιο της κρίσης της πανδημίας, γι’ αυτό και επελέγη απ’ τον συντάκτη της να φωτίσει το έργο και την προσωπικότητα του Καποδίστρια ως δικτάτορα, ενώ ήταν Κυβερνήτης, προβάλλοντας σημερινούς προβληματισμούς πάνω στις έκτακτες μετεπαναστατικές περιστάσεις, παραγνωρίζοντας τα συμφραζόμενα της εποχής τους.

Υπάρχει δηλαδή πρόθεση πίσω απ’ την ανάρτηση, δεν προέκυψε από ατύχημα η επιλογή των λέξεων. Τούτο πρέπει να προσεχτεί.

Είθισται, βέβαια, κάθε γενιά ιστορικών να ρίχνει φως στο παρελθόν με τα μάτια του παρόντος της, και τα διαχρονικά έργα είναι κείνα που ισορροπούν ανάμεσα στον σύγχρονό τους προβληματισμό και στην ορθή και αληθή ένταξη των υπό εξέταση γεγονότων και φαινομένων μέσα στα συμφραζόμενά τους.

Διότι χωρίς ένταξη στα συμφραζόμενα δεν θα κατανοήσουμε εκείνο το παρελθόν, αλλά μάλλον θα μιλήσουμε για την εποχή μας με αφορμή το παρελθόν.

Αυτό λέω και στο τελευταίο άρθρο μου στο Mea Culpa για το πώς θα δει την εποχή μας ο ιστορικός του μέλλοντος.

Ορθή και αληθή λέμε τη μέθοδο που συλλέγει αληθή τεκμήρια, δεν τα διαστρεβλώνει φορώντας κόκκινα γυαλιά, και με ορθή συλλογιστική πορεία που δεν βιάζει την κοινή λογική εξάγει συμπεράσματα στηριγμένα πάνω σε όλα τα διαθέσιμα, σχετικά τεκμήρια — που αυτά είναι τα οποία καθοδηγούν την έρευνα, όχι οι προδιαγεγραμμένες μας ιδεολογίες προτού καν ξεκινήσουμε την έρευνα.

Λένε πολλοί, «σεβόμαστε την ερμηνεία που δίνει ο ένας ή ο άλλος ιστορικός».

Όχι. Καθόλου δεν είναι έτσι.

Στην επιστήμη δεν σεβόμαστε τις ερμηνείες επί της πραγματικότητας, γιατί οι ερμηνείες δεν είναι γνώμες σ’ ένα δημοκρατικό πολίτευμα. Η επιστήμη δεν είναι δημοψήφισμα για νά ’χουν όλοι γνώμη κι αυτή η γνώμη ν’ αξιώνει μάλιστα ίδιο σεβασμό όπως τα δεδομένα της πραγματικότητας.

Πολλοί μπορεί να νομίζουν κάτι, μα τούτο δεν το κάνει σωστό, ενώ μπορεί ένας να είναι ο μόνος που έχει τεκμηριώσει κάτι, και τούτο δεν το κάνει λάθος, επειδή δηλαδή είναι μόνο ένας εκείνος που το υποστηρίζει, εφόσον, επαναλαμβάνω, το έχει τεκμηριώσει.

Στην επιστήμη δεν σεβόμαστε μιαν ερμηνεία αλλά της επιτιθέμεθα και εξετάζουμε εάν ισχύει, εάν επαληθεύεται απ’ τα τεκμήρια, εάν ερμηνεύει χωρίς στρεβλώσεις ή δυσβάσταχτα κενά το αντικείμενο που ανέλαβε να εξηγήσει. 

Εάν καταρρίψω με μια δική μου εργασία την ερμηνεία κάποιου άλλου, και το πόρισμά μου επαληθευθεί από την επιστημονική κοινότητα, και η προσέγγισή μου ανοίξει δρόμους στον προβληματισμό, που μέχρι τότε μας είχαν διαλάθει, κι έτσι φωτίζεται πληρέστερα το αντικείμενο, τότε η καταρριφθείσα ερμηνεία δεν παραμένει εξίσου σεβαστή σε κάποιο ράφι των σεβαστών γνωμών που όμως κατερρίφθησαν, όπως άκριβώς ένα αναποτελεσματικό εμβόλιο δεν εξακολουθεί να κυκλοφορεί με το ίδιο κύρος παράλληλα με το αποτελεσματικό που το αντικατέστησε.

Η καταρριφθείσα ερμηνεία απορρίπτεται, και εγκαταλείπεται σταδιακά ή γρήγορα απ’ την κοινότητα, αφού οι ανεπάρκειες, τα κενά, και τα ελλείμματά της έχουν καταδειχτεί και είναι περισσότερα απ’ τα δυνητικά της οφέλη.

Στην επιστήμη δεν έχουμε ιερές αγελάδες, γιατί δεν είμαστε θρήσκευμα, αλλά επιστήμη. Τιμούμε τους συναδέλφους, αλλά το έργο τους το μελετάμε εξονυχιστικά, και, για να προχωρήσει η επιστήμη, δεν το σεβόμαστε, αλλά το εξετάζουμε, και διαπιστώνουμε εάν αξίζει να το έχουμε σε υπόληψη ή όχι.

Εάν το σεβόμασταν, θα σεβόμασταν και τον χώρο που καταλαμβάνει μέσα στη βιβλιογραφία και δεν θα ’χαμε χώρο για να οικοδομήσουμε το δικό μας έργο. Εάν το πλησιάζαμε με δέος ή φόβο, τότε τα ψυχικά αυτά πάθη θα μας παρεμπόδιζαν κατά την κρίση και αξιολόγηση των αρετών και των ελαττωμάτων του.

Δεν θα κάναμε, τότε, επιστήμη, αλλά δημόσιες σχέσεις. Και πολλοί κάνουν αυτό, αλλά τότε δεν κάνουν επιστήμη, και πολύ πριν βγουν στη σύνταξη έχει καταστεί σαφές πως δεν αφήσαν πίσω τους καμία κληρονομιά.

Η ανάρτηση του Greece 2021 αδικεί την επιστήμη γιατί εξαίρεσε χειρουργικά, σαν να ήταν όγκος, ένα απόσπασμα από ’να κείμενο, και έτσι προκάλεσε την εντύπωση πως για ν’ ακουστεί κάτι καλά θα κάνει να είναι εικονοκλαστικό, και πως η επιστήμη μας είναι θέμα ερμηνείας, ενώ είναι θέμα ερωτημάτων και επεξεργασίας τεκμηρίων, που, όπως είπα ανωτέρω, αυτά καθοδηγούν την έρευνα, τα ερωτήματα και τα τεκμήρια, κι όχι οι προκαταλήψεις μας, οι ιδεολογίες, ή οι επιθυμίες μας.

Ο Τζων Άνταμς είχε πει πως τα δεδομένα της πραγματικότητας είναι ξεροκέφαλα πράγματα που δεν υπακούουν στις γνώμες, τα πάθη, τις δοξασίες, τις επιθυμίες, και τις ιδεολογίες μας, σε όσα θέλουμε ν’ αποδείξουμε δηλαδή πως ισχύουν προτού καν ριφθούμε με αυταπάρνηση πάνω στο υλικό των τεκμηρίων που έχουμε διαθέσιμα για να βγάλουμε μιαν άκρη.

Το καλό με την επιστήμη είναι πως τα πορίσματά της ισχύουν ακόμα κι αν δεν μας μοιάζουν πιστευτά, γιατί το πεδίο της δράσης της δεν είναι οι πεποιθήσεις και οι πίστεις, αλλά η γνώση και η επαληθεύσιμη ερμηνεία.

Επειδή κι εσύ παρατήρησες, Χρήστο, πως η ανάρτηση δεν μοιάζει να υπηρετεί ενωτική σκοπιμότητα — αν και μπορεί να υπηρετεί ενωτική σκοπιμότητα σε μια κοινότητα που αναζητά στο παρελθόν τα υλικά για οικοδομήσε σήμερα την ταυτότητά της — τούτο σε υποχρεώνει ν’ αναρωτηθείς «τότε ποιά σκοπιμότητα υπηρετεί;» 

Πιστεύει κανείς άραγε πως με μιαν ανάρτηση στα σόσιαλ μίντια φιλοδοξούσε ο συντάκτης της να συνταράξει τα επιστημονικά πράγματα ανοίγοντάς μας τα μάτια σε θεάσεις που δεν είχαμε φανταστεί;

Όχι βέβαια. Τα σόσιαλ τα χρησιμοποιούμε για να σχολιάζουμε την επικαιρότητα, κι επομένως κι αυτή η ανάρτηση έγινε για να σχολιάσει την επικαιρότητα κάτω απ’ το λεπτό πέπλο ενός επιστημονισμού, αφού όταν δημοσιεύεις επιλεκτικά ένα απόσπασμα αυτό δεν είναι επιστήμη αλλά πράξη που υποδύεται την επιστήμη, ώστε να δανειζόμενη κύρος απ’ την επιστήμη να επενδύσει με κύρος ένα εφήμερο σχόλιο επί της επικαιρότητας, πράγμα που πάντοτε ήταν ο σκοπός της ανάρτησης.

Η ερμηνεία του παρελθόντος κάποια στιγμή φτάνει — ωφέλιμα, λέω ’γω — καί να συμβάλλει στην ερμηνεία του παρόντος. Καμιά φορά, όμως, όχι σπάνια μάλιστα, ξεκινάμε να στρέφουμε το βλέμμα στο παρελθόν για να οικοδομήσουμε φαντασιακές κοινότητες στο παρόν (όρος του Μπένεντικτ Άντερσον), δηλαδή, για παράδειγμα, αναζητούμε ιδεολογικούς προγόνους στο παρελθόν για να οικοδομήσουμε σήμερα την ταυτότητα του φιλελευθερισμού ή του δεσποτισμού, χρωματίζοντας προθέσεις και συμπεριφορές του παρελθόντος με χρώματα του παρόντος μας. Αυτή είναι ήδη μια ιδεολογική θέαση του παρελθόντος, και μια ιδεολογική χρήση της Ιστορίας.

Η ανάρτηση μίλησε για δικτάτορα Καποδίστρια, που η προβλεπόμενη ως εφταετής διακυβέρνησή του έμελλε ν’ αποθέσει τα όντως φιλελεύθερα Συντάγματα του Αγώνα, γιατί ήθελε συνειρμικά να μας προβάλει ως δικτάτορα κάποιον άλλο, κάποιον στην εποχή μας, που περιέστειλε ελευθερίες της καθημερινότητας και λειτουργίες των θεσμών. Υποδόρια, διά του συσχετισμού των περιστάσεων, ετεροτοπισμένων απ’ τα συμφραζόμενά τους. 

Αυτό πρέπει να προβληματίσει την Κυβέρνηση, γιατί μπορεί να φαίνεται έλασσον, όμως εντάσσεται ομαλά μέσα σε μια συμπεριφορά, και η Κυβέρνηση οφείλει να εφαρμόσει multitasking: καί με την πανδημία ν’ ασχοληθεί, καί με την ύφεση, καί με το τί συνέβη εδώ.