Η ψυχολογία της αγοράς την τρέχουσα περίοδο είναι εξαιρετικά ευμετάβλητη, στην Ευρωζώνη και στις αναδυόμενες αγορές. Η Ελλάδα βρίσκεται και «στις 2 βάρκες», άρα επηρεάζεται ποικιλοτρόπως. Οι πιέσεις που δέχεται η Ιταλία, επιδεινώνουν το κλίμα, ενώ επανέρχεται στο προσκήνιο η συζήτηση για το πόσο δυνατή και θωρακισμένη είναι η Ευρωζώνη.
Σε αυτό το ρευστό σκηνικό, ένα δημοσίευμα ότι μια ελληνική τράπεζα αντιμετωπίζει κάποια δυσκολία και οι συνεχιζόμενες συζητήσεις για τα κόκκινα δάνεια ήταν αρκετά να προκαλέσουν αναταράξεις στην, ιδιαίτερα ρηχή, ελληνική αγορά.
Ταυτόχρονα όμως, η Κυβέρνηση συμπεριφέρεται κατά κάποιο τρόπο «εγωιστικά» υπερτιμώντας το «μαξιλάρι ρευστότητας» που έφτιαξε. Ναι μεν υπάρχουν «λεφτά στην άκρη», αλλά μόνο για το Δημόσιο. Αυτό που δεν έχουν καταλάβει, είναι ότι οι ελληνικές τράπεζες και οι επιχειρήσεις πρέπει να βγουν στις αγορές και να αντλήσουν κεφάλαια σήμερα, ακόμα και αν το Ελληνικό Δημόσιο «αντέχει» να μείνει κάποιους μήνες εκτός αγορών.
Η κυβέρνηση ανακάλυψε ξαφνικά ότι οι αγορές είναι κερδοσκοπικές, κάνοντας το ίδιο ατόπημα που κάνουν και άλλες κυβερνήσεις παγκοσμίως. Όταν δηλαδή πέφτει το χρηματιστήριο και ανεβαίνουν τα επιτόκια λένε ότι «δεχόμαστε επίθεση». Όταν θα ανεβαίνει όμως το Χρηματιστήριο, θα λένε ότι «οι αγορές αναγνωρίζουν την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας». Είναι λάθος.
Οι αγορές πάντα δρουν κερδοσκοπικά: όταν διαβλέπουν κίνδυνο πουλάνε και φεύγουν, όταν βλέπουν ευκαιρίες μπαίνουν. Υπό αυτή την έννοια, δε μπορούμε να μιλάμε για «πολιτικά παιχνίδια» στις κεφαλαιαγορές.
Το πρόβλημα των κόκκινων δανείων «ταλανίζει» το τραπεζικό σύστημα και την οικονομία εδώ και πολλά χρόνια. Παρόλη τη βελτίωση, δεν υπάρχει μόνιμη λύση. Το πρόβλημα παραμένει σοβαρό, με τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα να φτάνουν στο 48,5% του συνόλου των ανοιγμάτων. Βλέπουμε εσχάτως την κυβέρνηση να προωθεί λύσεις που έχουν εφαρμοστεί και αλλού, δηλαδή τη δημιουργία ενός φορέα που θα συγκεντρώσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Η λύση αυτή όμως έχει σημαντικό κόστος και περιορισμένα οφέλη. Πρόκειται για μια έμμεση «ανακεφαλαιοποίηση» των τραπεζών: δημιουργείται μια «θυγατρική» και το δημόσιο αναλαμβάνει το κόστος του ρίσκου των τραπεζών. Βάσει των κανόνων της Επιτροπής Ανταγωνισμού μπορεί να έχει ζητήματα κρατικών ενισχύσεων, ενώ αυξάνεται το δημόσιο χρέος. Εννοείται, πως δεν επιλύει την ουσία του προβλήματος των κόκκινων δανείων, απλά μετακυλύει το βάρος από την τράπεζα στον φορολογούμενο.
Αυτό που σήμερα πάντως επιδεινώνει την κατάσταση είναι η αβεβαιότητα την οποία συντηρεί η κυβέρνηση μέσω και της κατάθεσης προϋπολογισμού «σεναρίων». Κάνουμε μια μεγάλη συζήτηση για τα μέτρα ελάφρυνσης που θα κάνει ή δεν θα κάνει μέσω του προϋπολογισμού. Η συζήτηση αυτή έχει κρατήσει πάρα πολύ και θυμίζει πάλι 2015. Η διεκδίκηση βελτιώσεων δε μπορεί να είναι τόσο παρατεταμένη. Είμαστε στο σημείο όπου όπως ο συνταξιούχος δεν ξέρει αν σε 3 μήνες θα του κοπεί η σύνταξη, έτσι και οι αγορές δεν ξέρουν ποιο είναι το δημοσιονομικό αποτέλεσμα της χώρας. Όλα αυτά δημιουργούν ένα αρνητικό κλίμα.
Η λιμνάζουσα οικονομία και οι αναιμικές επενδύσεις επιτείνουν το πρόβλημα. Για το 2018, ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου βρίσκεται στο 0,8%. Το success story της κυβέρνησης δεν υπάρχει. Όμως, η ισχυρή και σταθερή αύξηση του ΑΕΠ θα βελτιώσει πρώτον την ικανότητα των δανειοληπτών να αποπληρώνουν, ενώ η αύξηση της ρευστότητας και η παροχή δανείων σε υγιείς επιχειρήσεις αυτόματα μειώνει το λόγο των μη εξυπηρετούμενων στο σύνολο των δανείων.
Σημαντικό είναι ότι οι τράπεζες τη δεδομένη χρονική στιγμή είναι αρκετά ισχυρές. Τα αποτελέσματα των τελευταίων stress tests είναι ενθαρρυντικά και δείχνουν ότι τα πιστωτικά ιδρύματα είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένα. Αλλά αυτή η εικόνα μπορεί να αλλάξει γρήγορα και εύκολα.
Οι τελευταίες εξελίξεις δεν πρέπει να μας πανικοβάλλουν, αλλά να μας κρατάνε σε εγρήγορση. Βασικό μέλημα αυτή τη στιγμή πρέπει να είναι αφενός η προσπάθεια η Ελλάδα να βγει στις αγορές το συντομότερο δυνατόν, αφετέρου η ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας που θα βελτιώσει τα δεδομένα για τράπεζες και δανειολήπτες.
*Βουλευτής Χίου – Νέα Δημοκρατία
Χρηματοοικονομικός Αναλυτής