Η οδύσσεια του ιδεολόγου

143

Γράφει ο Κωνσταντίνος Ι. Γιαρέντης.

Ένας αναρχικός φοράει τον σταυρό του και πάει κάθε Κυριακή στην εκκλησία. Ένας φιλελεύθερος υμνεί την Συμφωνία των Πρεσπών. Ένας ΠΑΣΟΚος διαδηλώνει με έναν Νεοδημοκράτη και ένας ΣΥΡΙΖΑιος με έναν Κομμουνιστή. Αλήθεια, πόσο διακριτές είναι οι διαφορές στην πολιτική;

Η αλήθεια είναι ότι στην Ελλάδα, πάντα είχαμε στο μυαλό μας συγκεκριμένους διαχωρισμούς. Στις αρχές του περασμένου αιώνα ήταν οι Φιλοβενιζελικοί και οι Φιλοβασιλικοί. Μετά τα μαύρα χρόνια του 1946 -1949 ήταν οι Εθνικόφρονες και οι Κομμουνιστές και μετά την μεταπολίτευση Δεξιά και Αριστερά.

Τι είναι, όμως, όλοι αυτοί οι διαχωρισμοί; Πώς γίνεται ένας αριστερός να είναι εθνικιστής αλλά κατά του κεφαλαίου; Πώς γίνεται ένας δεξιός να είναι υπέρ της ονομασίας «Βόρεια Μακεδονία» και του διαχωρισμού Εκκλησίας-Πολιτείας;

Αυτή η σύγχυση δεν είναι τίποτα άλλο από μία παρανόηση της πραγματικότητας. Το ότι δέκα άτομα ανήκουν στο ίδιο κόμμα δεν σημαίνει ότι συμφωνούν στο 100% των θέσεών του ή μεταξύ τους. Αντίστοιχα, το ότι δύο κόμματα ανήκουν στην δεξιά δεν σημαίνει ότι είναι και τα δύο εθνικιστικά – ο εθνικισμός είναι από μόνος του μεγάλη συζήτηση που χρειάζεται ξεχωριστό χώρο για να την αναπτύξουμε.

Σε κάθε περίοδο της πολιτικής έχουμε μία κυβερνώσα «διαιρετική τομή». Έχουμε δηλαδή ένα κύριο θέμα για το οποίο παίρνουν θέση οι μεν υπέρ και οι δε κατά. Αυτό δεν σημαίνει πώς αν αλλάξουμε το θέμα θα παραμείνουν όλοι στις θέσεις τους. Όπως έλεγε και ο Φρέντυ Γερμανός: «Το πρόβλημα της Ενωμένης Αριστεράς σήμερα είναι πώς να μείνει ενωμένη και πώς να μείνει Αριστερά». Αυτό ισχύει για όλους.

Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει πώς ό,τι κατά καιρούς ανακύπτει είναι σωστό. Εξαιρετικό παράδειγμα το «κέντρο». Πολλοί πολιτικοί και μετεμφυλιακά και μεταπολιτευτικά, υποστήριζαν ότι δήθεν είναι κεντρώοι και ξόρκιζαν την κακή δεξιά (!) και την κακή αριστερά (!) για να αναδείξουν ένα μετριοπαθές, πρωτοπόρο και εκσυγχρονιστικό πρόσωπο. Πάμε στοίχημα ότι ούτε οι ίδιοι δεν ήξεραν τι εννοούσαν; Αυτή η εφεύρεση του κεντρώου χώρου, ενός χώρου που δεν διαθέτει εμπάθειες με κανέναν, δεν είναι παρά ένας σοφιστικέ τρόπος για να αναφερθούμε στους αναποφάσιστους, σε εκείνους που από μόνοι τους δεν έχουν κάποια καθαρή άποψη για τις ιδέες των δεξιών, των αριστερών (άρα και αυτής της τρίτης – άφθαρτης ακόμη – επιλογής).

Όπως όλοι έχουμε καταλάβει ειδικά από τα τελευταία δέκα χρόνια, η πολιτική δεν είναι κάτι σταθερό. Δεξιοί αντιμνημονιακοί αγκαλιάζονται με αριστερούς αντιμνημονιακούς, παλιοί εχθροί συγκυβερνούν.

Εν τέλει, όλα καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η πολιτική δεν είναι απλή. Είναι ένα πολυδιάστατο πεδίο μάχης με πληθώρα στρατοπέδων που άλλοτε συνυπάρχουν ειρηνικά και άλλοτε προσπαθούν να εξοντώσουν ο ένας τον άλλον. Ο καθένας μπορεί – και οφείλει – να πάρει την θέση του. Ούτως ή άλλως, αν προσπαθήσει να είναι με όλους, στο τέλος δεν θα τον θέλει κανένας (όπως μας δίδαξε ο Αλκιβιάδης).