Το δικαστήριο της ΕΕ επιβάλλει πρόστιμα δισεκατομμυρίων στην Apple, την Google στην τελευταία επίθεση κατά της Big Tech

203

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (ΔΕΚ) διέταξε τόσο την Apple όσο και τη Google να καταβάλουν δισεκατομμύρια ευρώ σε πρόστιμα και μη καταβληθέντα φορολογικά έσοδα σε δύο ξεχωριστές αποφάσεις.

Και οι δύο αποφάσεις της 10ης Σεπτεμβρίου πανηγυρίστηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία πιέζει τα τελευταία χρόνια την αμερικανική Big Tech με τους κανόνες ανταγωνισμού και την κατά παραγγελία ρύθμιση της τεχνολογίας.

Η μεγαλύτερη από τις δύο αποφάσεις ήταν κατά της Apple, με το ΔΕΚ να κρίνει υπέρ του ισχυρισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι η εταιρεία επωφελήθηκε παράνομα από μια «γλυκιά» φορολογική συμφωνία με την ιρλανδική κυβέρνηση μεταξύ 1991 και 2014.

Ανατρέποντας προηγούμενη απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου υπέρ τόσο της Apple όσο και του ιρλανδικού κράτους, το δικαστήριο έκρινε ότι η Apple «έλαβε φορολογικά πλεονεκτήματα που συνιστούσαν κρατική ενίσχυση χορηγηθείσα από την Ιρλανδία» αξίας περίπου 13 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Ως αποτέλεσμα, η εταιρεία θα αναγκαστεί τώρα να επιστρέψει τα μετρητά – τα οποία βρίσκονται σε λογαριασμό μεσεγγύησης από το 2016 – στο ιρλανδικό κράτος, με το ΔΕΚ να προσθέτει ότι η απόφασή του επί του θέματος είναι «οριστική».

Το δικαστήριο επικύρωσε επίσης μια άλλη υπόθεση της Κομισιόν κατά της Google, με το όργανο να υποστηρίζει την απόφαση των Βρυξελλών να επιβάλει στην εταιρεία πρόστιμο ύψους 2,4 δισεκατομμυρίων ευρώ για την «κατάχρηση» της θέσης της στην αγορά μέσω της προώθησης της δικής της υπηρεσίας αγορών.

Οι δικαστές συμφώνησαν με την εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι «η Google είχε δώσει προτεραιότητα, στις σελίδες γενικών αποτελεσμάτων αναζήτησης, στα αποτελέσματα της δικής της υπηρεσίας σύγκρισης αγορών έναντι εκείνων των ανταγωνιστικών υπηρεσιών σύγκρισης αγορών».

«Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι το δίκαιο της ΕΕ δεν κυρώνει την ύπαρξη δεσπόζουσας θέσης καθεαυτήν, αλλά μόνο την καταχρηστική εκμετάλλευσή της. Ειδικότερα, απαγορεύεται η συμπεριφορά των επιχειρήσεων που κατέχουν δεσπόζουσα θέση, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση του ανταγωνισμού επί της ουσίας και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να προκαλέσει ζημία σε μεμονωμένες επιχειρήσεις και καταναλωτές», ανέφερε.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέφρασε την ικανοποίησή της για τις δύο αποφάσεις, με πολλούς ευρωκράτες να τις χαρακτηρίζουν «νίκη» για το μπλοκ.

«Η σημερινή ημέρα σηματοδοτεί ένα βήμα προς τα εμπρός. Και είναι ενθαρρυντικό. Είναι ενθαρρυντικό για εμάς να κάνουμε περισσότερα», δήλωσε η τσάρος του ανταγωνισμού Margrethe Vestager σε δελτίο Τύπου στις 10 Σεπτεμβρίου.

«Η Επιτροπή θα συνεχίσει το έργο της σχετικά με τον επιβλαβή φορολογικό ανταγωνισμό και τον επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό. Τόσο όσον αφορά τις νομοθετικές προτάσεις όσο και την επιβολή της νομοθεσίας. Θα εφαρμόσουμε ό,τι έχουμε αποφασίσει».

Άλλοι προειδοποίησαν ότι οι αποφάσεις θα μπορούσαν να έχουν ψυχρό αντίκτυπο στις αγορές της ΕΕ, με τον αντίκτυπο της απόφασης της Apple να εγείρει ιδίως ερωτήματα σχετικά με το μέλλον των άμεσων ξένων επενδύσεων εκτός ΕΕ στην Ιρλανδία.

«Τα σοσιαλιστικά κόμματα στην Ιρλανδία σχεδόν βρέχονται από ενθουσιασμό, αγνοώντας το γεγονός ότι αυτά είναι στην πραγματικότητα τρομερά νέα για τη χώρα», έγραψε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ο σχολιαστής και πρώην υποψήφιος ευρωβουλευτής Niall Boylan.

«Η κυβέρνηση δεν ήθελε ποτέ να κερδίσει αυτή την υπόθεση, καθώς στέλνει ένα κακό μήνυμα στους ξένους επενδυτές. Επενδυτές που συνεισφέρουν πάνω από 30 δισεκατομμύρια ευρώ στην οικονομία μας σε εταιρικό φόρο.

«Αν αρχίσουμε να χάνουμε μεγάλες ξένες επενδύσεις ή τεχνολογικούς κολοσσούς εξαιτίας αυτής της απόφασης, είμαστε οικονομικά καταδικασμένοι», πρόσθεσε.