Τουρκία: Σε νέο χαμηλό η λίρα, μόνη στήριξη από τους εγχώριους επενδυτές

626

 

Σε νέο χαμηλό διαμορφώθηκε η τουρκική λίρα, κυρίως εξαιτίας της εξόδου αρκετών ξένων επενδυτών, αλλά μετριάστηκε στη συνέχεια η πτώση με στήριξη από εγχώριους επενδυτές.

Η εξέλιξη αυτή έρχεται μία ημέρα αφότου η κεντρική τράπεζα μείωσε απροσδόκητα τα επιτόκια και έδωσε ελάχιστες πληροφορίες για το πώς σκοπεύει να κινηθεί.

Το τουρκικό νόμισμα σημείωσε πτώση 1% στις 8,855 λίρες έναντι του δολαρίου, κοντά στο χαμηλό των 8,880 δολαρίων που είχε βρεθεί τον Ιούνιο.

Η λίρα ξεκίνησε την πτωτική της πορεία από χθες, όταν η τράπεζα περιέκοψε το βασικό επιτόκιο κατά 100 μονάδες βάσης στο 18% παρά τον υψηλό πληθωρισμό, ικανοποιώντας την επιθυμία του προέδρου Ερντογάν και ενισχύοντας τις ανησυχίες των αναλυτών για πολιτική παρέμβαση.

Η κεντρική τράπεζα έδωσε ελάχιστα στοιχεία για τη μελλοντική πορεία της πολιτικής της, ωστόσο η Societe Generale, η Barclays, η JP Morgan και η Goldman Sachs, όλοι δήλωσαν πως αναμένουν περαιτέρω μειώσεις των επιτοκίων στους επόμενους μήνες.

Μετά από την πολύχρονη έξοδο των ξένων κεφαλαίων από τα τουρκικά assets, η τύχη της λίρας είναι σε μεγάλο βαθμό, στα χέρια των τοπικών επιχειρήσεων, επενδυτών και αποταμιευτών.

Οι traders δηλώνουν πως οι πωλήσεις δολαρίων και άλλων ισχυρών νομισμάτων από Τούρκους, ήταν καθοριστικές στο να περιορίσουν την πτώση της λίρας την Πέμπτη, όταν επιχειρήσεις και ιδιώτες πούλησαν 1-2 δισ. Δολάρια σύμφωνα με τους υπολογισμούς.

“Η απόφαση της κεντρικής τράπεζας, η οποία ήταν απροσδόκητη για πολλούς, έθεσε σε σοβαρές πιέσεις τη λίρα. Αλλά βλέποντας το ως ευκαιρία, οι πωλήσεις συναλλάγματος των ντόπιων ύψους 1 δισ. Δολαρίων τουλάχιστον, ήταν ο κύριος παράγοντας που περιόρισε τις απώλειες”, ανέφερε ένας trader.

Οι ξένοι επενδυτές κατέχουν μόλις το 5% των τουρκικών κρατικών ομολόγων, έναντι του άνω του 20% πριν από ένα χρόνια.

Η μείωση αυτή αποδίδεται στον διψήφιο πληθωρισμό και στις ανησυχίες για την αξιοπιστία της κεντρικής τράπεζας, καθώς ο Ερντογάν έδιωξε τρεις κεντρικούς τραπεζίτες σε διάστημα 20 μηνών, λόγω διαφωνιών στην πολιτική.