Τσιάρας: Οι αποκαλύψεις για τη βίλα Τσίπρα αναδεικνύουν την παθογένεια στην οποία πρέπει να απαντήσει το πολιτικό σύστημα

479

«Οι αποκαλύψεις για τη βίλα που νοικιάζει στο Σούνιο ο Αλέξης Τσίπρας αναδεικνύει την παθογένεια στην οποία πρέπει να απαντήσει το πολιτικό σύστημα», δήλωσε στα Παραπολιτικά 90,1 και στην εκπομπή ”Secret” me τον δημοσιογράφο Παναγιώτη Τζένο, ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας, σημειώνοντας πως «τέτοια ζητήματα δεν αποτελούν τιμή για το πολιτικό σύστημα».

Ο κ. Τσιάρας τόνισε πως «η Δικαιοσύνη είναι ο χώρος που φρόντισε με τα μέτρα να μην δημιουργήσει μετάδοση του κορωνοϊού», σημειώνοντας πως «η ένταση των μέτρων αυτή τη φορά είναι υψηλότερη ώστε να μείνει ζωντανό το κράτος δικαίου».

Είπε μάλιστα πως «γίνονται τα αυτόφωρα, υποθέσεις που έχουν να κάνουν με ολοκλήρωση προθεσμιών και τα ποινικά δικαστήρια που είναι κοντά στην παραγραφή», ενώ ανέφερε πως «το οικογενειακό δίκαιο αναμορφώνεται μετά από 37χρονια, καθώς ο ρόλος των δύο γονέων έχει επαναπροσδιοριστεί με το πέρασμα των χρόνων».

Τέλος ο υπουργός Δικαιοσύνης σημείωσε πως «στο επίκεντρο της νέας ρύθμισης βρίσκεται το πραγματικό ενδιαφέρον για το παιδί».

Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη του Κώστα Τσιάρα:

Αναφορικά με την πολιτική αντιπαράθεση για το σπίτι του κ. Τσίπρα στο Σούνιο, ο κ. Τσιάρας επισήμανε: «Είναι μια συζήτηση η οποία σε ένα μεγάλο βαθμό ετεροπροσδιορίζει το ενδιαφέρον μιας και το μεγάλο θέμα το οποίο υπάρχει αυτή τη στιγμή είναι οι εξελίξεις της πανδημίας και αυτό το οποίο πρέπει ουσιαστικά όλοι να κάνουμε συνολικά και ενωμένοι ως κοινωνία και ως ελληνική πολιτεία αλλά από εκεί και πέρα αναδεικνύει μια μεγάλη παθογένεια η οποία νομίζω ότι κάποια στιγμή πρέπει συνολικά να απαντηθεί και από το πολιτικό σύστημα αλλά βεβαίως να διευκρινιστούν και οι σχέσεις του με την ίδια την κοινωνία. Βλέπουμε θέματα και ζητήματα τα οποία δεν δημιουργούν τιμή για το πολιτικό σύστημα αλλά από την άλλη πλευρά πρέπει όλοι να καταλάβουμε ότι ναι μπορεί να είναι το δικαίωμα του καθε πολιτικού αρχηγού ή του κάθε πολιτικού προσώπου να ασκήσει το δικό του ένδικο μέσο απέναντι σε οποιονδήποτε αλλά από την άλλη πλευρά είναι υποχρέωση του να δίνει εξηγήσεις όταν και όποτε χρειάζονται».

«Η ΝΔ αυτά τα πέρασε με μεγάλη ένταση όλο το προηγούμενο διάστημα και ξέρετε ότι υπήρχαν στιγμές που υπήρχε μια οργανωμένη προσπάθεια να σπιλωθεί η τιμή και η υπόληψη ακόμη και του σημερινού πρωθυπουργού της χώρας και τότε αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης με τρόπο που δεν είχε καμία απολύτως καμία σοβαρή αιτίαση ή σοβαρή αναφορά. Όμως με στωικότητα, με σοβαρότητα και υπευθυνότητα ο σημερινός πρωθυπουργός νομίζω ότι έδειξε και το δρόμο για πάρα πολλά ζητήματα τα οποία νομίζω ότι πρέπει να ακολουθούν πλέον μας εντελώς διαφορετική πρακτική», ανέφερε χαρακτηριστικά.

«Ακόμη και το ότι από την πλευράς της σημερινής Αξιωματικής Αντιπολίτευσης σηκώνεται ένα θέμα για την υποτιθέμενη παρουσία του όταν έκανε ποδήλατο στην Πάρνηθα έχει απαντηθεί, ακόμη και αυτό το ζήτημα, μέσα από το λάθος που αναγνώρισε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός. Σκεφτείτε πόσες αντίστοιχες περιπτώσεις υπήρχαν είτε για τον ίδιο το αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης είτε για στενούς του συνεργάτες που την έννοια της αναγνώρισης του λάθους δεν την είδαμε ποτέ να εκφράζεται από τον ίδιο ως δημόσια δήλωση ή εν πάση περιπτώσει ως δημόσια τοποθέτηση. Αντιλαμβάνεστε ότι υπάρχει μια τεράστια διαφορά αντίληψης σχετικά με ζητήματα τα οποία πρέπει κάποια στιγμή να μπουν σε μια εντελώς διαφορετική βάση θεώρησης», υπογράμμισε ο ίδιος.

Αναφορικά με το χώρο των δικαστηρίων, ο υπουργός Δικαιοσύνης σημείωσε: «Η Δικαιοσύνη είναι ένας χώρος που φρόντισε όλο αυτό το χρονικό διάστημα μέσα από τα μέτρα τα οποία είχαμε λάβει, να μην δημιουργήσει τις προϋποθέσεις μετάδοσης της πανδημίας. Ήμασταν ο πρώτος χώρος που λάβαμε μέτρα στην πρώτη φάση του lockdown τον Μάρτιο και ήμασταν και ο πρώτος χώρος που σιγά–σιγά ήραμε μέτρα όταν αμέσως μετά την Κυριακή του Θωμά ανοίξαμε τα Υποθηκοφυλακεία. Το θέμα είναι ότι αυτή την περίοδο του δευτέρου κύματος της πανδημίας η προσοχή ή η ένταση των μέτρων πρέπει να είναι σε ακόμα υψηλότερο επίπεδο και η Δικαιοσύνη λειτουργεί μέσα από τις βασικές διαδικασίες που προβλέπονται προκειμένου να είναι «ζωντανό» το κράτος δικαίου».

«Συνεχίζουμε να λειτουργούμε με βάση τα συγκεκριμένα μέτρα και τις συγκεκριμένες οδηγίες που υπάρχουν στην τελευταία ΚΥΑ . Δηλαδή γίνονται τα αυτόφωρα, γίνονται όλες αυτές οι υποθέσεις οι οποίες έχουν να κάνουν με ολοκλήρωση προθεσμιών και υπάρχουν βεβαίως και κάποιες προθεσμίες παραγραφής οι οποίες πρέπει να δικαστούν κυρίως για τα ποινικά δικαστήρια μιας και μόνο έτσι μπορεί κανείς να ισχυρίζεται ότι έχει κράτος δικαίου. Από εκεί και πέρα έχουμε λάβει όλα αυτά τα μέτρα τα οποία έπρεπε να λάβουμε, κάναμε ότι ήταν δυνατόν πάντα σε συνεννόηση με την αρμόδια εθνική επιτροπή αντιμετώπισης του κορονοϊού και πάντα προσβλέποντας στο γεγονός ότι μπορούμε να κρατήσουμε ζωντανό το κράτος δικαίου περιορίζοντας όμως όσο γίνεται την πιθανότητα ο κορονοϊός να διαδοθεί μέσω του χώρου των δικαστηρίων. Υπάρχει εξαγγελία του πρωθυπουργού μέχρι της 7 Ιανουαρίου θα είναι έτσι τα πράγματα βεβαίως με μια διαφοροποίηση για τον προβλεπόμενο χρόνο των εορταστικών ημερών που θα ισχύσει ότι ίσχυε και στο παρελθόν», τόνισε ο υπουργός.

«Κάνουμε μια σοβαρή άσκηση εργασίας και εγώ και οι συνεργάτες μου, προκειμένου κάθε φορά είτε να διαμορφώνουμε τους όρους μιας Κοινής Υπουργικής Απόφασης μιας και για να διαμορφωθούν πρέπει να προβλέψει κανείς πολλές δικονομικές διαδικασίες ή δικονομικές συνέπειες που μπορεί να υπάρχουν αλλά και από την άλλη πλευρά να αντιμετωπίσουμε υπαρκτά προβλήματα τα οποία ξέρουμε πολύ καλά ότι υπάρχουν. Και ο χώρος των δικαστών αντιλαμβάνομαι ότι δίκαια ανησυχεί δηλαδή οι δικαστικοί λειτουργοί δίκαια ανησυχούν διότι είναι αναγκασμένοι να βρίσκονται σε χώρους που υπάρχει συγχρωτισμός αλλά και από την άλλη πλευρά οι δικηγόροι από τη δική τους πλευρά και αυτοί έχουν το δικό τους δίκιο. Αντιλαμβάνομαι ότι είναι μια χρονιά η οποία δυστυχώς τουλάχιστον με βάση αυτά που ισχύουν μέχρι σήμερα δεν μπόρεσε να τους δώσει τα αποτελέσματα ή να απαντήσει στις προσδοκίες που μπορεί να είχαν δημιουργηθεί κυρίως σε ότι αφορά τους επαγγελματικούς τους στόχους. Είναι μια δύσκολη εποχή, η ελληνική πολιτεία στέκεται με σοβαρότητα και ευθύνη, ήδη υπάρχει η επιστρεπτέα προκαταβολή που θα ενισχύσει τους δικηγόρους ειδικά αυτή τη δύσκολή και κρίσιμη περίοδο αλλά και από την άλλη πλευρά νομίζω ότι πρέπει όλοι να καταλάβουμε ότι σε αυτή τη δύσκολη περίοδο ο καθένας από εμάς πρέπει να συμβάλει με το δικό του τρόπο μέσα από το χώρο της δική του ευθύνης ούτως ώστε να ξεπεράσουμε αυτή τη δύσκολή περίοδο», δήλωσε επιπρόσθετα.

Αναφορικά με το νομοσχέδιο για το οικογενειακό δίκαιο, διευκρίνισε: «Εδώ και σχεδόν 40 χρόνια δεν υπάρχει αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου. Η τελευταία νομοθετική πρωτοβουλία έχει αναφορά στο 1983, 37 ολόκληρα χρόνια. Η αλήθεια είναι ότι οι ρόλοι των δύο γονέων δηλαδή ο ρόλος του πατέρα άνδρα και ο ρόλος της μητέρας γυναίκας έχουν επαναπροσδιοριστεί με το πέρασμα αυτών των χρόνων. Το γεγονός ότι υπήρξε μια νομοθετική αναφορά στη δεκαετία του ’80 που για τα δεδομένα εκείνης της εποχής μπορεί να υπηρετούσε ένα πολύ συγκεκριμένο σκοπό λαμβάνοντας υπόψη τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά εκείνης της εποχής προφανώς μας δημιουργεί την υποχρέωση να κάνουμε μια νομοθετική αναμόρφωση. Αυτό που έχει μεγάλη σημασία είναι η συγκεκριμενη νομοθετική πρωτοβουλία την οποία έχουμε αναλάβει και για την οποία δουλεύουμε σχεδόν ένα χρόνο να έχει τελικά σαν στόχο το πραγματικό συμφέρον του παιδιού. Δεν γίνεται το παιδί ούτε να εργαλειοποιείται και πολύ περισσότερο να μεγαλώνει μέσα από μια προβληματική σχέση η οποία με τον ένα ή τον άλλο τρόπο δημιουργεί πολλά προβλήματα κατά τη διάρκεια του μεγαλώματος του παιδιού».

«Πάμε να εκσυγχρονίσουμε το οικογενειακό δίκαιο όπου η κοινή γονική μέριμνα θα είναι πλέον η βασική έννοια στην οποία θα σταθούμε. Αντιλαμβάνεστε ότι πρέπει και οι δυο γονείς να συμφωνούν για θέματα τα οποία αφορούν το παιδί, το μεγάλωμά του, σε ζητήματα τα οποία αφορούν στην υγεία του ή σε ζητήματα τα οποία ενδεχομένως κρίνουν σε μεγάλο βαθμό το παρόν και το μέλλον του, και από την άλλη πλευρά διασφαλίζουμε ένα μαχητό τεκμήριο ελαχίστου χρόνου επικοινωνίας για τον άλλο γονέα που είναι το 1/3 του χρόνου», κατέληξε.