Μαύρα κράνη και ΔΑΠανηρές ΔιΑΠιστώσεις

257

του Βασίλη Τσίκα, φοιτητή Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης ΕΚΠΑ

Θέλοντας να αξιοποιήσω τον αναβλύζοντα κενό χρόνο που “αγωνιστικά” μας διατείθεται καθώς αποχαιρετάμε την εξεταστική που χάνουμε [μεταχρονικό-μισοχρονικό spoiler, τελικά θα γράψουμε διαδικτυακα και συμπυκνωμένα μέσα στον Φεβρουάριο που λογικά για πρώτη φορά θα γεννήσει την 30η και την 31η μέρα του…] έκρινα πως οι πρόσφατες Γενικές Συνελεύσεις της Νομικής και του Πολιτικού του ΕΚΠΑ στις 24/1 αξίζουν ιδιαίτερου, (ανα)στοχαστικού σχολιασμού. Ο “μαυρογαλάζιος” συσχετισμός που τελικά γράφτηκε στον πίνακα τους, διαμορφωμένος υπό τη σκιά ράβδων συγκεκριμένου ξύλου, γίνεται να είναι το ζητούμενο ζωντανό παράδειγμα που μπορεί να χρησιμεύσει σαν εφαλτήριο μιας ευρύτερης κριτικής ανατομής.

“Πιερρακάκη άκου τον πόνο της Γιαννάκου” φώναξε στα αμφιθέατρα των περισσότερων σχολών η αυτοεπιβολή της ρετροτοπίας την οποία είχα στο αδρό επίπεδο προοικονομήσει από τον Νοέμβριο εδώ, κοιτάζοντας τα σημάδια των “δύο” πλευρών για την επικείμενη ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ για την οποία θα μου επιτραπεί να πω ότι έχουν πραγματοποιηθεί ήδη οι εκατέρωθεν αναλύσεις και δεν απαιτείται και η δικιά μου . Το αιφνιδιαστικό στοιχείο που εμφανίστηκε στην φετινή φοιτητοπολιτική παναριστερά ήταν η “ωρίμανση” του μηχανισμού και των αντανακλαστικών των δυνάμεων της ΚΝΕ/ΠΚΣ. Η σπουδάζουσα του ΚΚΕ παρουσιάστηκε επαρκώς και απροσμένως ανοσοποιημένη από το μικρόβιο του “μονογενούς επαναστάτη” που ακολουθεί το (ελληνικό κι όχι μόνο) σφυροδρέπανο σε όλη την ιστορία του, από το Πολυτεχνείο ως τις Πλατείες κι από τον αντιαποικιακό αγώνα της ΕΟΚΑ ως και το ίδιο το φοιτητικό κίνημα του 2006-07. Η ΠΚΣ τσαλάκωσε εκούσια την σημαία αποδεδειγμένης συνέπειας που διαχρονικά σηκώνει έναντι των αριστερίστικων εξωκοινοβουλευτικών σχημάτων (τα οποία έβριζε και απέκλειε ως και μια εβδομάδα πριν την “έκρηξη”) και έγινε απόλυτος, σκοποκεντρικός ουραγός των ΕΑΑΚ στις Γενικές Συνελεύσεις στις οποίες τα καταληψιακά κουκιά κινδύνευαν να μην μαζευτούν. Αυτή η συμπαράταξη ξεκίνησε από κοινά πλαίσια της τελευταίας στιγμής για να φτάσει στον “δεύτερο γύρο” στην θρασεία υπερανοχή των κρανιοφόρων εξωπανεπιστημιακών που εισέβαλαν για να σιγουρέψουν δια της βίαιης οδού αυτό το “μάζεμα”. Η ΝΟΠΕ και οι σχολές της ως εμβληματικό “κάστρο” των αντίπαλων τους, ήταν διαφαινόμενο ότι θα δέχονταν το καθαρότερο χτύπημα τρομοκρατίας για να “βγουν” κόκκινες οι Συνελεύσεις.

Όμως η γεγονοτολογική περιγραφή των έκτροπων του όπως κι η ανάλυση της “ιδιοκτησιακής λογικής” για τον πανεπιστημιακό χώρο που διέπει την φοιτητική αριστερά έχουν και αυτές δημοσιευτεί ήδη. Οι ακόλουθες γραμμές προορίζονται για τα μυαλά των σπιθών αντίδρασης, αντιχάους, που κρατούσαν το πλαστικό πάσο στο αμφιθέατρο χωρίς να κάνουν πίσω. Και κυριότερα προορίζονται για όσους/ες γαλάζιους/ες θέλουν να εκπροσωπήσουν ένα… πέταγμα των φοιτητών και των σχολών τους σε έναν αυθεντικό και όχι διαγγελματικό εκσυγχρονισμό κατανικώντας την παραπάνω λογική της αριστεράς. Αν έχουν αυτόν τον σκοπό πρέπει να ξέρουν ότι θα απαιτηθεί να τραβήξουν τσιρότα, να ξεπεράσουν αγκυλώσεις που άλλες έχουν ρίζες μακροχρόνιες και σε άλλες (στις περισσότερες) η αφετηρία τους βρίσκεται στο σπάσιμο ενός αφανούς πλαισίου εκ μέρους των σημερινών, μετασαμαρικών πατρόνων του κόμματος αναφοράς. Αγκυλώσεις που είναι λογικό όχι απλά να μην ιαίνονται αλλά να μεγενθύνονται από τον διπλό εκλογικό θρίαμβο της “νέας Νέας Δημοκρατίας”.

Οννεδίτικα γραφεία μπορεί να έχουν την εντύπωση ότι δακρυσμένα πρόσωπα φοιτητριών που δέχτηκαν τρομοκράτηση αρκούν για την εκλογική επάνοδο σε έναν σύγχρονο κόσμο όπου η δεξιά του έχει ποτιστεί με κάθε συμβιβαστικό και διαλυτικό φαρμάκι που θα μπορούσε να παρασκευάσει κανείς και η γενική αντίληψη έχει μετατοπιστεί σε έναν θυματολαγνικά ξαναγραμμένο “μεγάλο άλλο”. “Απαντάμε με δημοκρατία στην τρομοκρατία” γράφουν συχνά τα γαλάζια προφίλ στο Instagram. Αυτό (λαμβάνοντας υπόψη τις αυταξίες και τον ψυχισμό των καθημερινών εχθρών των εκφορέων του) θα μπορούσε να κατανοηθεί επικοινωνιακά σαν σλόγκαν για την προσέλκυση ενός ημιπαθητικού φοιτητή στην εκλογική βάση. Όμως όταν στεγνώνει στο κέντρο των μυαλών και φτάνει να κανοναρχεί όλη την πολιτική νοοτροπία ενός “χώρου” (για την ακρίβεια κάτι μεγαλύτερου σε φοιτητικό πλαίσιο, μιας δυνατοτικής πλατφόρμας σε αδράνεια, όπως είναι κάθε παράταξη) δεν είναι “υπέρβαση” ή “πολιτισμός” (όπως μου έχουν απαντήσει με ευκολία αρχηγοί της ΔΑΠ σε προσωπικές συζητήσεις) αλλά κάτι λίγο μικρότερο από τον αυτοευνουχισμό εν ονόματι αυτής της υπέρβασης και αυτού του πολιτισμού. Η φιλελεύθερη δημοκρατία δεν διαθέτει εδώ και πολλές δεκαετίες αυθυπόστατη προωθητική ισχύ. Η τελευταία είχε εγκαινιαστεί από την εκ του μηδενός στερέωση της λαϊκής κυριαρχίας κόβωντας τα κεφάλια των νομοκατεστημένα ανωτέρων, συνεχίστηκε στις “εθνοσυνταγματικές” επαναστάσεις του 1848 και την γκαριμοαλντιανή ενοποίηση της Ιταλίας και επί της ουσίας έληξε μετά τον Μεγάλο Πόλεμο όταν (στην δυτική και βόρεια Ευρώπη) είχαν αρθεί οι τελευταίοι ταξικοί και έμφυλοι φραγμοί της πολιτικής συμμετοχής. Η κρίση του 1929 με την διάψευση των βαριών γουιλσονικών υποσχέσεων οδήγησε τους περισσότερους λαούς της Ευρώπης σε αναζήτηση άλλων κοινωνικο-καθεστωτικών λύσεων. Οι εκστρατείες ανάσχεσης αυτών και των παραγώγων τους, αν απογυμνωθούν από την αυτόνομη επίδραση του κυριολεκτικά πολεμικού κομματιού τους, κατέληξαν είτε στην παραχώρηση κυριαρχίας σε υπερεθνικές οντότητες (που η ιδιάζουσα ή ελλείπουσα δημοκρατικότητα τους δημιουργεί συνεχώς χοντρά συγγράμματα ακαδημαϊκής διερώτησης) είτε στον εσωτερικό, ριζοσπαστικό ατομικισμό των μεταμοντέρνων που πότε φανερώνει καλωπισμένη ιδιοτέλεια και πότε βρωμοκοπάει δικαιωματιστικά εστιασμένο εκφυλισμό.

Με την ξηρασία επί του αυτόφωτου θα πρέπει να συνδυαστεί και το αντικειμενικό στοιχείο της κεκηρυγμένα συμβολαιοκρατικής φύσης της νεωτερικής δημοκρατίας και στο επίπεδο του κράτους και στα “μικροεπίπεδα” που έχουμε επιτρέψει στις κοινωνίες μας, όπως είναι και η αλληλεπιδραση κι η αντιπαράθεση οραμάτων εντός των Φοιτητικών Συλλογών. Ως πρόταση συστημικής οργάνωσης ταιριαστή με τον “μεταριζικό” κόσμο δηλαδή τον κόσμο όπου το νόημα και οι ανθρώπινοι δεσμοί δεν ιεροποιούνται έχοντας αναφορά σε δυνάμεις οντολογικά υπέρτερες των (ιστορικά-υπαρκτικά αυτονομημένων πια) υποκειμένων, το Συμβόλαιο είναι το θεμέλιο της συνύπαρξης δεδομένο το οποίο δεσμεύει πρωτίστως τις κινήσεις των (ιδεολογικά) πιστών σε αυτό. Η υπόθεση εργασίας του Hobbes έχει απορριφθεί εν πολλοίς ως (υπερβολικά) ματεριαλιστική, “στρατευμένη” και αβάσταχτα σκοτεινή. Μάλλον για τον λόγο ότι η αυτονόητη σαρωτικότητα του “πολέμου όλων εναντίον όλων”, ως συμπεράσματος που φοράει και ρούχα προκειμένης, δεν αφήνει κανένα περιθώριο “πολιτισμένης” αποφυγής. Οι ζωντανοί μας πολιτειοπλάστες επέλεξαν να χτίσουν μεταξύ της πρότασης του Locke περί κράτους προστάτη των πολύ προηγμένων για τις δυνατότητες της φυσικής κοινωνικότητας συναλλακτικών σχέσεων και της εκδημοκρατισμένης κυριαρχίας (από κάποιον Λεβιάθαν στο αναγνωρισμένο λαϊκό σώμα) που επιτυγχάνεται από την εμπέδωση από τον λαό της πολιτικής συμμετοχής για να μεταβούμε από το άθροισμα των ατομικών βουλήσεων στην Γενική Βούληση που πρότεινε ο Rousseau. Το Συμβόλαιο παραμένει το κύτταρο επεξήγησης του Όλου και οι κάθε διακύμανσης φιλελεύθεροι το ασπάζονται.

Όταν η μεταμοσχευμένη στον πανεπιστημιακό χώρο συμβολαιοκρατική δημοκρατία παραβιάζεται από την βία των υπερπαναστατικών “συμπληρωμάτων” μιας πολιτικής δύναμης επί της ανώτατης έκφρασης της, δηλαδή της Γενικής Συνελευσης (το μάγουλο του πολίτη της Γενεύης θα πέταγε δύο σπυριά στο άκουσμα αυτής της υπερσημαντικότητας της συνέλευσης βέβαια) στην οποία εισέρχονται όλες οι παρατάξεις του Συλλόγου που συναπαρτίζουν το αντίστοιχο της “Αρχής”, το Συμβόλαιο έχει θρυμματιστεί εν γνώση και των καταστροφέων και των πληττόμενων. Το να εμείνουν οι δεύτεροι μόνο στη ζομπιασμένη δόξα των τύπων δεν επιλύει τίποτα ούτε και προστατεύει κρανία και πλευρά καθότι κανείς δεν κέρδισε αυτόν που έκλεβε στο επιτραπέζιο απλά τονίζοντας τα ωραία χρώματα και την μακρά ιστορία του ταμπλό και των πιονιών. Η δημοκρατία νικά την τρομοκρατία αν μπορεί να αποτρέψει τους διαβάλοντες από το να είναι αυτό που είναι. Αν μπορεί να κάνει τον μπαχαλάκια να νοιώσει την καυτή ανάσα μιας ισχύος στον ώμο του και έτσι να υποχωρήσει στα σχέδιά του πριν ακριβώς χρειαστεί να βγουν (και) τα κοφτερότερα δόντια. Μια Mutual Assault Destruction (με τα πυρηνικά για τα κράτη, την απειλή των παραθεσμικών μάχιμων για τη φοιτητική πολιτική) μόλις χάνει το Mutual, η πλευρά που υπερέχει κατακτά (στην πράξη) το δικαίωμα να αποθρασυνθεί.

Συμβόλαιο, εν πάσει περιπτώσει, είναι η κοινή υπογραφή των διαφορετικών μερών σε συμφωνία μιας οριοθέτησης και κάποιων αποδεκτών κανόνων ανταγωνιστικά συνυπαρκτικής δράσης. Η εθιμικά τσιμεντωμένη αξία της τήρησης των υποσχέσεων που οι άντρες συνάπτουν με την υπογραφή τους φρονώ ότι είναι γνωστή και στη ΔΑΠ. Εκτός αν το ξέχασε διότι έχει… τρυπηθεί από τον έμφυλο σχετικισμό στο ίδιο επίπεδο με την ηγεμονεύουσα κάστα του κόμματός της ή (το πιθανότερο) επειδή διαφαίνονται οι συνέπειες της (ποιοτικής και ποσοτικής) λειψανδρίας της μέσης γαλάζιας οργάνωσης ιδίως σε τμήματα κοινωνιών επιστημών. Κάτι που φάνηκε στα έκτροπα του 7ου ορόφου της ΝΟΠΕ, του Πολιτικού Νομικής, στα οποία ήμουν μερικώς παρών, όπου χρειάστηκε η συνδρομή και της αντίπαλης ΠΑΣΠ, η οποία ήταν περισσότερο έμφυλα ισορροπημένη, για να επιτευχθεί η ασφαλής αποχώρηση δαπιτισσών.

Η χαμογελαστή υπεύθυνη του γαλάζιου τραπεζιού (ιδίως στις σχολές που πλειοψηφεί εκλογικά) την ώρα που (έχουμε την ελπίδα ότι) θα προσπαθήσει να δει πραγματικά με τι βρίσκεται αντιμέτωπη, θα καταλήξει “δεμένη”. Το ένα της χέρι δένεται στην ενδεχόμενη επιβεβαίωση της χομπσιανής ολίσθησης και το άλλο στην αδυναμία, λόγω φιλελευθεροποιημένης αντίληψης, να κατέχει την απαραίτητη αποφασιστικότητα για την τιθάσευση μιας Κατάστασης Εξαίρεσης (σε αντιπροσωπευτική φοιτητική μικροκλίμακα). Ο Carl Schmitt στην “Πολιτικη Θεολογία” του ανακαινίζει την χαρακτηριστική ανάλυση του Donoso Cortes περί των αστών φιλελεύθερων ως τάξη της “Αιώνιας Συζήτησης”. Καταφάσκοντας στην (απολύτως) απαισιόδοξη ανθρωπολογία ως εναρκτήρια της θεώρησης του αναφέρει ότι ήδη από τον 19ο αιώνα ο φιλελεύθερος, ως αυτοαναγορευμένος κτήτορας και εκφραστής του ορθού λόγου, καταλήγει να ρομαντικοποιεί και να μεταφυσικοποιεί τον (πολιτικό) διάλογο ξορκίζοντας την Απόφαση. Διαλέγεται αέναα, ψαχουλεύει συνεχώς το κουτί των διαφορετικών καθυστερήσεων και συμβιβασμών σε βάρος της επίπονης μα τόσο πολιτικοκοινωνικά χρειαζούμενης βουλησιαρχικής τομής, η οποία ελπίζει πως δε θα έρθει ποτέ. Μέχρι την “δεύτερα παρουσία” και οι μη φιλελεύθεροι (ακόμα κι εκείνοι που φωνάζουν πως θα τους κρεμάσουν) και γενικά όλος ο πληθυσμός, θα έχουν απορροφηθεί από και σε αυτή την αντίληψη για την πολιτική αλληλεπίδραση. Στην περίπτωση της ΔΑΠ αυτή η ερμηνεία εξηγεί την αξία πανάκειας που συχνά αποδίδουν οι συνδικαλιστές της στον θεσμό που εμπεριέχει μόνο ασφαλισμένο διάλογο δηλαδή το Διοικητικό Συμβούλιο-ΔΣ, ακόμα και όταν οι μακρές προϋποθέσεις επίλυσης των συζητούμενων και ψηφιζόμενων ζητημάτων (και κυρίως η καθησυχαστική μετάθεση τους σε επόμενο ΔΣ) έχουν σακατευτεί μαζί με τις ίδιους τους δαπίτες από σκληρά ρόπαλα. Αμυντική γενική τυπολατρία που ούτε καν η ίδια δεν φτάνει στο τέρμα αναμορφώνοντας εκ της επιμονής το Συμβόλαιο καθώς λχ ο χορός των μπλεδογαλαζοπράσινων στολών δεν έφερε αποτελέσματα ως τώρα.

Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι η συστηματική εσωτερίκευση αυτής της νοοτροπίας ήταν προδιαγεγραμμένο πως θα συμβεί από όταν η ζωτική ισχύς και η αποφασιστικότητα της κληρονομιάς Επιστράτων και Γραμμομάχων άρχισε να πολτοποιείται στην πρέσα της φορμαλιστικής κι αμερικανότροφης ΕΡΕ. Η ίδρυση της Νέας Δημοκρατίας από τον “ίδιο” Καραμανλή μέσα στο αριστεροποιημένο περιβάλλον της πτώσης της 21ης Απριλίου και ο “ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός” που διακηρύχθηκε ως επίσημη ιδεολογία στο πρώτο κομματικό συνέδριο θα ήταν επισφράγιση μιας νέας αρχής εκ του τέλους. Όμως οι τραχιές ανάγκες του πραγματικού και όχι τα καταστατικά είναι αυτές που εγγράφουν ιδεολογία. Και το τραχύ πραγματικό ήταν ότι η πλάγια ενσωμάτωση και το “χάιδεμα” από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου (και αργότερα υπό άλλες αιτίες και συνθήκες, από τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσιπρα) τμημάτων του πλημμυρώδους τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια αριστερίζοντος ριζοσπαστισμού λόγω της ευρείας έννοιας αποχουντοποίησης (της γρηγοροπούλειας, μεταμοντέρνας έκρηξης και του αντιμνημονίου για τον ΣΎΡΙΖΑ) έκανε τον νεολαιίστικο σωλήνα της ΝΔ να είναι ανοιχτός στο μάχιμο, βαθύ μπλε σε ένα σημαντικό βαθμό. Η “αριστερά της αριστεράς” της ΠΑΣΠ, το άγιο άσυλο, η πράσινη βουλευτική ταυτότητα του Βαφειάδη και άλλων ομοίων του, η “άνδρωση” του Συνασπισμού στις φωτιές του 2008 και τα “δικά μας παιδιά” του Δραγασάκη για τους αναρχικούς, άφηναν ένα μαυροκόκκινο σύννεφο πάνω από το πράσινο και το ροζ εξωτερικό επί των πολιτικών πεδίων, με το πανεπιστήμιο να είναι βεβαίως ένα από τα μείζονα. Από τον Αβέρωφ μέχρι τον Σαμαρά προκειμένου να έρθει η ισοστάθμιση και η δημιουργία ενός φοιτητικού M. A. D. στην πράξη κι όχι στα λόγια, η ΔΑΠ εγκόλπωνε (δεδομενου ότι τα περισσότερα καταστατικά Φοιτητικών Συλλογών συγγραμμένα σε χρόνια συσχετισμών “μετασαλαζαρικής Πορτογαλίας” απαγορεύουν… δημοκρατικά την ύπαρξη εθνικιστικών παρατάξεων) δυνάμεις του αγωνιστικού νεανικού εθνικισμού, αφού κανένας αγνός, αέναα συζητών φιλελεύθερος δεν έφτασε ποτέ στο αίμα και στους μόλωπες της μάχης για την υπεράσπιση των ιδεωδών του, τουλάχιστον από την αρχή του 20ου αιώνα και μετά.

Αυτό το μη διακηρυγμένο αλλά από πάντες αισθανόμενο πατερναλιστικό πέπλο άρχισε να παρουσιάζει τρύπες μετά την (διαχειριστικής και όχι ιδεολογικής αιτίας) πτώση του Αντώνη Σαμαρά από την κυβέρνηση και την προεδρεία της Νέας Δημοκρατίας το 2014-15. Ειρωνικά για τα ακόλουθα, αυτός που το βράδυ του δημοψηφίσματος θα του δείξει την πόρτα της εξόδου έμμεσα, ως κομμάτι του καταδικαζόμενου “παλιού πολιτικού συστήματος”, ήταν ο τότε πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ. Η κάμψη της ορμής του ΣΥΡΙΖΑ μετά την κουτουλιά του με την πραγματικότητα (που έχει πια αποκορυφωθεί με την ψαλίδα της 25ης Ιουνίου προκύπτουσας από το ότι κανείς δεν θεώρησε ότι θα μπορούσε να εφαρμόσει το όμορφο πρόγραμμα που ανακοίνωσε, και συνεχίζεται ταχύτατα με την Κασσελακειάδα) έσπρωξε την ΝΔ του 18% στο να μεταλλαχθεί για να καταφέρει την ανάκαμψη καθώς, αντικειμενικά, όλα τα αξιοποιήσιμα θραύσματα για αυτόν τον σκοπό ήταν εκεί. Η παραδοσιακή βάση, μέρος της οποίας προηγουμένως είχε κατευθυνθεί προς τους ΑΝΕΛ, ήθελε εκδικητικά πρωτίστως την απομάκρυνση του… Μινχάουζεν, το “προοδευτικό κέντρο” (στο οποίο σε αυτή την κλίμακα εντάσσεται και ο μεγάλος αριθμός των “ημιαπολίτικων”) κρεμόταν απογοητευμένο και εύκαιρο προς διεμβολισμό μετά τον αυτοπνιγμό του ΣΥΡΙΖΑ και των όσων (θέλησε να) αντιπροσωπεύει κατά την άνοδό του. Ευνοϊκά προς (και ευνοημένα από) αυτή τη γαλάζια στροφή ήταν τα αστεράκια που έλαμψαν στα μάτια πολλών “ορφανών του Σημίτη” που είδαν στην ανασυγκροτησιακή ευρυχωρία την ευκαιρία που τους έλλειπε για το restart της πολιτικής τους ύπαρξης, καθότι το ΠΑΣΟΚ δεν είχε συνέλθει από το χαστούκι του μονοψήφιου που του άφησε ο εκλογικός σεισμός του 2012. Τέλος ρόλος πρέπει να αποδοθεί και στο λέκιασμα του αυτόνομου εθνικιστικού βηματισμού που, έχοντας λίγο πολύ ζευχθεί στη Χρυσή Αυγή, χτυπήθηκε από τις υπέρμετρα αιματηρές περιπέτειες της, οι οποίες και της στέρησαν το πλάνο να γίνει ένα ελληνικό Jobbik στη δεξιά πλευρά ενός Σαμαρά-Όρμπαν .

Προφανώς μια νέα ηγεσία η οποία σηκώνει ως πρωταρχική σημαία τον (μη πολιτικό-ακτιβιστικό) “παντοειδή εκσυγχρονισμό”, δεν ξεκαθαρίζει κοιτώντας στα μάτια τον νέο το τι θα κάνει με το χαρτί της αστυνομικής ισχύος και παρουσίας και (κυρίως) βερνικώνει την εγγενή φιλελεύθερη αδυναμία θέασης Εχθρού ως γενική στάση καθώς ρητά “σέβεται και τιμά τους αγώνες της αριστεράς ” (ενώ ο σύγχρονος ανθός αυτής θέλει με πάθος να δει το αγαπητό κοινοβούλιο να καίγεται), δεν γινόταν να αφήσει ανεπηρέαστη τη ΔΑΠ. Η απρόσμενη νίκη του νεομητσοτακισμού στις εσωκομματικές εκλογές συνοδεύτηκε πράγματι από διασπάσεις και εσωτερικές συγκρούσεις στη ΔΑΠ με τον δικό μου πανεπιστημιακό τόπο, τη ΝΟΠΕ, να είχε εξελιχθεί σε ένα βασικό πεδίο εμφύλιας τριβής (με την αποχή των γαλάζιων από τις φοιτητικές εκλογές του 2017 και
του 2018), μάλλον το δεύτερο σε ένταση μετά την οργάνωση της Θεσσαλονίκης. Αυτοί οι σοβαροί κραδασμοί βέβαια δεν καθρεφτίστηκαν και πολύ στο τελικό ποσοστό. Όχι τόσο λόγω αποθεμάτων ισχύος της ΔΑΠ (ο απολύτως αριθμός γαλάζιων ψήφων μειώθηκε) μα λόγω της ευνόησης της από τα ταυτοχρόνως συμβαινόμενα στις άλλες δυνάμεις : τα ΕΑΑΚ και η ΠΚΣ έφτασαν στο (τότε εφικτό) ταβάνι τους, η “φρεσκάδα” της ΑΡΕΝ στέγνωσε οδηγώντας την στη διάσπαση (δημιουργία του ΔΙΚΤΥΟΥ) και στο γάτζωμα των “ορθόδοξων” στα ΕΑΑΚ και το ΑΡΔΙΝ και, σημαντικότερα, η πάλαι ποτέ αιώνια αντίζηλος ΠΑΣΠ είχε, εξαιρουμένων των κάστρων της (ΟΠΑ, ΠΑΠΕΛ), διαλυθεί οργανωτικά στα περισσότερα τμήματα.

Στις φοιτητικές εκλογές του 2019, όταν οι “αντάρτες” είτε είχαν επανενταχθεί στις ΔΑΠ είτε είχαν αποφοιτήσει, η γαλάζια φαινομενικότητα ήταν ξανά απλωμένη στα ΑΕΙ κι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν ήταν ακόμα πρωθυπουργός. Η νέα κυβέρνηση είχε ως μια από τις πρώτες της κινήσεις από την εκλογή της την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου με τον νόμο 4623/2019. Αυτό ήταν ένα βήμα για να πουληθεί δυναμική αρχή όμως (και) στο φοιτητοπολιτικό, το δηλητήριο της φιλελέ παθητικοποίησης έναντι ανθρώπων που δε θα δίσταζαν να ξεριζώσουν τα έντερα των “γαλάζιων παιδιών”, είχε περάσει κάτω από τη σάρκα τους, έχοντας κιόλας πλασαριστεί μέσα και έξω από την Πειραιώς ως σελίδα ανανέωσης. Ο “νεονεοδημοκράτης” και κατ’επέκταση η ΔΑΠ είχε αρνηθεί “κάθε πολεμολογική θεώρηση της κοινωνικοϊστορικής δράσης […]. Ωθούμενη από μια αστική αντίληψη περί υπάρξεως […] πίστευε στις αρετές του “διαλόγου” ως προς τα διανοητικά θέματα και των “ανοιγμάτων” ως προς τα πολιτικά. Θεωρούσε “αφορητο” να χαρακτηρίσει κάποιον ως εχθρό ο οποίος όμως την χαρακτήριζε απερίφραστα έτσι-και να τον μεταχειριστεί ως τέτοιον” (“Ο Προσδιορισμος του Κυριώτερου Εχθρου”- Αλαίν Ντε Μπενουά, εκδ. ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΣΚΕΨΙΣ σελ 25). Το Συμβόλαιο είχε σκιστεί από κάποιους επειδή εκείνοι που, όπως θα όφειλαν ιδεολογικά, δεν ήξεραν πως και δεν τόλμησαν να κρατήσουν ενωμένες και εφαρμοζόμενες τις σελίδες του. Και από κει θα πρέπει να αναζητήσουν οι μεταλλαγμένοι του νεομητσοτακισμού το “γιατί γελάνε οι κύριοι”.

Ήρκησαν δύο χρόνια έκτακτης, πανδημικής νέκρας για να οδηγηθούν στην πτώση, στην ήττα των φοιτητικών εκλογών του 2022 και το αναπάντητο αίνιγμα των φοιτητικών εκλογών του 2023. Για να γίνει παραδεκτό το σβήσιμο του όποιου μάχιμου πάθους εκείνων που ανέτρεψαν κάποτε τους στρατιώτες και τις λογικές του πολυτεχνειακού φαντασιακού και υποδέχονταν με υψωμένες απορριπτικές γροθιές το επιβεβλημένο “τζάκι της Μπακογιαννη” στο Ά Συνέδριο. Και σήμερα στέκουν λειψοί ενώ οι σχολές καταλαβάνονται με την στήριξη ερυθρότερων και μελανότερων που αρπάζουν τα ρόπαλα τους και μέσα στον πανεπιστημιακό χώρο τα στρέφουν ενάντια σε κοπέλες οι οποίες δεν ήθελαν να χάσουν την εξεταστική τους και αναγκάστηκαν να φύγουν άρον άρον φοβισμένες πριν μπορέσουν να καταψηφίσουν στη Συνέλευση.

Ο μονόφλαθλος Μωυσής, μέχρι την προδιαγεγραμμένη φθορά του που θα έρθει από τα δεξιά, θα εξακολουθήσει να βασιλεύει και χωρίς τους δαπίτες επί του ανεκδότου που ακούει στην ονομασία “μέτωπο αριστεράς-κεντροαριστεράς” . Δεν κατανοούν ότι οι εθνοαντιδραστικοί κι όχι τα φιλελεύθερα ενεργούμενα της Αιώνιας Συζήτησης είναι που μπορούν να μεταπλάσουν πολιτικά την χρυσή ευκαιρία που αποτελεί η οργισμένη μεσαιοταξική μάζα ° στην προκειμένη περίπτωση εναντιωθείσα στα δια της σωματικής και ψυχολογικής απειλής σφραγισμένα πανεπιστήμια και της υπεράσπισης της πέμπτης παραγράφου του άρθρου 16 σε βάρος της πρώτης μα και συγχρόνως αισθανόμενη την μπόρα της μετατροπής της σε λαχανιασμένο πειραματόζωο για επιμέρους κολλεγιακά συμφέροντα. Ότι τα “αυστηρά κριτήρια” για τα ιδιωτικά ΑΕΙ μπορεί να μεταφραστούν σε σύγκρουση με τις λογικές ανωτέρων κλιμακίων (και επιλεκτική συνεργασία μόνο με τα “φέουδα” και τα πρόσωπα εκείνα εντός ΝΔ που επιμένουν στο, λαθραία σπασμένο από τον Μητσοτάκη, πατερναλιστικό συνεχές). Ότι μια πολεμόφιλη και ρέπουσα στον φανατισμό αριστερά δεν νικιέται από λευκής επιταγής “πολιτισμένους” αλλά από πύρινους ιδεολόγους που νοιώθουν και θεώνται τον Εχθρό και από διαχειριστές μιας επίσης “σκοτεινής σκέψης”, προκειμένου (τουλάχιστον) να επανεπιβληθεί το Συμβόλαιο. Ότι το βαρύτερο, υπαρκτό ρόπαλο θα παίζει πάντα ρόλο στις εμπεδώσεις κι αυξομειώσεις των συσχερισμών. Οι εναπομείνασες ευκαιρίες ξυπνήματος είναι λίγες, ίσως μόνο μια. Αν η φλέβα ανοίξει και ρεύσει περισσότερη σαμπάνια από ότι έτοιμο αίμα, δείχνοντας ότι ο άρτος και τα θεάματα από περιφερειακό-συμπληρωματικό μέσο ισχυροποίησης έγιναν ο κύριος προσεγγιστής και δημιουργός παραταξιακής βάσης, το ιστορικό παιχνίδι θα έχει τελειώσει. Σίγουρα κάποιος κύριος θα γελάει. Αυτός δε θα είναι όμως ο υπεύθυνος του τραπεζιού που θα πανηγυρίζει για την “3Χη Χρονιά”. Θα είναι μάλλον το δικαιωμένο φάντασμα του θεωρητικού της διάκρισης Εχθρού-Φίλου, πάνω από την ελληνόγλωσση επιγραφή στον τάφο του.

ΠΗΓΕΣ
“Νεότερη Πολιτική Θεωρία” – Πασχάλης Μ. Κιτρομιλίδης, εκδ. Α. Ν. ΣΑΚΚΟΥΛΑ
“Πολιτική Θεολογία”- Καρλ Σμιτ, εκδ. ΚΟΥΚΚΙΔΑ
“Ο Προσδιορισμος του Κυριώτερου Εχθρου”- Αλαίν Ντε Μπενουά, εκδ. ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΣΚΕΨΙΣ σελ 25
https://www.iefimerida.gr/ellada/katalipsi-nomikis-ekpa-koykoyloforoi-foititis
https://www.alfavita.gr/ekpaideysi/438164_eleythero-dimosio-panepistimio-ena-zitimaidioktisiastelika?fbclid=IwAR0lmSLIn7AxxR6zmgCaTSX9QWQuDixv0MLk3gCjjIyIU2x1YRr5d2FTnRQ
https://www.naftemporiki.gr/society/608994/paraitisi-ant-samara-zitise-o-proedros-tis
https://info-war.gr/%CE%AD%CE%BE%CF%89-%CE%B7-%CE%BD%CF%84%CF%8C%CF%81%CE%B1-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%BF%CE%BD%CE%BD%CE%B5%CE%
https://www.odigostoupoliti.eu/nomos-4623-2019-gia-katargisi-tou-asylou