Τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα για να προσελκύσει ξένες άμεσες επενδύσεις

695

Συζητούν ο Δημήτρης Τζανιδάκης και ο Στέλιος Ιατρού

Ήταν Φλεβάρης όταν πρωτοκαθίσαμε με τον Δημήτρη, εκείνος στο Λονδίνο κι εγώ στη Θεσσαλονίκη, χαλαρά σχεδιάζοντας να κουβεντιάσουμε ένα θέμα των μακρινών εκείνων εποχών της πολυτέλειας, όταν ακόμα προλαβαίναμε να προβληματιστούμε για πώς συλλογίζονται οι άνθρωποι, μα στο μεταξύ πέρασε ο Μάρτης και μας βρήκε ο Απρίλης, σε μιαν απρόβλεπτη διαδοχή εβδομάδων που γίναν μέρες αιφνιδιασμού και τελικά ώρες που με τη βαρύτητά τους καμπυλώνουν βίαια γύρω μας την εμπειρία της Ιστορίας μέσα από βιώματα που μας συνθλίβουν.

Απλώσαμε το θέμα μας πάνω σ’ ένα τραπέζι ανάμεσα σε τσάι και βουτήματα: ποιά είναι η θέση της Ελλάδας που εξήλθε από την πρώτη φάση των Μνημονίων, όταν ακόμα μας επιτηρούσαν στενά οι Θεσμοί, και ετοιμάζεται να επιστρέψει στη διεθνή κονίστρα προσβλέποντας στην προσέλκυση Άμεσων Ξένων Επενδύσεων, που θα τις λέμε παρακάτω και με το αγγλικό τους όνομα: Foreign Direct Investments (FDIs). Από τότε βέβαια προέκυψε η παγκόσμια κρίση του κορονοϊού, όμως, κατά την εκτίμησή μας, όσα κουβεντιάσαμε συνιστούν διαχρονικές όψεις του ζητήματος συνάμα με την τρέχουσα δοκιμασία.

Στέλιος: Λοιπόν, Δημήτρη, οι περιώνυμες ξένες επενδύσεις που πασχίζουμε να φέρουμε στον τόπο μας μοιάζουν μ’ έναν φευγαλέο μονόκερο που για τον προσελκύσουν οι οικονομίες του πλανήτη, τόσο οι ανεπτυγμένες όσο και οι αναπτυσσόμενες, βάζουν τα πιο λευκά τους άσπιλα προικιά και διαφημίζουν την παρθενιά τους. Ο μονόκερος όμως είναι επιλεκτικός, γιατί όπως λέει το Κατά Ματθαίον 22, 14: «πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί», ειδικά απ’ την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 κι εξής, όταν κατέστη ακόμα πιο επιφυλακτικός απέναντι σ’ όσους του κάνουν νεύμα να τους πλησιάσει.
Επειδή ο Αντισθένης μας συμβουλεύει να καλοσκεφτούμε τους ορισμούς των πραγμάτων, τί είναι οι άμεσες ξένες επενδύσεις; Γιατί τις λέμε «άμεσες»; Τί λογής, μορφής, και έκτασης επένδυση πρέπει να είναι για να νοείται ως τέτοια;

Δημήτρης: Στέλιο, θα προσπαθήσω να επιστρατεύσω αρχικά μια τεχνοκρατική ματιά πάνω στο θέμα μας, αλλά με απλά λόγια. Κάθε μακροπρόθεσμη επένδυση που επιχειρείται στην αγορά μιας χώρας από επενδυτή του οποίου η έδρα βρίσκεται στην αγορά μιας άλλης χώρας ονομάζεται ξένη άμεση επένδυση. Άμεσες είναι οι ξένες επενδύσεις που αφορούν ένα ολοκληρωμένο επενδυτικό σχέδιο εν αντιθέσει με τις έμμεσες που έχουν να κάνουν με εξαγορά μετοχών ή συγχωνεύσεις εταιρειών.

Στέλιος: Εισήγαγες, βλέπω, δυο κρίσιμους όρους: «μακροπρόθεσμη επένδυση» και «ολοκληρωμένο επενδυτικό σχέδιο». Επομένως μιλάμε για οικονομική δραστηριότητα μακράς πνοής που διέπεται από σχεδιασμό. Αυτά θα τα βρούμε στη συνέχεια μπροστά μας.
Πες μου, γιατί οι εθνικές οικονομίες αγωνίζονται να προσελκύσουν FDIs, και τι προσδοκούν να επωφεληθούν απ’ αυτές; Άραγε τα οφέλη δικαιολογούν τον καταβαλλόμενο κόπο, ή μήπως αυτά είναι ρητορικά punchlines των εκάστοτε κυβερνήσεων; Μήπως πλανιέμαι συλλογιζόμενος πως το όφελος θα πρέπει μεν να εγγράφεται στα λογιστικά φύλλα αλλ’ από κει να διαχέεται θετικά καί στην καθημερινότητα της οικονομίας υποδοχής τους;

Δημήτρης: Όπως αντιλαμβάνεσαι, Στέλιο, οι FDIs συμβάλλουν στην ανάκαμψη της οικονομίας ενός κράτους και δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, καθώς και ένα κλίμα εμπιστοσύνης προς τη χώρα. Aναμφίβολα αποτελούν έναν σημαντικό δείκτη αξιολόγησης της εκάστοτε κυβέρνησης και γι’ αυτό οι πολιτικοί — δικαιολογημένα κατ’ εμέ — αναφέρονται τόσο συχνά σε αυτές.

Έθεσες όμως και μια ενδιαφέρουσα παράμετρο, αυτήν του οφέλους, υπαινισσόμενος μάλιστα την απόσταση ανάμεσα στο όφελος που αποτυπώνεται λογιστικά και σε αυτό που περνά στην καθημερινότητα του πολίτη.

Σου υπενθυμίζω πως στη μακροοικονομία υπάρχει ένα διάνυσμα χρόνου μεταξύ μιας μεταβολής ενός οικονομικού δείκτη και της στιγμής που η μεταβολή αυτή γίνεται αντιληπτή στην πραγματική οικονομία. Προσωπκά θεωρώ πως τα οφέλη δεν διαχέονται στο βαθμό που θα έπρεπε, χωρίς αυτό να σημαίνει πως τα οφέλη δεν είναι πολλαπλά και σημαντικά. Εσύ τι σκέφτεσαι σχετικά με τα οφέλη που προκύπτουν από τις FDIs;

Στέλιος: Τα οφέλη πρέπει να νοούνται γενικώς ως συμπληρωματικά προς την εσωτερική αναπτυξιακή διαδικασία που κατεξοχήν οφείλει ν’ αποσκοπεί στο ν’ αξιοποιήσει τις επιχώριες δυνάμεις, δυνατότητες, πόρους.

Η προσέλκυση FDIs πρέπει να στοχεύε πρώτον στο να εξασφαλίσει μιαν εισροή κεφαλαίου στην οικονομία που θα είναι σταθερότερη και πιο πειθαρχημένη απ’ την εισροή πτητικότερων θα λέγαμε κεφαλαίων, που ανήκουν δηλαδή σε περισσότερο ευμετάβολες και πιο τυχοδιωκτικές επενδύσεις που είναι ευάλωτες στις βραχυπρόθεσμες ταραχές της παγκόσμιας οικονομίας, και δεύτερον πέραν απ’ τα κεφάλαια καθαυτά να διευκολυνθεί και η μεταφορά τεχνολογίας και τεχνογνωσίας απ’ τις προηγμένες οικονομίες προέλευσης προς την αναπτυσσόμενη οικονομία υποδοχής, ένα “spillover effect” που θ’ απλωθεί πάνω στις επιχώριες επιχειρήσεις, ώστε να έχουμε ορατές, μετρήσιμες, απτές, θετικές μεταβολές και προσαρμογές της οικονομίας υποδοχής απέναντι στις προκλήσεις του διεθνούς οικονομικού συστήματος.

Δημήτρης: Τί εννοείς μεταβολές και προσαρμογές;

Στέλιος: Αντιλαμβάνομαι το διεθνές περιβάλλον μιας οικονομίας ως ένα σύστημα με παραμέτρους που διαρκώς οργανώνονται σε σχέσεις διάδρασης, εξάρτησης, επίδρασης, διάχυσης, κ.ο.κ. με γείτονες και μακρινούς συνεργάτες. Αυτή η διαρκώς υπό διαμόρφωση πραγματικότητα γεννά προκλήσεις, όπως είναι η μεταβολή των τρόπων οργάνωσης του συστήματος, και απέναντι στις προκλήσεις αυτές μια οικονομία καλείται να εξελίξει και να εκδηλώσει προσαρμοστικές συμπεριφορές προκειμένου να επιβιώσει παρά τις αντιξοότητες.
Οι συμπεριφοριστές ψυχολόγοι ορίζουν ως μάθηση της τροποποίηση της συμπεριφοράς ενός υποκειμένου. Εάν δεν μάθει κανείς προσασμοζόμενος έγκαιρα και αποτελεσματικά, καταβάλλοντας συνάμα δαπάνη αναλογική του προσδοκόμενου οφέλους, τότε θα βλαφτεί και θα μείνει πίσω από τις εξελίξεις. Σε τούτο, η μετάδοση τεχνογνωσίας από την οικονομία προέλευσης μιας FDI στην οικονομία υποδοχής συμβάλλει θετικά, και λογίζεται στα οφέλη.
Στα οφέλη για μιαν οικονομία λογίζεται και η θεσμική της ωρίμανση που θα επιτρέψει την προσέλκυση των FDIs αλλά και θα διευκολύνει την καρποφορία τους. Εδώ κάπως κυκλικά λειτουργεί η διεργασία: πρέπει να στηθεί μια υποδομή, που θα εξελιχθεί και στη συνέχεια καθώς οι FDIs θα διαμορφώνουν γύρω τους το περιβάλλον τους.

Δημήτρης: Επομένως μέχρι τώρα έχουμε εγγράψει στα οφέλη την απτή παραγωγή πλούτου, τη δημιουργία θέσεων εργασίας, τη μετακένωση τεχνογνωσίας και άυλων assets, τη διαμόρφωση διεθνούς κλίματος εμπιστοσύνης προς την οικονομία υποδοχής, τις προσαρμοστικές εξελίξεις μιας οικονομίας που πυροδότησε η μηχανή των FDIs — σωστά;

Στέλιος: Ναι, αλλά εδώ να συμπληρώσω πως η συμπεριφορά της επένδυσης δεν πρέπει να είναι αποικιοκρατική απέναντι στην οικονομία υποδοχής, εάν θέλουμε να είναι αμοιβαία επωφελής η σχέση. Δεν μιλάμε για ισορροπημένα ωφέλιμες FDIs, όταν ας πούμε όλο το αρόσιμο έδαφος μιας χώρας παραδοθεί στην καλλιέργεια καλαμποκιού για την παραγωγή βιοαιθανόλης που θα σταλεί στο εξωτερικό, μα την ίδια στιγμή ενσκήπτει λιμός στον πληθυσμό της χώρας. Είναι άλλο πράγμα η προσδοκία οφέλους για τον επενδυτή, που κινητροδοτείται κερδοσκοπικά, κι άλλο η προσδοκία οφέλους για τη χρηστή ηγεσία ενός τόπου που θεωρητικά μεριμνά για την ευημερία του λαού της, αν και βέβαια η κοινή εμπειρία μας έχει δείξει πως συνηθέστερα το κεντρικό της κίνητρο είναι να φοδράρει τις τσέπες της με μαύρο χρήμα.

Δημήτρης: Πάμε πίσω στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Συμφωνείς πως τις χρειαζόμαστε και πως οι FDIs παρέχουν έναν μηχανισμό καταπολέμησης της ανεργίας σε μια χώρα λαβωμένη από την πρόσφατη κρίση;

Στέλιος: Ναι, έτσι είναι. Σκέφτομαι, όμως, πως συνήθως οι προσλήψεις προσωπικού φτάνουν σχετικά γρήγορα σε ένα plateau και μετά σαν να μην συμβαδίζουν με τις διαρκώς διογκούμενες νέες ανάγκες που προκύπτουν στην οικονομία υποδοχής. There’s only so much a single investment can do.

Μ’ αυτό θέλω να υπογραμμίσω πως όταν μια οικονομία καλωσορίζει μετά βαΐων και κλάδων έναν επενδυτή ενός τομέα, λογουχάρη μιαν εταιρεία υψηλής τεχνολογίας, είναι σφάλμα ερασιτεχνισμού ή και λαϊκισμού να βγει ένας πολιτικός ιθύνων, λογουχάρη πρόεδρος, πρωθυπουργός, υπουργός, κ.ο.κ., και να διατυμπανίζει κάπως τριτοκοσμικά και κοντόφθαλμα, «τρεχάτε χωριανοί, κατέφθασε ο τάδε κολοσσός για να φτιάξει μια παραγωγική μονάδα!», χτυπώντας ένα καμπανάκι στους ανταγωνιστές του επενδυτή πως η μικρή οικονομία του έκλεισε για κείνους, οι οποίοι εάν επένδυαν με τη σειρά τους θα συνέβαλλαν καί με τις δικές τους παραγωγικές μονάδες περαιτέρω στην απορρόφηση προσωπικού.

Δημήτρης: Πού απέτυχε η Ελλάδα στο παρελθόν, κατά τη γνώμη σου; Ίσως έτσι να βρούμε και τί μπορούμε να κάνουμε σήμερα.

Στέλιος: Εύλογη σκέψη. Η προσέλκυση FDIs δεν βρέθηκε μέσα στις ειλικρινείς προθέσεις διαδοχικών κυβερνήσεων, και τούτο φάνηκε απ’ τα γεγονότα. Ήταν περισσότερο μια μοδάτη παράγραφος που έκλεινε generic ομιλίες συντασσόμενες κοπυπαστηδόν ενώπιον ανέμελων κομματικών ακροατηρίων, όπως περίπου στις μέρες μας η ρηχή ρητορική για τη νεοφυή επιχειρηματικότητα κι άλλες τέτοιες μοντερνιές, που παρέχουν την ευκαιρία για ναρκισσιστικό αυτοεγκωμιασμό ότι βρισκόμαστε σ’ επαφή με τις διεθνείς τάσεις.

Τα παραδείγματα κορυφαίων υπουργών της περιόδου του ψευδεπίγραφου Εκσυγχρονισμού, οι οποίοι καταδικάστηκαν και οδηγήθηκαν στις φυλακές για πλουτισμό από διαφθορά διάφορης έκτασης φανερώνουν επίσης πως στην πατρίδα μας οι ιθύνοντες υπενθύμιζαν μ’ ευθείς και πλάγιους τρόπους στους επενδυτές ότι όλα περνούσαν απ’ το υπουργικό τους γραφείο, κι όχι μέσα από απρόσωπες διεργασίες ενός σταθερού θεσμικού πλαισίου. Τροπολογίες κόβονται και ράβονται με φωτογραφικό περιεχόμενο, κι αυτό αποθαρρύνει τον επενδυτή που γνωρίζει πως δεν είναι ισόπεδο το έδαφος του ανταγωνισμού, ή ενθαρρύνει εκείνον που είναι πρόθυμος να συνδιαλλαγεί κάτω απ’ το τραπέζι, χωρίς ωστόσο να έχει αυταπάτες πως τα οφέλη απ’ αυτή τη διαφθορά θα είναι εφήμερα, μέχρι να εγκατασταθεί ο επόμενος υπουργός. Είχες αναφέρει το μακρόπνοο επενδυτικό σχέδιο, και δεν μπορώ να φανταστώ ένα τέτοιο σχέδιο να προβλέπει τη διαρκή ροή μαύρου χρήματος.

Επομένως, είναι απαραίτητη η εγκατάσταση μιας νομικής διαύγειας, η εμπέδωση διαδικαστικής απλότητας, και η αποπροσωποποίηση των μηχανισμών, με την απομάκρυνση του πολιτικού προσωπικού απ’ το αλισβερίσι με τους επενδυτές, παράδοση μακρά στον τόπο μας. Να μην υπάρχει καν αλισβερίσι. Περιπτώσεις οικονομιών με πολιτική, πολιτειακή, και οικονομική αστάθεια, μεσοπρόθεσμη αβεβαιότητα, πολιτική παρεμβατικότητα συνυφασμένη με την ενός ανδρός αρχή, ασάφεια ή ανεπάρκεια κανόνων, και με μακροχρόνιες στρεβλώσεις στο οικονομικό μοντέλο, καθιστούν προβληματική την προοπτική κερδοφορίας των επενδύσεων, και αποτρέπουν την προσέλκυση FDIs, γιατί όλα αυτά καταγράφονται λεπτομερώς και τεκμηριώνουν αρνητικές εισηγήσεις των αναλυτών προς τους ενδιαφερόμενους επενδυτές.

Τέτοιο ήταν το παράδειγμα της Τουρκίας του Ερντογάν: εκεί, παρά το ανειλικρινώς φιλελεύθερο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του λαϊκιστή προέδρου στην αρχή της διακυβέρνησής του, που ήταν επιφανειακά σχεδιασμένο για να προσελκύσει FDIs, αυτές παρέμειναν σε οριακά επίπεδα συγκριτικά με τις ανταγωνιστικές της αναδυόμενες οικονομίες, την ίδια στιγμή που οι συντριπτικά μεγαλύτερες εισροές κεφαλαίων στη χώρα ήσαν οι βραχυπρόθεσμες και οι έμμεσες. Η οικονομία της παραγωγής και του χρήματος είναι μια οικονομία σχέσεων από προθέσεις, προσδοκίες, βουλήσεις, ενέργειες, πρωτοβουλίες, σχέσεις τελικά ισχύος και έργου, κι αυτό το οικοδόμημα πατάει πάνω καί στην ψυχολογία, πάνω στις αντιλήψεις που διαμορφώνονται για κάθε συστατικό μιας πραγματικότητας, και πάνω στις επεξεργασίες των αντιλήψεων με κεντρικό κριτήριο το ερώτημα στο μυαλό κάθε επενδυτή: «αυτό πώς θα με ωφελήσει; Γιατί να ρισκάρω;»

Φλυάρησα πάλι. Συνάμα με τις αμέτρητες παρατηρήσεις σου σ’ όσα αράδιασα, ας αρχίσουμε να εξετάζουμε τί βρίσκεται πίσω απ’ την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, ώστε να δούμε πώς θα τις προσελκύσει η Ελλάδα, το τιμόνι της οποίας μήτε εγώ μήτε εσύ κρατάμε στα χέρια μας, αλλά μπορεί να μας διαβάζει και κανείς υπεύθυνος και να μας δώσει καμιά δουλειά στρατηγικού συμβούλου.

Πρώτες σκέψεις: υποθέτω πως είναι ένας συσχετισμός ανάμεσα στα assets των επιχειρήσεων που ενδιαφέρονται να επενδύσουν και στα assets της οικονομίας υποδοχής, και μάλιστα τέτοιας λογής συσχετισμός που να αξιολογείται θετικά από τον επενδυτή ως δυνητικά ωφέλιμος.

Αν το δούμε ακόμα ευρύτερα, τί κάνει έναν επενδυτή να σηκωθεί να φύγει από έναν τόπο για να εγκαταστήσει αλλού την παραγωγική μονάδα του, προκειμένου να αξιοποιήσει αποτελεσματικότερα τα πλεονεκτήματα της επιχείρησής του και τα προσδοκώμενα πλεονεκτήματα της χώρας υποδοχής της επένδυσης, ώστε να προσθέσει αξία στο προϊόν του;

Είναι μήπως η προσδοκία πως εκεί θα μονοπωλήσει την οικονομία υποδοχής, απαλλασσόμενος απ’ τον ανταγωνισμό μέσα στα πόδια του; Μ’ άλλα λόγια, μήπως έσφαλα νωρίτερα, όταν υποστήριζα πως οι σοβαροί επενδυτές αποστρέφονται τη διαφθορά, αλλ’ αντιθέτως την αποδέχονται και μάλιστα την τροφοδοτούν ασμένως, ώστε να μονοπωλήσουν το πεδίο; Ας πούμε, αν και δεν συνιστούν παραδείγματα άμεσων ξένων επενδύσεων, η διεθνής επιχειρηματική συμπεριφορά των Siemens και Novartis είναι κανόνας;

Δημήτρης: Στέλιο, η αλήθεια είναι πως έφερες στη συζήτηση πολύ σημαντικά arguments και κυρίως ανέδειξες τον πυρήνα του θέματος μας που δεν είναι άλλο από το τί κάνει έναν επενδυτή να έρθει να επενδύσει σε μια ξένη χώρα και τί προϋποθέσεις πρέπει να πληροί η εν λόγω χώρα ώστε να καταστεί πόλος έλξης.

Ως γνωστόν, μια ξένη άμεση επένδυση κοστίζει και εμπεριέχει σημαντικά ρίσκα για τον επενδυτή, πολιτικού, κοινωνικού και κυρίως οικονομικού περιεχομένου. Συνεπώς για ποιούς λόγους έναν επενδυτής πραγματοποιεί μια FDI?

Ας ξεκινήσουμε με το λεγόμενο Market Seeking. Ένας επενδυτής διεισδύει σε νέες αγορές προκειμένου να αυξήσει το οικονομικό όφελός του πουλώντας τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες του. Επιπρόσθετα, για να αυξήσει την αποδοτικότητα και τη δραστηριότητά του μέσω της παραγωγής προϊόντων σε διαφορετικές συνθήκες από την φυσική έδρα. Σημαντικό παράγοντα αποτελεί φυσικά και η φορολογία. Πολλές FDIs έχουν καθαρά φορολογικό χαρακτήρα, όπου ο επιχειρηματίας προκειμένου να αποφύγει την υψηλή φορολογία στην χώρα που εδρεύει, επενδύει σε μια χώρα υποδοχής με ευνοϊκότερους φορολογικούς όρους. Η αναζήτηση κεφαλαίων και πόρων είναι επίσης σημαντικός λόγος για κάποιον που προχωρά σε μια ξένη άμεση επένδυση. Θυμίζω περιπτώσεις όπως η Exxon Mobil ή την πρόσφατη εξαγορά στρατηγικού χαρακτήρα της IBM από τη Lenovo.

Μιας και είπα εξαγορά, καλό είναι να αναφερθούμε και στους τρόπους που μπορεί να πραγματοποιηθεί μια ξένη άμεση επένδυση. Η μία περίπτωση είναι η μέθοδος Greenfield όπου ο επενδυτής στήνει στην χώρα υποδοχής μια εξ ολοκλήρου νέα επένδυση από το μηδέν. Πολύ συνηθισμένη είναι και η μέθοδος Μ&Α (Merge & Acquisitions) όπου ο επενδυτής εξαγοράζει μια ήδη υπάρχουσα εταιρεία και επενδύει με βάση αυτή. Θυμίζω χαρακτηριστικά τη γνωστή περίπτωση του Αστέρα Βουλιαγμένης όπου η Four Seasons, εξαγόρασε το υπάρχον ξενοδοχείο και επένδυσε με άξονα αυτό.

Ίσως κουράσω με την πολλή θεωρία, έχω την αίσθηση όμως πως βοηθά στην οικονομία της συζήτησης μας, μιας και δε μιλάμε αυθαίρετα, αλλά βασιζόμαστε σε μακροοικονομικούς όρους και σε διεθνή πολιτική οικονομία, πράγμα χρήσιμο για την αξιοπιστία των λεγομένων μας.

Όσον αφορά τα φαινόμενα Novartis και Siemens που ανέφερες προηγουμένως, θέλω να είμαι ξεκάθαρος. Φυσικά και είναι κατακριτέα η τακτική πολλών εταιρειών να χρησιμοποιούν αθέμιτα μέσα ώστε να αυξήσουν την κερδοφορία τους. Αποτελεί όμως μια πραγματικότητα πως είτε σε περιπτώσεις τέλειου ανταγωνισμού, είτε ολιγοπωλίου και μονοπωλίου, πολλές εταιρείες χρηματίζουν ανθρώπους σε καίρια εταιρικά και πολιτειακά αξιώματα ούτως ώστε να ευνοήσουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες τους. Είναι μία πάγια τακτική κυρίως πολυεθνικών εταιρειών που φυσικά και πρέπει να διώκεται ποινικά από τα αρμόδια διεθνή και εγχώρια όργανα, καθώς και να λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα ώστε να περιορίζονται τέτοια φαινόμενα. Αφουγκράζομαι το γεγονός πως σε ένα φιλελεύθερο και καπιταλιστικό περιβάλλον o απώτερος σκοπός είναι η αύξηση του κέρδους, αλλά η προσφιλής τακτική «κέρδος με κάθε τρόπο» μερικών εταιρειών, πρέπει επιτέλους να περιοριστεί μέσω πολύ αυστηρών προστίμων και νομικών κυρώσεων.

Αναφέρθηκες προηγουμένως, Στέλιο, στα assets της οικονομίας υποδοχής, και στο πόσο σημαντικό για μια χώρα είναι να έχει κατάλληλο και φιλικό περιβάλλον ώστε να προσελκύσει επενδυτές. Τις προάλλες ήμουν σε μια εκδήλωση του London School of Economics με θέμα το μέλλον της Ελλάδας και με ομιλητές ανθρώπους με εμπειρία σε δημόσια αξιώματα και επιφανείς ακαδημαϊκούς, όπως η Άννα Διαμαντοπούλου, ο Απόστολος Δοξιάδης και ο Αριστείδης Χατζής. Σε κατ’ ιδίαν συζήτηση που είχα μετά το τέλος της εκδήλωσης με την πρώην Ευρωπαία Επίτροπο και Υπουργό, και αφού αναλύσαμε ένα σωρό θέματα της επικαιρότητας, τη ρώτησα για την επένδυση στο Ελληνικό και για τις ξένες άμεσες επενδύσεις συνολικά. Ξέρεις τί μου απάντησε; «Ωραίο και εύκολο να διατυμπανίζουμε και να κάνουμε καλέσματα στους επενδυτές, αλλά χωρίς υποδομές, χωρίς τεχνολογία και καινοτομία, πόσοι πιστεύεις θα έρθουν να επενδύσουν;» Δεν σου κρύβω πως με έβαλε σε σκέψεις ο προβληματισμός της, ωστόσο έθιξε την αναγκαία συνθήκη της υπόθεσης FDIs: κατάλληλες υποδομές και τεχνολογία. Γιατί σημαντικό το spillover effect, που άριστα ανέφερες προηγουμένως, αλλά βασική προϋπόθεση είναι μια ήδη υπάρχουσα ικανοποιητική και προηγμένη κατάσταση στη χώρα υποδοχής.

Τις τελευταίες μέρες, Στέλιο, περνάμε όλοι μας μια πρωτόγνωρη κρίση λόγω του κορονοϊού. Παράλληλα παρατηρούμε και μια άλλη δυσάρεστη μορφή spillover effect, όπου τα απότοκα του ιού στην Κίνα, όπου γεννήθηκε, έρχονται με ραγδαίους ρυθμούς στη Γηραιά Ήπειρο, κλονίζοντάς την συθέμελα. Αφού σου ευχηθώ να είσαι υγιής και να προσέχεις όσο μπορείς τον εαυτό σου και τους γύρω σου, θα ήθελα τη γνώμη σου σχετικά με τα νέα οικονομικά δεδομένα που διαμορφώνονται σε παγκόσμια κλίμακα και πόσο αυτά θα επηρεάσουν και τις ξένες άμεσες επενδύσεις της Ελλάδας και του εξωτερικού.

Αναφέραμε προηγουμένως πόσο σημαντικό για έναν επενδυτή είναι έναν κλίμα σταθερότητας. Από τη στιγμή που παρατηρείται έναν παγκόσμιο φαινόμενο αποσταθεροποίησης, πώς πιστεύεις ότι θα επηρεαστούν οι FDIs;

Θεωρείς πως οι επενδυτές θα αντιμετωπίσουν την τωρινή κατάσταση ως ευκαιρία ή θα περιοριστούν στις προϋπάρχουσες δραστηριότητες τους;

Επίσης θα ήθελα τη γνώμη σου όσον αφορά την Ελλάδα και αν σήμερα προσφέρεται ως μια χώρα υποδοχής που πληροί σημαντικές προϋποθέσεις για την εισροή ξένων άμεσων επενδύσεων; Πάω να γεμίσω το φλιτζάνι μου για δεύτερη φορά και αναμένω τις σκέψεις σου.

Στέλιος: Ευχαριστώ για τις ευχές, και να προσέχεις κι εσύ εκεί στο Λονδίνο, γιατί ο Μπόρις μάλλον σας εγκατέλειψε στη μοίρα σας.

Όσον αφορά τα νέα οικονομικά δεδομένα που ένεκα του κορονοϊού διαμορφώνονται στην παγκόσμια κλίμακα, το πρόσφατο, παγκόσμιο χρηματιστηριακό meltdown φανερώνει γι’ άλλη μια φορά κάτι που γνωρίζαμε, την τάση δηλαδή του κόσμου του χρήματος να χάνει την ψυχραιμία του περιστασιακά κι εφήμερα όταν βρεθεί μέσα σε μια κρίση.

Η πηγή του άγχους βρίσκεται στην αβεβαιότητα για το μέλλον, και η διακύμανση στην οικονομία είναι ένας τέτοιος δείκτης για την ψυχική υγεία του επενδυτικού πλανήτη. Τα χρηματιστήρια είναι, βέβαια, μια ειδική κατηγορία μέσα στον κόσμο του χρήματος, όμως και ο σοβαρός επενδυτής που σχεδιάζει προσεκτικά τα μακρόπνοα βήματά του προς μία FDI είναι εύλογο να συναντήσει εμπόδια αναζητώντας τα κεφάλαια που θα τον διευκολύνουν στην υλοποίηση των σχεδίων του, γιατί από κάπου θα πρέπει κι αυτός ν’ αντλήσει πόρους, και όταν το περιβάλλον περιέχει στοιχεία τοξικότητας, ανεπάρκειας, και πανικού, αυτό επηρεάζει όλους τους σχεδιασμούς των δανειστών του, καθώς νέα προβλήματα που προκύπτουν απρόσμενα απαιτούν διαχείριση κρίσεων για την οποία τα οικονομικά εργαλεία, οι χρηματικοί πόροι, και τα διαδικαστικά πλαίσια ποιοτικά και ποσοτικά παραμένουν τα ίδια. Νέα δοχεία προστίθενται στο σύστημα, μολονότι το νερό που θα μπει μέσα τους παραμένει το ίδιο, και γι’ αυτό θα πρέπει να κοπεί η ροή του από κάπου αλλού, προκειμένου να διοχετευθεί εκεί.

Δεν είναι μονάχα δική μου εκτίμηση πως μετά το πρώτο σοκ, κι αφού συνηθίσουμε ίσως και με κάποιον κυνισμό πως απώλειες θα υπάρξουν εξαιτίας του κορονοϊού, τόσο οι δυτικές κοινωνίες, όσο και οι οικονομίες τους θα συνέλθουν, θα επανέλθουν, και θα βγουν ισχυρότερες, καθιστάμενες εκ νέου τουλάχιστον τόσο ελκυστικές επενδυτικά όσο ήσαν πριν την υγειονομική κρίση.

Τις προάλλες, στις 23 Μαρτίου, ο Υπ. Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας ανακοίνωσε πως κατά τις προβλέψεις η Ελλάδα θα περάσει μέσα στο 2020 σε εφήμερη ύφεση, προειδοποιώντας πως θα έχει επιπτώσεις που θα γίνουν αισθητές. Η Μόργκαν Στάνλεϋ προέβλεψε πως το 2020 θα κλείσει με ύφεση 5% και στο 2021 θα έχουμε μεσοσταθμικά 5,3%, ενώ ίσως να δούμε και χειρότερες προβλέψεις όσο εξελίσσεται η νέα κρίση. Ένας ρώσος προέβλεψε το θεόρατο 10%, ενώ ο Πολ Τόμσεν έγραψε προ ολίγων ημερών πως κάθε μήνας καραντίνας σημαίνει 3% ύφεση για μιαν οικονομία.

Θ’ αφήσει κι αυτή η ύφεση ένα ισχυρό αποτύπωμα πάνω στην εικόνα των επενδύσεων στην Ελλάδα, όπως και γενικά αναμένεται εφήμερη ύφεση σε παγκόσμια κλίμακα, ακόμα και μεγαλύτερη εκείνης του 2008, καθώς δήλωσε η Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα του ΔΝΤ, μιας και η ανάπτυξή ήταν σχεδόν σε όλες τις Δυτικές οικονομίες αναιμική και εύθραυστη.

Στις ΗΠΑ, ο Στήβεν Μνούσιν (ναι, δεν θέλει να τον λέμε «Μνούτσιν») δήλωσε πως η FED θα ρίξει στην οικονομία κάπου 2,3 με 4 τρισεκατομμύρια δολλάρια έπειτα από σχετική νομοθετική ρύθμιση του Κογκρέσου, και προσωπικά, αν με ρωτήσεις, περιμένω να πέσουν κι άλλα με προεδρικό διάταγμα που κάποια στιγμή θα υπογράψει ο Τραμπ, μην επιτρέποντας την πρωτοβουλία ενίσχυσης να ανήκει στους Δημοκρατικούς, μιας και πρόκειται για εκλογική χρονιά.

Μιλώντας για πρωτόγνωρες κρίσεις λόγω λοιμών, στην Ιστορία δεν γνωρίζουμε τέτοιες, κι ας πρόκειται για νέα νόσο. Πρωτόγνωρη κρίση θα είχαμε μονάχα εάν έπεφτε ένας πελώριος αστεροειδής ας πούμε στο Βόρειο Ημισφαίριο, γιατί στην Ιστορία δεν έχουμε κάποιο περιστατικό καταστροφής του πολιτισμού μας σε παγκόσμια κλίμακα από έναν αστεροειδή: αυτός έπεσε στην εποχή των δεινοσαύρων.

Ιστορικά, λοιπόν, από τους Περσικούς Πολέμους του 5ου αι. π.Χ. μέχρι και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έχει παρατηρηθεί πως η επιτυχής έξοδος από μία μεγάλη κρίση, μιαν υπαρξιακή απειλή, ή μια πανδημία γεννά σε μια κοινωνία ένα στέρεο αίσθημα αυτοπεποίθησης που της παρέχει ένα εφαλτήριο για πρωτόγνωρη πρόοδο και προκοπή στη συνέχεια. Η βεβαιότητα και η αυτοπεποίθηση των οικονομιών θα επαναφέρουν μεσοπρόσθεσμα ανάλογη σιγουριά και σε όσους προτίθενται να επενδύσουν χρήματα από το εξωτερικό. Η πανδημία πνευμονοβουβωνικής πανώλης που έμεινε γνωστή ως «Μαύρος Θάνατος» (μέσα 14ου – μέσα 16ου αιώνα) άλλαξε την ιστορία της κοινωνίας και της οικονομίας της Ευρώπης, ανατρέποντας τις παραγωγικές σχέσεις και συνθήκες, τις ισορροπίες των Δυνάμεων στην Ευρώπη και την Εγγύς Ανατολή, τις αντιλήψεις για την πολιτική οργάνωση, την εξουσία, την εργασία, τη θρησκεία, τον κόσμο των ιδεών και των τεχνών, και μεταφέροντας τελικά τον πλούτο σε νέα χέρια. Οι ιοί αλλάζουν την Ιστορία γιατί αλλάζουν τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι που δεν αλλάζουν, εξαφανίζονται από την Ιστορία. Τόσο απλά και Δαρβινικά.

Εδώ γεννιέται ένα ερώτημα: ήμασταν άραγε ήδη μια επαρκώς ελκυστική οικονομία για επενδύσεις πριν την αναστάτωση που θα βιώσουμε τώρα που ενέσκηψε ο κορονοϊός; Η κοινή εμπειρία μας φανερώνει πως όχι, για λόγους που προανέφερα.

Σήμερα πρέπει ανυπερθέτως, όσο τα σχετικά υπουργεία ασχολούνται με την κρίση δημόσιας υγείας, τα υπόλοιπα υπουργεία ν’ ασχοληθούν με τον θεσμικό εκσυγχρονισμό των μηχανισμών, την επιτάχυνση των διαδικασιών, το streamlining των λειτουργιών, λογουχάρη της απονομής Δικαιοσύνης, και με την εμπέδωση μιας εικόνας σοβαρότητας της χώρας. Σε τούτο συμβάλλει προς το παρόν η καλή εικόνα της αντίδρασής μας στη δοκιμασία της πανδημίας, όπως φάνηκε από την επιτυχή συνέντευξη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Κριστιάνε Αμάνπουρ.

Θεωρώ κρίσιμο μέχρι την επόμενη ημέρα της κρίσης του κορονοϊού — που μπορεί να λήξει σε τέσσερα χρόνια, εάν κρίνουμε από την περίπτωση της Ισπανικής Γρίπης του 1918-1922 — να έχει σβήσει απ’ το προσκήνιο ο παραδοσιακός εναγκαλισμός της ιδιωτικής οικονομίας από το Δημόσιο. Συνάμα, θα ωφελήσει να καταστεί αόρατη η χειρ του Κράτους στα πεδία της οικονομίας που θα προσφέρονταν για FDIs, ώστε ο ενδεχόμενος επενδυτής να μην ανησυχεί πως ερχόμενος εδώ θα συναντήσει το ίδιο το Κράτος ως ανταγωνιστή του.

Τέλος, προκειμένου να προσελκύσουμε FDIs πρέπει να αξιοποιηθούν με χρηστό τρόπο όλα τα διαθέσιμα σήμερα οικονομικά μέσα που δεν διαθέταμε με βεβαιότητα μέχρι πρότινος: η παραμονή μας στη νομισματική ειρήνη του Ευρώ, η συμμετοχή μας στην ποσοτική χαλάρωση, η αξιοποίηση του μαξιλαριού των τριάντα-τόσων δισεκατομμυρίων για τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας, ακόμα και με την παροχή του λεγόμενου “helicopter money” στους πολίτες, ώστε η αναπόφευκτη ύφεση να είναι πράγματι εφήμερη, γιατί εάν δεν καταφέρουμε να μείνουμε στην οικονομική αμαξοστοιχία της Ευρώπης, θα βρεθούμε στο outback των Βαλκανίων, όπως χώρες που ακόμα δεν συνήλθαν απ’ το σοβιετικό τους παρελθόν και δεν κατέστησαν ποτέ πραγματικά ελκυστικές οικονομίες υποδοχής για εκτενείς άμεσες ξένες επενδύσεις.

Εάν θα θέλαμε να καταστήσουμε την Ελλάδα για πρώτη φορά στη ζώσα ιστορία της ελκυστική στις άμεσες ξένες επενδύσεις, κάτι τέτοιο θα προϋπέθετε όχι μονάχα να ξεπεράσουμε την κρίση του κορονοϊού, αλλά να ξεπεράσουμε όλες της τις παιδικές ασθένειες, προκειμένου να μην είμαστε μονάχα μια υγιής οικονομία, αλλά και να φαινόμαστε υγιείς.

Ανάλαβε, Δημήτρη, να κλείσεις το κείμενο και πες μου εσύ τί σκέφτεσαι πως πρέπει να κάνουμε για να προσελκύσουμε άμεσες ξένες επενδύσεις.

Δημήτρης: Σ’ ευχαριστώ για τις προτροπές σου, είναι γεγονός πως η κατάσταση εδώ τείνει να γίνει ανεξέλεγκτη, από τη στιγμή που τα αντανακλαστικά της Βρετανικής Κυβέρνησης αλλά και της κοινωνίας, απεδείχθησαν δυστυχώς πολύ αργά συγκριτικά με τον υπόλοιπο κόσμο. Για να μη σχολιάσω την αρχική άκρως νεοφιλελεύθερη προσέγγιση του Boris Johnson σχετικά με απουσία μέτρων, κανονική ροή καθημερινότητας, ανοσία της αγέλης κλπ.

Από την άλλη, φαίνεται πως ο Μητσοτάκης αντιλήφθηκε έγκαιρα και αξιολόγησε ορθά την κρισιμότητα της κατάστασης, λαμβάνοντας άμεσα και δραστικά μέτρα. Όπως έλεγαν και οι αρχαίοι μας πρόγονοι, Στέλιο, «αρχή άνδρα δείκνυσι», συνεπώς στο εγγύς μέλλον θα κριθούν τα πάντα.

Στο θέμα μας τώρα, η αναφορά σου στις παιδικές ασθένειες της πατρίδας μας, είναι η πεμπτουσία του προβλήματος. Αν δεν καταφέρουμε σαν πολιτεία και κοινωνία να ξεπεράσουμε το βαθύτατο πρόβλημα νοοτροπίας που έχουμε, όχι μόνο ξένες άμεσες επενδύσεις δεν θα προσελκύουμε, αλλά θα παραμένουμε εσαεί μια βαθιά άρρωστη και μη ελκυστική οικονομία. Συνεπώς τα αίτια του προβλήματος έχουν βαθιές ρίζες και για να αλλάξει προς το καλύτερο η εικόνα της χώρας μας και να προσεγγίσουμε επί της ουσίας ξένες άμεσες επενδύσεις, θα πρέπει να γίνουν συθέμελες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις.
Το βασικότερο και παράλληλα το δυσκολότερο όλων που πρέπει να συμβεί, είναι η δημιουργία ενός σταθερού, φιλικού οικονομικού και κοινωνικού περιβάλλοντος. Η δημιουργία ενός κράτους με θεσμούς και κανόνες που δεν θα ισχύουν περιστασιακά, αλλά σε βάθος χρόνου δημιουργώντας μια αξιόπιστη εικόνα. Χρειαζόμαστε ένα λειτουργικό και ευέλικτο κράτος με κανόνες αξιοκρατίας, σωστή αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού και κυρίως διαφάνεια. Μια λέξη άγνωστη στην ελληνική πραγματικότητα αλλά απολύτως αναγκαία.

Επιπρόσθετα, η πάταξη της διαφοράς αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ. Στην προκειμένη περίπτωση, ωστόσο, η λήψη θεσμικών μέτρων αποτελεί ικανή αλλά όχι αναγκαία συνθήκη. Θα πρέπει να εμπλακεί ενεργά η κοινωνία συνολικά, ώστε να έχουμε ορατά και απτά αποτελέσματα προς την θετική κατεύθυνση.

Από εκεί και πέρα, επιτακτική ανάγκη είναι ένα σταθερό φορολογικό θεσμικό πλαίσιο. Σίγουρα οι μνημονιακές υποχρεώσεις που σαν χώρα έχουμε ακόμα και σήμερα επηρεάζουν το φορολογικό πλαίσιο μας πλαίσιο, ωστόσο είναι σημαντικό να σταματήσουν οι πολλές αλλαγές που αποσταθεροποιούν τα πράγματα.

Δημιουργώντας λοιπόν μια στέρεη βάση, αποφεύγοντας τα λάθη του παρελθόντος και οργανώνοντας προσεκτικά το μέλλον, η χώρα μας θα αποτελέσει μιαν αξιόπιστη οικονομική δύναμη που θα διεκδικεί επί ίσοις όροις εισροή ξένων επενδύσεων. Αν θεραπεύσουμε λοιπόν τις παιδικές ασθένειες που χρόνια ταλανίζουν το ελληνικό κράτος και αποτελέσουμε μια χώρα που παρέχει δυνατότητα υλοποίησης ξένων επενδύσεων, θεωρώ δεδομένο πως η πατρίδα μας θα αποτελέσει πόλο έλξης για πολλούς επενδυτές.

Σε καληνυχτίζω από το βροχερό Λονδίνο και ευελπιστώ το περιεχόμενο της συζήτησης μας να προσέφερε τροφή για σκέψη αλλά και χρήσιμες πληροφορίες και προτάσεις.
Στέλιος: Καλό ξημέρωμα από τη βροχερή Θεσσαλονίκη, και take good care!