Πόσο σεξιστική είναι η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης;

493

Γράφει η Ελίνα Αναγνωστοπούλου.

 

Η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης τέθηκε σε ισχύ το 2014. Πρόκειται για ένα κείμενο – επανάσταση στην προστασία των δικαιωμάτων των γυναικών. Αφορά τη μετουσίωση της νομικής προστασίας των γυναικών, ενάντια σε κάθε μορφή βίας, από όπου κι εάν προέρχεται. Κι ενώ πολλοί ευαγγελίζονται ότι η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης είναι το πρώτο κείμενο που έρχεται για να δώσει φωνή και να ενδυναμώσει τη σημασία του κοινωνικού κινήματος #metoo στην Ευρώπη, που τόσο έχει γίνει γνωστό σε όλη την υφήλιο, το ερώτημα που ανακύπτει είναι μόνο ένα· πόσο σεξιστική είναι.

Με αφορμή την αποχώρηση της Τουρκίας από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, γεγονός που φαντάζει ειρωνικό, καθώς ολόκληρη η Τουρκία παύει να στηρίζει κάτι που φέρει ακόμη και το όνομά της, διεγείρονται νέα ερωτήματα για τη χρησιμότητα ύπαρξης μίας τέτοιας σύμβασης που, ενδεχομένως, να υποβαθμίζει το ένα από τα δύο (;) φύλα. Αντιλαμβάνομαι, πλήρως, ότι είναι ένα σοβαρό μήνυμα υπέρ των γυναικών, ωστόσο, η διατύπωση που υπάρχει στο άρθρο 3 της Σύμβασης για το γεγονός ότι αφορά τους κοινωνικούς ρόλους που διανέμονται τόσο σε άνδρες όσο και σε γυναίκες, είναι μόνο ανησυχητική.

Όλο αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί κάτι περισσότερο από μία γενναιόδωρη προσπάθεια ανδρών και γυναικών που δεν αντιμετωπίζουν διλήμματα ως προς το φύλο τους. Είναι, όμως, έτσι φτιαγμένος όλος μας ο κόσμος; Όχι, βέβαια. Γιατί μπορεί να μην έχεις στον περίγυρό σου άνθρωπο ο οποίος να έχει γεννηθεί άνδρας αλλά να αισθάνεται γυναίκα, αλλά μπορεί να έχεις ακούσει τέτοιους ανθρώπους να μιλούν στα ΜΜΕ ή, δυστυχώς, πολλές φορές, να τους έχεις παρατηρήσει να προσπαθούν να κάνουν ένα ηχηρό statement με ακραίες και, πολλές φορές κακόγουστές, μεθόδους.

Η ανοχή στη βία είναι έγκλημα, ίσως και χειρότερο από αυτούς που βιοπραγούν ενάντια σε οποιοδήποτε άτομο σε όλον τον κόσμο. Μία Σύμβαση δεν είναι τίποτα περισσότερο από μία σουλουπωμένη δημοσιοσχετίστικη πρακτική, που σκοπό έχει να καλύψει τα νώτα της, ώστε οι κυβερνήσεις να εφησυχάζουν και να νιώθουν προστατευμένες, οδηγούμενες σε καταστολή. Η βία αυτή, ωστόσο, υποβόσκει τόσο στο βλέμμα που θα ρίξει ένα άτομο, ανεξαρτήτως φύλου, σε ένα άλλο άτομο, μόνο και μόνο επειδή θα έχει επιλέξει να αποκλίνει από το κατεστημένο. Αυτό το κατεστημένο, φυσικά, δεν είναι κάτι άλλο από αυτό που μας δείχνει ένα περιοδικό ή μία εικόνα στην τηλεόραση. Τι συμβαίνει, όμως στην πραγματικότητα; Η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης είναι μία διατύπωση, νομικού χαρακτήρα που δεσμεύει τα κράτη να σέβονται τα δικαιώματα των γυναικών. Ναι, σίγουρα, θα μπορούσε να λεχθεί ότι το πρόβλημα λύθηκε, τώρα που κραυγάσαμε όλοι ότι οι γυναίκες είναι ίσες, ότι η ενδοοικογενειακή βία είναι κατακριτέα κι όλα τα σχετικά. Τι συμβαίνει, όμως, όταν αυτή η βία δεν αφορά μόνο τις γυναίκες; Ποιος θα κρίνει πόσο γυναίκα νιώθει ένα άτομο;

Πόσες από εκείνες νιώθουν πραγματικά ελεύθερες να μιλήσουν και να καταγγείλουν τα περιστατικά βίας που υφίστανται; Τι, ακριβώς, θεωρείται ψυχολογική βία; Είναι μέσα σε αυτά το γεγονός ότι οι γυναίκες έχουν λιγότερες πιθανότητες επιλογής σε ηγετικές θέσεις στην αγορά εργασίας; Κι εάν ναι, εξετάζεται η υπαμοιβή τους σε σχέση με έναν άνδρα στην ίδια θέση; Αυτό, δηλαδή, δεν είναι ψυχολογική βία; Άρα, η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης είναι μόνο ένα μήνυμα που τα κράτη προσπαθούν να προβάλλουν με σκοπό να προστατέψουν τις γυναίκες, λες και η κοινωνία έχει ανάγκη από την ενίσχυση των κοινωνικών ανισοτήτων. Δεν είναι αρκετά σεξιστικό να κάνουμε μία σύμβαση που να αφορά μόνο τις γυναίκες; Γιατί, δηλαδή, οι γυναίκες πρέπει να θεωρούνται το αδύναμο φύλο;

Επομένως, αυτή η Σύμβαση, όσο καλές κι αγαθές προθέσεις και να έχει, δεν είναι παρά μόνο μία γραπτή επιβεβαίωση της αποτυχίας μας ως είδος στη γη να διαλύσουμε τα κοινωνικά στερεότυπα και να γεφυρώσουμε το χάσμα μεταξύ των φύλων. Αυτό που με ανησυχεί, ωστόσο, περισσότερο, είναι ότι βλέπω τις γυναίκες να υπερασπίζονται τη Σύμβαση αυτή τόσο σθεναρά και με κάνει να αναρωτιέμαι, είμαστε εμείς οι γυναίκες πρώτα σεξιστές του εαυτού μας; Διότι, εάν αυτό αληθεύει, τότε κάνουμε λόγο για ανησυχητικό μέλλον του γυναικείου φύλου, πράττουμε με τρόπο που θα οδηγήσει σε παραπάνω ανισότητες και ενισχύουμε τα ερείσματα των εγκληματιών που αποφασίζουν να ασκήσουν βία σε μία γυναίκα, απλώς και μόνο επειδή τη θεωρούν πιο αδύναμη.

Σαφέστατα, η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης έχει μία χρησιμότητα, αλλά εικάζω ότι με τον τρόπο που προβάλλεται και που λειτουργεί τόσο νομικά όσο και ηθικά, δεν ενισχύει τη γυναίκα, αλλά την υποβαθμίζει. Οι γυναίκες δεν έχουμε ανάγκη από άλλα κείμενα που θα μας κατατάσσουν σε διαφορετική θέση μεταξύ των ανδρών. Έχουμε ανάγκη από πολιτικές και πρακτικές που θα αναδείξουν κάθε λόγο που η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης είναι πιο οπισθοδρομική από ότι νεωτερική, μέχρι, όμως, αυτό να συμβεί, η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης θα πρέπει να αποτελεί το «Ευαγγέλιό» μας.