Ενεργειακή κρίση: SOS από τις ελληνικές επιχειρήσεις

400

Ρεπορτάζ της Καθημερινής

Πυκνώνει η συχνότητα των συσκέψεων των διοικήσεων, τόσο στους μεγάλους ενεργοβόρους ομίλους όσο και στις λιγότερο εξαρτημένες από την ενέργεια επιχειρήσεις, καθώς τα στελέχη τους έχουν εισέλθει σε λειτουργία διαχείρισης κρίσης. Και αυτό διότι στον πονοκέφαλο των υψηλών τιμών ενέργειας ήρθε να προστεθεί αρχικά το ενδεχόμενο της απόλυτης διακοπής της ενέργειας, και οψίμως και η προοπτική να καμφθεί συνολικά η ζήτηση, εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης, του πληθωρισμού και της υποχώρησης της καταναλωτικής και επιχειρηματικής εμπιστοσύνης που καταγράφεται σε όλους τους δείκτες, ειδικά στην Ευρώπη.

Ως τώρα η άσκηση είχε να κάνει με το ποσοστό του αυξημένου κόστους που θα μεταφερόταν στην τελική τιμή που καταβάλλει ο πελάτης. Διότι η ζήτηση ήταν εκεί. Τώρα όμως, και καθώς ο πληθωρισμός επιμένει και το κόστος του χρήματος αυξάνεται, πολλά ιδιωτικά κατασκευαστικά projects αλλά και άλλες επενδύσεις και κεφαλαιουχικές δαπάνες είτε αναστέλλονται είτε ματαιώνονται στην πράξη. Μεταλλουργίες, άλλες βιομηχανίες πρώτων υλών και βιομηχανική μεταποίηση έχουν αρχίσει να διακρίνουν τα πρώτα σημάδια πως η ζήτηση το 2023 μπορεί να αποδειχθεί σημαντικά ασθενέστερη απ’ ό,τι κατά την τρέχουσα χρήση.

Αλλά ακόμα και εκεί όπου η ζήτηση παραμένει ενεργή, λόγω του ενδεχομένου ανεπάρκειας φυσικού αερίου ή ρυθμίσεων σε πανευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο που θα περιορίσουν και την κατανάλωση ενέργειας, η συνέχεια της παραγωγής θεωρείται επισφαλής. Αλλωστε δεν χρειάζεται να κοιτάξει κανείς μακριά: τα λουκέτα σε ευρωπαϊκές μεταλλουργίες έχουν αρχίσει ήδη να μπαίνουν πριν από το καλοκαίρι. Ομως ακόμα και αν δεν υπάρξουν τέτοιες διακοπές είναι άγνωστο κατά πόσον ο τελικός πελάτης θα μπορεί να επωμίζεται επί μακρόν ακόμα το συνεχώς κλιμακούμενο ενεργειακό κόστος.

Δεν είναι όμως μόνον οι βαριές βιομηχανίες που ήδη έχουν καταρτίσει ή καταρτίζουν τώρα εναλλακτικά πλάνα, όπως, για όσες μπορούν, η στροφή προς την καύση diesel ή υγραερίου στους κλιβάνους τους. Μεταφορικές εταιρείες, αεροπορικές και ακτοπλοϊκές επιχειρήσεις προσμετρούν προσεκτικά τα δεδομένα από τις αγορές τους. Για παράδειγμα, οι ακτοπλοϊκοί όμιλοι ανησυχούν για ενδεχόμενη κάμψη της κατασκευαστικής δραστηριότητας στα νησιά, που θα περιορίσει σημαντικά τα διακινούμενα από και προς τη νησιωτική χώρα φορτηγά, κάτι που θα απαιτήσει άμεση προσαρμογή των επιχειρηματικών πλάνων τους, με περιορισμό της προσφερόμενης μεταφορικής δυναμικότητας. Λιγότερα δρομολόγια ή και λιγότερα πλοία δηλαδή. Αντίστοιχες ασκήσεις και συνεχείς αναπροσαρμογές πραγματοποιούν και οι αεροπορικές επιχειρήσεις, οι οποίες μάλιστα απευθύνονται σε αγορές του εξωτερικού, όπου η κρίση έχει ακόμα πιο έντονα χαρακτηριστικά πλήττοντας περισσότερο την καταναλωτική εμπιστοσύνη και επομένως τις αποφάσεις για ταξίδια.

Είτε πρόκειται για παραγωγικές επιχειρήσεις είτε πρόκειται για υπηρεσίες, οι διοικήσεις συμφωνούν πρακτικά όλες πως η αβεβαιότητα για το 2023 είναι δεδομένη.

Συμπεριλαμβανομένου του τουρισμού, ο οποίος εντέλει αντλεί επισκέπτες από ξένες αγορές. Το πόσο βαθύ θα είναι το πλήγμα αυτόν τον χειμώνα από την ενεργειακή κρίση και τα επακόλουθά της, τόσο στους οικογενειακούς όσο και στους επιχειρηματικούς προϋπολογισμούς, θα κρίνει και την ανθεκτικότητα της ζήτησης κατά το επόμενο έτος. Εν τω μεταξύ, όμως, ο προγραμματισμός της παραγωγής αλλάζει ήδη.

Μεταλλουργίες

Συνεχείς προσπάθειες για εναλλακτικά καύσιμα

Το ζήτημα της μείωσης της κατανάλωσης ενέργειας απασχολούσε τα μέλη του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων πριν ξεσπάσει η κρίση. Ενδεικτικά, στην τσιμεντοβιομηχανία τα τελευταία χρόνια γίνονται συνεχείς προσπάθειες για την αξιοποίηση εναλλακτικών καυσίμων, ενώ πολλές μεταλλευτικές επιχειρήσεις υλοποιούν επενδυτικά προγράμματα με αντικείμενο τη μείωση του ενεργειακού αποτυπώματος και μέσω της ανάκτησης της θερμότητας. Αυτό αποκαλύπτει μιλώντας στην «Κ» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων και της Imerys Βιομηχανικά Ορυκτά (πρώην Αργυρομεταλλευμάτων και Βαρυτίνης), Αθανάσιος Κεφάλας. «Απαιτείται ένα εθνικό πρόγραμμα προκειμένου να ενισχυθεί η ενεργειακή αυτονομία της χώρας. Στην Ελλάδα ελπίζουμε να μη φθάσουμε στο σημείο να αναστείλουμε τη λειτουργία εργοστασίων, όπως ήδη συνέβη στην Ευρώπη, και γι’ αυτό θα χρειαστούν και μέτρα οικονομικής στήριξης των επιχειρήσεων», προσθέτει.

Ο Πάνος Λώλος, γενικός διευθυντής Κλάδου Χαλκού της ΕΛΒΑΛΧΑΛΚΟΡ και μέλος του Δ.Σ. της Ελληνικής Παραγωγής – Συμβούλιο Βιομηχανιών για την Ανάπτυξη, εξηγεί πως η επαρκής και απρόσκοπτη παροχή ενέργειας σε ανταγωνιστικό κόστος είναι βασική προϋπόθεση για τη βιομηχανική παραγωγή. «Σε ό,τι αφορά την παραγωγή θερμικής ενέργειας, το φυσικό αέριο δεν είναι πρακτικά δυνατόν να υποκατασταθεί από άλλα καύσιμα έγκαιρα και χωρίς σοβαρές κοστολογικές επιπτώσεις. Για παράδειγμα, σε περίπτωση περιορισμού της παροχής φυσικού αερίου σε εργοστάσια επεξεργασίας βασικών μετάλλων, θα υπήρχε άμεσος αντίκτυπος και παύση γραμμών χύτευσης και παραγωγής, με ποικίλες και παράπλευρες απώλειες όπως η απασχόληση», σημειώνει. Η βιομηχανία βρίσκεται ήδη σε αναζήτηση εναλλακτικών πηγών ενέργειας –με απόλυτη προτεραιότητα την περαιτέρω αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών–, αλλά αντιμετωπίζει σημαντικό πρόβλημα στην προμήθεια του αναγκαίου εξοπλισμού λόγω της μεγάλης παγκόσμιας ζήτησης, τονίζει ο γενικός διευθυντής της ΕΛΒΑΛΧΑΛΚΟΡ. «Για παράδειγμα, εμείς αξιολογούμε το LPG, που αποτελεί μείγμα προπανίου και βουτανίου, ως υποκατάστατο του φυσικού αερίου. Ωστόσο, μια τέτοια εναλλακτική δεν είναι άμεσα ρεαλιστική, καθώς παρουσιάζει σημαντικές και επιζήμιες χρονικές καθυστερήσεις για την υλοποίησή της, ενώ παράλληλα δεν διέπεται από τις ίδιες θερμικές αποδόσεις». Προειδοποιεί επίσης ότι «το κόστος της διακοπής της παραγωγής οποιασδήποτε βιομηχανικής μονάδας μπορεί άμεσα να υπονομεύσει τη βιωσιμότητά της, ιδιαίτερα στην παρούσα περίοδο όπου οι αγορές κινούνται με αρνητικούς δείκτες».

Εκτός από την αύξηση του ενεργειακού κόστους, μεγάλο ζήτημα για επιχειρήσεις, όπως για την εταιρεία διέλασης αλουμινίου Cosmos Aluminium, είναι η συζήτηση που έχει ανοίξει για τον περιορισμό της κατανάλωσης ενέργειας, καθώς κάτι τέτοιο ενδεχομένως να δημιουργούσε, μεταξύ άλλων, εμπλοκές και στο επενδυτικό της σχέδιο ύψους 50 εκατ. ευρώ που βρίσκεται σε εξέλιξη. «Η συζήτηση για τον περιορισμό της κατανάλωσης ενέργειας είναι για εμάς ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα και ακόμη πιο δύσκολο να το αντιμετωπίσουμε, καθώς θα είχε επιπτώσεις και ποιοτικές, δηλαδή ασυνέπειας προς τους πελάτες μας για συγκεκριμένες παραδόσεις αλλά και επιπτώσεις στο πρόγραμμα εργασίας των εργαζομένων», αναφέρει η διοίκησή της στην «Κ». Η εταιρεία εκφράζει ανησυχία για τον περιορισμό της κατανάλωσης ή για τη μη δυνατότητα αύξησης της χρήσης ενέργειας, δεδομένου ότι είναι σε φάση επενδύσεων (έχουν ενταχθεί στον αναπτυξιακό νόμο) πολλές εκ των οποίων είναι ενεργοβόρες. «Το μεγαλύτερο μέρος έχει ολοκληρωθεί, αλλά οι επενδύσεις που εκκρεμούν, που είναι λιγότερες από τις μισές, είναι παραγωγικές και έχουν ανάγκη από φυσικό αέριο και ηλεκτρισμό», αναφέρει.

Βιομηχανίες τροφίμων και απορρυπαντικών

Γεμάτες δεξαμενές με πετρέλαιο και επενδύσεις σε ΑΠΕ

Χρήση πετρελαίου αντί φυσικού αερίου, επενδύσεις σε φωτοβολταϊκά και βιοαέριο, αλλά και μείωση των βαρδιών εάν καταστεί απολύτως αναγκαίο, είναι οι εναλλακτικές που εξετάζουν οι βιομηχανίες τροφίμων και ποτών ενόψει του χειμώνα. Για την ώρα δεν εξετάζουν μείωση της παραγωγής ούτε αυτό έχει καταστεί αναγκαίο, καθώς η ζήτηση, παρά την όποια υποχώρηση, παραμένει ακόμη σημαντική. Ωστόσο, δεν αποκλείουν σε κάποιες περιπτώσεις να επικεντρωθούν στην παραγωγή των πιο βασικών κωδικών προϊόντων, αυτών δηλαδή που τους αποφέρουν τα μεγαλύτερα έσοδα. Πρόκειται, βεβαίως, για απευκταίο σενάριο, καθώς για την παραγωγή νέων κωδικών έχουν πραγματοποιηθεί τα προηγούμενα χρόνια σημαντικές επενδύσεις.

Σχεδόν όλες οι μεγάλες βιομηχανίες τροφίμων διαθέτουν ήδη από παλιά το λεγόμενο διπλό σύστημα (dual). Δηλαδή δουλεύουν μεν για την ώρα με φυσικό αέριο, αλλά διαθέτουν και δεξαμενές με πετρέλαιο, τις οποίες μάλιστα διατηρούν πάντα γεμάτες, έτσι ώστε να μην υπάρξει διαταραχή στη λειτουργία των παραγωγικών μονάδων. Τέτοιο είναι το παράδειγμα της ΔΕΛΤΑ (του ομίλου Vivartia) και άλλων μεγάλων γαλακτοβιομηχανιών, καθώς και αλλαντοβιομηχανιών, κλάδοι δηλαδή με ευαλλοίωτες πρώτες ύλες και τελικά προϊόντα. Ακόμη δε και όσες δεν έχουν αυτό το διπλό σύστημα προχώρησαν σε επενδύσεις τους τελευταίους μήνες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η «Μέλισσα Κίκιζας», που προχώρησε πρόσφατα στην εγκατάσταση δεξαμενών πετρελαίου στο εργοστάσιό της στη Λάρισα. Μια άλλη εταιρεία του ομίλου Vivartia, η «Μπάρμπα Στάθης», προχώρησε ήδη τα δύο προηγούμενα χρόνια σε επενδύσεις με στόχο την εξοικονόμηση ενέργειας και τη μείωση του ενεργειακού κόστους (αυτοματοποιημένος ψυκτικός θάλαμος που ελαχιστοποιεί την καταναλισκόμενη ενέργεια κατά 60% και τοποθέτηση ηλιακών πάνελ στην οροφή, που καλύπτουν το 40% των ενεργειακών απαιτήσεων).

Υπάρχουν και βιομηχανίες που ήδη εδώ και κάποιους μήνες εγκατέλειψαν το φυσικό αέριο και επέστρεψαν στο πετρέλαιο, επενδύοντας ταυτόχρονα και σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Τέτοιο παράδειγμα είναι η βιομηχανία απορρυπαντικών FLOS στις Σέρρες, η οποία, πρώτον, άρχισε να χρησιμοποιεί ξανά πετρέλαιο για τη λειτουργία της και, δεύτερον, από τον Μάιο διαθέτει και φωτοβολταϊκό σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας 300 kW.

Στις Σέρρες, εξάλλου, βρίσκεται και η γαλακτοβιομηχανία «Κρι Κρι», η οποία ολοκλήρωσε φέτος τη μονάδα βιοαερίου, αξιοποιώντας τα παραπροϊόντα και τα υγρά απόβλητα του εργοστασίου και κυρίως τον ορό γάλακτος που απομένει μετά την παρασκευή του γιαουρτιού. Το παραγόμενο βιοαέριο χρησιμοποιείται στη μονάδα συμπαραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας, η ηλεκτρική ενέργεια πωλείται στο δίκτυο του ΔΕΔΔΗΕ, ενώ η παραγόμενη θερμότητα χρησιμοποιείται στις εγκαταστάσεις της «Κρι Κρι», συμβάλλοντας στη μείωση της χρήσης φυσικού αερίου.

Σε μείωση των ωρών λειτουργίας των εργοστασίων τους προσανατολίζονται βιομηχανίες τροφίμων και ποτών που παράγουν μακράς διαρκείας προϊόντα. Τα σενάρια αυτά υπάρχουν σε κάποιες μεσαίου μεγέθους περιφερειακές βιομηχανίες αναψυκτικών, ειδικά μάλιστα καθώς τα προϊόντα αυτά έχουν μικρότερη ζήτηση τον χειμώνα, σε βιομηχανίες παρασκευής τοματοειδών και βοηθητικών πρώτων υλών (καρυκεύματα, σάλτσες κ.ά.).

Κλωστοϋφαντουργίες, χημικά και καλλυντικά

Κλείσιμο μηχανών για κάποιο διάστημα, μείωση της κατανάλωσης ρεύματος

Σε κλάδους όπου η χρήση του φυσικού αερίου είναι ζωτικής σημασίας, όπως είναι η βιομηχανία πλαστικών και η χημική βιομηχανία, εκτιμάται ότι το επόμενο διάστημα οι επιχειρήσεις θα αναγκαστούν να μειώσουν και την παραγωγή. Σύμφωνα με μελέτη που υλοποίησε το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), για λογαριασμό του Συνδέσμου Ελληνικών Χημικών Βιομηχανιών, αναμένεται λόγω του ενεργειακού κόστους μείωση της παραγωγής 2,5% μεσοσταθμικά, που σε ορισμένους κλάδους, όπως των χρωστικών υλών, μπορεί να ξεπεράσει το 9%.

Κάποιες άλλες εταιρείες, όπως για παράδειγμα η «Παπουτσάνης», δεν μειώνουν την παραγωγή, αλλά λειτουργούν για λιγότερες ημέρες, παράγοντας, ωστόσο, τις ίδιες ποσότητες προϊόντων, στα τμήματα εκείνα που έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις σε φυσικό αέριο, εν προκειμένω στο τμήμα παραγωγής σαπουνιού. Η μείωση της παραγωγής, για παράδειγμα, αποτελεί την «έσχατη λύση» για την εισηγμένη Κλωστοϋφαντουργία Ναυπάκτου, η οποία ήδη αναζητά τρόπους μείωσης της κατανάλωσης ρεύματος, με κάποια κίνηση που δεν θα έχει αντίκτυπο στην παραγωγή της.

Η εταιρεία βλέπει ένα εκρηκτικό μείγμα αύξησης του ενεργειακού κόστους, μείωσης της αγοραστικής δύναμης του καταναλωτή λόγω του πληθωρισμού, αλλά και μείωσης των παραγγελιών για το προϊόν της, το βαμβακερό νήμα, ήδη από τον Ιούνιο – Ιούλιο. Ανάμεσα στα μέτρα που αναμένεται να λάβει η εταιρεία το επόμενο διάστημα είναι η λειτουργία κάποιων μηχανών σε συγκεκριμένες ώρες και το κλείσιμο για κάποιο διάστημα των προκαταρκτικών μηχανών. «Ετσι θα καταφέρουμε να έχουμε μείωση του κόστους», δηλώνει η διοίκηση, η οποία αναφέρει πως όλα δείχνουν πως μπορεί το επόμενο διάστημα να λάβει και πιο δραστικά μέτρα. Δεδομένου ότι η Κλωστοϋφαντουργία Ναυπάκτου λειτουργεί 24 ώρες το 24ωρο και 7 ημέρες την εβδομάδα, η διοίκηση εκτιμά πως εάν το κόστος ενέργειας συνεχίσει να αυξάνεται, αυτό δεν θα είναι βιώσιμο για πολλές επιχειρήσεις, ειδικά γι’ αυτές που είναι ενεργοβόρες.

«Με βάση τις τιμές του Σεπτεμβρίου και με το πλαφόν στην επιδότηση, η τιμή που θα κληθούμε να πληρώσουμε μετά την απορρόφηση της επιδότησης είναι έξι φορές πάνω σε σύγκριση με την περίοδο πριν από την ενεργειακή κρίση», αναφέρει, προσθέτοντας πως έχει ολοκληρώσει το επενδυτικό σχέδιο ύψους 5,5 εκατ. ευρώ το οποίο θα αυξήσει την παραγωγική δυναμική κατά 30%, την ώρα που το ενεργειακό κόστος αυξάνεται. Λόγω της αβεβαιότητας αλλά και της μειωμένης αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών για αγορά μη βασικών ειδών όπως η ένδυση, η εταιρεία βλέπει μείωση των παραγγελιών για το προϊόν της το οποίο πουλάει στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, με βασικές αγορές τη Γερμανία και την Ιταλία. «Η πορεία μας το πρώτο εξάμηνο ήταν καλή, ωστόσο με αυτά τα δεδομένα από δω και πέρα τα αποτελέσματά μας μπορεί να μην είναι κερδοφόρα», καταλήγει.

Πηγή: kathimerini.gr