Ζήσε το μύθο της Ελλάδας μέσα σ’ ένα ακινητοποιημένο τραίνο

266

Της Ελένης Κριτσιδήμα.

Από νωρίς το πρωί στους δρόμους, για δουλειά ή ακόμα χειρότερα δουλειές. Πολλές δουλειές και υποχρεώσεις, που πρέπει να τις ολοκληρώσεις όλες μέχρι το απόγευμα. Και τα καταφέρνεις. Επιτέλους, επιβιβάζεσαι στον ηλεκτρικό, ώστε να επιστρέψεις σπίτι σου, να πάρεις τα παιδιά από τις δραστηριότητες, και γιατί όχι; Να ξεκουραστείς.

Η ζέστη  της ημέρας έχει καταφέρει να σ’ εξαντλήσει και  η αλήθεια είναι πως μέσα στο τραίνο η κατάσταση είναι ανυπόφορη, γιατί δεν λειτουργεί το air condition. Σκέφτεσαι: Ευτυχώς είναι ανοιχτά τα παράθυρα.

Χαζεύεις στο κινητό να περάσει η ώρα, μέχρι να φτάσεις στον τερματικό σταθμό όπου θα αποβιβαστείς μαζί με τους υπόλοιπους επιβάτες. Απομένει μόνο μία στάση μέχρι το τέλος.

Αμ δε! Λίγα δευτερόλεπτα μετά την εκκίνηση του από τον προηγούμενο σταθμό ο συρμός ακινητοποιείται ξανά. Δε δίνεις σημασία. Δεν είναι άλλωστε και η πρώτη φορά που συμβαίνει. Συχνά σταματούν τα τραίνα εν μέσω τις διαδρομής για να περάσει ένα άλλο από δίπλα τους και ξεκινούν ξανά.

Η φωνή από τα μεγάφωνα σου αποσπάει την προσοχή από την οθόνη του τηλεφώνου «Θα μείνουμε σταματημένοι. Έπεσε δέντρο». Οι γύρω σου αρχίζουν να σηκώνονται από τη θέση τους επιχειρώντας να δουν από τα παράθυρα τι συμβαίνει. Εσύ ξαναστρέφεις την προσοχή σου στο κινητό. Η φωνή ξανακούγεται « Έπεσε δέντρο. Θα ξαναειδοποιήσω. Μισό».

Γελάς με τα χάλια μας. Παρατηρείς πως και η κοπέλα που κάθεται απέναντι σου γελάει. Άκου «Μισό», τι μισό; Μα ούτε μια έκτακτη ανακοίνωση της προκοπής δεν είναι σε θέση να εκφέρουν … της λες για να σου απαντήσει «Να λες καλά που δεν επιχείρησε να την πει και στ’ αγγλικά». Κοιτάζεις γύρω σου. Αρκετοί από τους επιβάτες είναι τουρίστες. Μα φυσικά θα είναι τουρίστες. Θα άκουσαν « Live your myth in Greece» κι έσπευσαν μη χάσουν την ευκαιρία.

Το ρολόι δείχνει πέντε παρά πέντε.   Το τραίνο δεν ξεκινάει. Έχουν περάσει πια τουλάχιστον δεκαπέντε λεπτά, από τότε που σταμάτησε.  Η φωνή δεν ακούγεται πια και ο κόσμος αρχίζει να πανικοβάλλεται. Ακούς από την άκρη του βαγονιού έναν άντρα να ουρλιάζει «Ανοίξτε τις πόρτες. Δε μπορώ.» Δεν παίρνει απάντηση. Ξαναφωνάζει, έχοντας βγάλει το μισό σώμα του από το παράθυρο «Ανοίξτε την πόρτα. Θα πεθάνω. Έχω άσθμα».

Κι αυτό ακριβώς είναι το σημείο που επιτέλους ξυπνάς από την προσωπική αναισθησία και συνειδητοποιείς τι συμβαίνει γύρω σου. Κάτι ξένοι σε νεαρή ηλικία έχουν κάτσει οκλαδόν και κλαίνε με τα σακβουαγιάζ στα χέρια. Λογικό! Βρίσκονται στην πρωτεύουσα μιας ευρωπαϊκής χώρας, μέσα σ’ έναν ακινητοποιημένο συρμό γι’ αδιευκρίνιστους λόγους  (Θυμίζω πως η φωνή ουδέποτε μίλησε στα αγγλικά). Σκέφτεσαι πως από το μυαλό τους μπορεί να περνάει ακόμα και το ενδεχόμενο μιας τρομοκρατικής επίθεσης και τους συμπονάς.

Οι υπόλοιποι είναι όλοι όρθιοι πια. Στρυμωγμένοι στα παράθυρα. Φωνάζουν για να ακουστούν. Ζητούν να βγουν. Κάθονται μόνο οι ηλικιωμένοι πια προσπαθώντας να κάνουν αέρα με ο,τι βρουν.

Ακούγεται μια ασταμάτητη βοή. Έχει ξεσηκωθεί και ο κόσμος από τα υπόλοιπα βαγόνια. Κοιτάζεις έξω και βλέπεις ορισμένους να περπατούν κοντά στις γραμμές. Δυο –τρεις παράτολμοι προσπαθούν να πηδήξουν από τα κάγκελα. Αναρωτιέσαι αν είναι ανόητοι, φοβισμένοι ή τόσο ριψοκίνδυνοι. Οι ράγες του ηλεκτρικού σιδηρόδρομοι έχουν ηλεκτρικό ρεύμα υψηλής τάσης και τα τοιχία της περίφραξης είναι ψηλά από την έξω πλευρά.

Όλη αυτή την ώρα (που στην πραγματικότητα δεν ήταν πάνω από πέντε – δέκα λεπτά) ο άντρας συνεχίζει να εκλιπαρεί για ν’ ανοιχτούν οι πόρτες. Ακούς ξανά τη φωνή, μόνο που τούτη τη φορά δεν προέρχεται από τα μεγάφωνα αλλά από κάπου εκεί κοντά. Βρίσκεται έξω ακριβώς από το βαγόνι και προσπαθεί να καθοδηγήσει τους επιβάτες ν’ ανοίξουν τις πόρτες χειροκίνητα από μέσα.

Δεν περνάει πολύς χρόνος και ο άντρας με το άσθμα καταφέρνει ν’ ανοίξει την πόρτα από τον χειροκίνητο λεβιέ. Είναι η στιγμή που τρομάζεις και φοβάσαι μη συμβεί κάποιο ατύχημα, καθώς ο κόσμος έχει συγκεντρωθεί πια μπρος στην ανοιχτή πόρτα σπρώχνοντας ο ένας τον άλλον.

Η φωνή προειδοποιεί, με αγενή τόνο (κι ένα ηχόχρωμα που προδίδει εκνευρισμό),«Θα κατεβούν μόνο όσοι έχουν πρόβλημα. Οι υπόλοιποι μέσα. Μη βγείτε». Ελάχιστοι οπισθοχωρούν προς τα καθίσματα.  Πηδούν πρώτα οι πιο νεαροί άντρες και βοηθούν τους υπόλοιπους να κατεβούν κρατώντας τους τα προσωπικά αντικείμενα και προσφέροντας τους – κυριολεκτικά- χείρα βοηθείας.

Όσοι έχουν βγει πηγαίνουν γύρω – γύρω ψάχνοντας έναν τρόπο «να αποδράσουν» από τον περιφραγμένο χώρο του σιδηροδρομικού δικτύου. Ρωτούν ποιος σταθμός είναι ο κοντινότερος για να  να περπατήσουν μέχρι εκεί.

Η φωνή ξανακούγεται ( με ένταση που εκδηλώνει ξεκάθαρο εκνευρισμό αυτή τη φορά) «Βγείτε. Όλοι έξω». Κάτσε βρε άνθρωπε του Θεού, πόσο εύκολο είναι να βγουν  με μιας όσοι έχουν απομείνει. Εδώ υπάρχει μια κοπέλα με την κοιλιά να προδίδει πως σύντομα θα γεννήσει. Ηλικιωμένοι και το ακόμα χειρότερο, μια κυρία που μόλις χθες χειρουργήθηκε κι επέστρεφε σπίτι της από το νοσοκομείο. Πως θα βγουν;  Δεν έχουν όλοι τη διάπλαση, ούτε τη δύναμη αλλά ούτε και το θάρρος να κατεβούν ανάποδα ψάχνοντας που πρέπει να πατήσουν. Φυσικά, δε μπορούν όλοι να μείνουν στο λιοπύρι του καύσωνα όρθιοι ή να πηδήξουν από τα κάγκελα.

Η ώρα έχει πάει πέντε και μισή πια.

Στο σημείο μόλις έχει καταφθάσει μια μικρή αστυνομική δύναμη.  Τα παλληκάρια γρήγορα μοιράζονται στα βαγόνια και βοηθούν τον κόσμο να κατεβεί.  Σου προκαλεί συγκίνηση να τους βλέπεις να δίνουν κουράγιο στους συνανθρώπους τους και να εγγυώνται πως δεν θα τους συμβεί το παραμικρό. Θα μου πεις, γι’ αυτό υπάρχει η ΕΛΑΣ; Να κατεβάζει κόσμο από τ’ ακινητοποιημένα τραίνα; Ναι, θα σου απαντήσω , και γι’ αυτό.  Η Ελληνική Αστυνομία μεριμνεί για να αισθάνονται ασφαλείς οι πολίτες κι εκείνη τη στιγμή οι άντρες της τελούσαν τον σκοπό τους με απόλυτη επιτυχία. Η έγκυος δε φοβόταν πια μην πάθει κάτι το παιδί στα σπλάχνα της. Η χειρουργημένη εμπιστεύτηκε το ταλαιπωρημένο κορμί της στα χέρια των αστυνομικών.

Δυο – τρεις άλλοι έχουν πάει ήδη στη μάντρα και βοηθούν τον κόσμο να βγει. Κρατούν τα πράγματα, κρατούν τους ίδιους για να μην πέσουν. Πάλι καλά, που έχει βρεθεί και μια σκάλα.

Όσοι δεν είναι σε θέση να ανεβούν στο συρμάτινο πλέγμα παίρνουν το δρόμο προς το Μοσχάτο.  Ένα πλήθος ανθρώπων περπατάει πάνω στις ράγες. Ρωτάς τον αστυνομικό, που βρίσκεται εκεί κοντά, γιατί δεν τους εμποδίζει και σου εξηγεί πως επιχείρησε. Τους είπε για τους κινδύνους που εγκυμονούν αν επιστρέψει το ρεύμα χωρίς προειδοποίηση, ώστε να τους αποτρέψει και ήταν ανένδοτοι.

Ο χρόνος κυλάει αργά, κυριολεκτικά και μεταφορικά.  

Παρατηρείς πως δίπλα ακριβώς από το σημείο όπου έχει συγκεντρωθεί ο κόσμος για να βγει υπάρχει μια μεγάλη συρόμενη πόρτα.  Γιατί δεν την ανοίγουν, να τελειώνει το μαρτύριο, αναρωτιέσαι… «Ωχ τώρα κι εσύ! Προφανώς θα την είχαν ανοίξει αν γνώριζαν ποιος  κρατάει τα κλειδιά» ανταπαντάς στον εαυτό σου.

Έξι. Το  τραίνο έχει σχεδόν αδειάσει. Μοναδικοί επιβάτες του ελάχιστοι ανήμποροι ηλικιωμένοι.  Έξω από τον σταθμό οι τουρίστες προσπαθούν να ρωτήσουν πως θα φτάσουν στον Πειραιά. Άλλοι αρχίζουν να περπατούν προς τον Κηφισό κι άλλοι ειδοποιούν για να έρθουν να τους πάρουν.

Έξι και  πέντε λεπτά. Ακούγονται οι μηχανές του τραίνου. Άραγε απομάκρυναν το δέντρο ή απλώς το τραίνο θ’ αλλάξει ράγες;

Έξι και οχτώ λεπτά. Το τραίνο ξεκινάει. Τέσσερις άντρες με μπλε φόρμα εργασίας και πορτοκαλί μπλούζες  κινούνται μέσα από την περίφραξη. Κατευθύνονται στο σημείο που υπάρχει η πόρτα. Την ανοίγουν και βγαίνουν.

Την άνοιξαν και βγήκαν. Συνέβη, πράγματι. Δεν ήταν αποκύημα της φαντασίας σου. Τους κοιτάζεις αποσβολωμένος.

Τελικά, υπήρχε τρόπος να ανοίξει η πόρτα.

Η ταλαιπωρία τελείωσε για τον αγανακτισμένο και φοβερά εκνευρισμένο οδηγό, που –υποθέτω- βιαζόταν να φτάσει σπίτι στην ώρα του.

Να τελείωσε άραγε πραγματικά και  για την έγκυο; Τη χειρουργημένη γυναίκα; Τον άντρα με την κρίση πανικού;  Τους τόσους ηλικιωμένους; Τους γονείς με τα παιδιά στα χέρια; Τους τουρίστες;

Γι’ αυτούς να είσαι σίγουρος πως έζησαν τουλάχιστον το μύθο  στην Ελλάδα.

Έναν μύθο που αντικατοπτρίζει την ανοργανωσιά που επικρατεί και την προχειρότητα με την οποία καλούμαστε να διαχειριστούμε την πτώση ενός δέντρου στις γραμμές του τραίνου. Έναν μύθο που σηματοδοτεί πόσο πραγματικά αδιάφοροι είμαστε οι Έλληνες για τους τουρίστες που επισκέπτονται τη χώρα μας μέσα στο καλοκαίρι. Γιατί διάολε -ακόμα κι αν έφτασες σπίτι επιτέλους-  δε διανοείσαι πως ουδείς σκέφτηκε να ενημερώσει ( έστω να προσπαθήσει) στ’ αγγλικά τι συνέβαινε.

Τέλος, βεβαιώνεσαι πως  ίδρωσαν και βίωσαν στο έπακρο το μύθο της ταλαιπωρίας… σε μια χώρα, που βιάστηκε άρον – άρον να εφαρμόσει το μέτρο του ηλεκτρονικού εισιτηρίου, τη στιγμή που  δε λειτουργεί ο κλιματισμός στα βαγόνια του ΗΣΑΠ.

Φωτογραφίες από το περιστατικό

mc51.jpg

mc50.jpg

mc52.jpg

mc533.jpg