Γιατί το 2020 δεν είναι 2016

1531

Όπως κάθε τέσσερα χρόνια από το μέσο του καλοκαιριού και έπειτα αρχίζω να ασχολούμαι
αρκετά με τις εκλογές στις ΗΠΑ. Το ίδιο κάνω και φέτος. Η διαφορά των προηγούμενων με
τις φετινές εκλογές είναι το πως φέτος δεν χρησιμοποιώ τις αναλύσεις για τα μαθήματα στο
πανεπιστήμιο, αλλά αποφάσισα να τις δημοσιεύσω, κυρίως στα κοινωνικά δίκτυα. Μέσα
από τις αναλύσεις αυτές λοιπόν μου δίνεται η ευκαιρία να λαμβάνω πολλές ερωτήσεις για
τις εκλογές. Η ερώτηση την οποία δέχομαι σχεδόν καθημερινά είναι η εξής: Πού το ξέρεις
πως το 2020 δε θα γίνει ότι και το 2016; Εννοούν προφανώς το ότι ο Τραμπ ανέτρεψε μια
μεγάλη διαφορά υπέρ της Χίλαρι, κυρίως, στις τελευταίες τρεις εβδομάδες. Αυτό το άρθρο
θα προσπαθήσει να απαντήσει με όση συντομία γίνεται σε αυτήν την ερώτηση.

2016

Το 2016 ο Τραμπ είχε επιλέξει να στοχοποιήσει ένα παραμελημένο για χρόνια κοινό, τους
χαμένους της παγκοσμιοποίησης. Ένα κοινό που έβλεπε τις εταιρίες που παλιά έδραζαν
στις πολιτείες τους να φεύγουν για την Κίνα και οι ιδιοκτήτες τους να γίνονται όλο και
πλουσιότεροι την ίδια ώρα που εκείνοι πάλευαν για την επιβίωση. Ένα κοινό που ήταν
εκτός σχεδίων της «ελίτ» της Ουάσινγκτον. Έτσι, είχε δημιουργηθεί πολιτικό κενό το οποίο
είδε ο Τραμπ και επέλεξε να καλύψει. Τους πλησίασε με ένα σαφές μήνυμα και με
προτάσεις για λύση στο πρόβλημά τους. Τους έδωσε ελπίδα. Το «Make America Great
Again» είναι από τα πιο εύστοχα μηνύματα που έχω δει σε προεκλογική καμπάνια. Η
καμπάνια Τραμπ είχε κάνει εξαιρετική δουλειά και στη στοχοποίηση μέσω ψυχογραφικών
χαρακτηριστικών των ψηφοφόρων. Επίσης το 2016 υπήρχε συνοχή μηνύματος και
προτάσεων για λύση. Ακόμη, η αντίπαλος του Τραμπ στις εκλογές (Κλίντον) ήταν αντιπαθής
(τον Αύγουστο πριν τις εκλογές του 2016 ήταν αντιπαθής στο 56% του εκλογικού κοινού).
Το κυριότερο όλων: Ο Τραμπ κατάφερε προεκλογικά να επιβάλει το πλαίσιο που ήθελε.
Παρέσυρε την Χίλαρι σε αυτό και την ανάγκασε να «παίζει» με τους δικούς του όρους (και
όσον αφορά τις πολιτικές αλλά και τις κατηγορίες εναντίον της στις οποίες αναγκάστηκε να
απαντήσει). Επίσης, το παιχνίδι με το εκλογικό σύστημα και η στοχοποίηση συγκεκριμένων
πολιτειών ήταν υποδειγματική (σε αντίθεση με τη στρατηγική της Χίλαρι). Τέλος, οι
αναποφάσιστοι το 2016 ήταν της τάξης του 17%, άρα είχε περιθώριο να γυρίσει το παιχνίδι
ο Τράμπ.

2020

Στην προ covid περίοδο ήταν μπροστά στις δημοσκοπήσεις και στο πλαίσιο κυριαρχούσε η
οικονομία (ο μοναδικός τομέας στον οποίο προηγείται του Μπάιντεν). Οπότε όλα ήταν
δομημένα έτσι όπως τον βόλευε. Με ένα αφήγημα για την ανάπτυξη της οικονομίας και την
αύξηση των θέσεων εργασίας θα πατούσε επάνω σε κάποιες από τις υποσχέσεις του 2016
και θα είχε σαφώς πολύ πιο εύκολο έργο από ότι έχει τώρα. Η έλευση του κορωνοϊού και η
δολοφονία Φλόιντ άλλαξαν αυτό το πλαίσιο. Συγκεκριμένα ο κορωνοϊός «βομβάρδισε» το
αφήγημα που είχε στήσει για τις εκλογές. Κυρίαρχα στοιχεία πλέον ήταν η διαχείριση του
κορωνοϊού καθώς και η φυλετική ανισότητα (και στα δύο ο Μπάιντεν θεωρείται
καταλληλότερος). Ο Τραμπ προσπάθησε να σπινάρει το αφήγημα και να τοποθετηθεί

καλύτερα μέσα στο πλαίσιο. Στο θέμα του κορωνοϊού προσπάθησε να μειώσει τη σημασία
του ιού σε μια απλή γρίπη και να ρίξει το φταίξιμο για το κλείσιμο της οικονομίας στους
δημοκρατικούς. Στο θέμα της φυλετικής ανισότητας προσπάθησε για ένα διάστημα να
ταυτίσει την καμπάνια Μπάιντεν με τη βία και τις καταστροφές αλλά και να τοποθετηθεί ως
ο προστάτης της «σιωπηλής πλειοψηφίας». Η τοποθέτηση του αυτή εμβάθυνε τη σχέση του
με το βασικό κοινό του αλλά αυτό το κοινό δεν του έφτανε να διεκδικήσει την Προεδρία.
Έτσι έμεινε να κυνηγάει τον Μπάιντεν και να περιμένει σε κάτι που θα άλλαζε το πλαίσιο.

Αυτό ήρθε με την ανακοίνωση πως ο Τραμπ έχει κορωνοϊό. Αλλαγή πλαισίου ενάντια στην
τοποθέτησή του στο θέμα, αλλά κάθε αλλαγή δίνει και μια ευκαιρία. Μικρή ίσως αλλά
δίνει. Την, τελευταία (;), αυτή ευκαιρία ο Τραμπ πέταξε επειδή βιάστηκε να δείξει πως είναι
δυνατός. Πλέον η διαφορά έχει μεγαλώσει τόσο ώστε να βρισκόμαστε στο σημείο εκείνο
όπου ο διεκδικητής (Τραμπ) επιτίθεται συνεχώς αλλά ο ηγέτης της αγοράς (Μπάιντεν) δεν
απαντά (για να μη δώσει αξία στην απειλή) παρά δηλώνει ενωτικός σε μια προσπάθεια να
κυριαρχήσει στο μεσαίο χώρο (46% έχουν αρνητική άποψη για αυτόν σε σχέση με το 56%
της Χίλαρι τέσσερα χρόνια πριν). Τέλος, οι αναποφάσιστοι είναι λιγότεροι από τους μισούς
σε σύγκριση με το 2016, άρα μικρότερο περιθώριο για «φλιπάρισμα» πολιτειών.

Όπως βλέπετε, εάν κοιτάξεις λίγο πιο πέρα από τα απλά νούμερα των δημοσκοπήσεων
φαίνεται καθαρά πως ο Πρόεδρος Τραμπ βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση. Όπως λέω
συνεχώς, το 2020 δεν είναι 2016.