«Ο πατέρας μου ήθελε να τη διώξει αλλά τη λυπόταν» λέει η κόρη του άνδρα που σκότωσε η Χιλιανή

173

Τον ηλικιωμένο άνδρα κατακρεούργησε η 50χρονη φίλη του από τη Χιλή, η οποία έχει ομολογήσει το έγκλημα. Ο 79χρονος βρέθηκε νεκρός στο μπαλκόνι του σπιτιού του το μεσημέρι της Τετάρτης. Είχε χτυπήματα από μαχαίρι και από μια γλάστρα στο κεφάλι. Το στόμα του ήταν κλεισμένο με μανταλάκια.

«Είχε πάρει και τα πράγματά της και τα είχε στο σπίτι μας, την είχε εκεί. Κάποια στιγμή μου λέει ο πατέρας μου, δεν αντέχω άλλο θέλω να τη διώξω και δεν σηκώνεται να φύγει από το σπίτι. Την έδιωξε και την ξαναμάζεψε πάλι. Και να το αποτέλεσμα!» λέει συντετριμμένη, η κόρη του 79χρονου.

«Ταξίδευε 30 χρόνια στη θάλασσα. Είμαστε δυο κόρες κι ένας γιος. Δεν τον χαρήκαμε, συνέχεια ταξίδευε κι η μητέρα μου μας μεγάλωνε. Ήθελε να τη διώξει κι αυτή τον παρακάλαγε να την κρατήσει γιατί δεν είχε πού να πάει. Τη λυπόταν» προσθέτει.

Όπως λέει η κόρη του ηλικιωμένου, η ίδια δεν είχε γνωρίσει ποτέ προσωπικά την 50χρονη γυναίκα, παρά το γεγονός ότι ο πατέρας της έμενε για αρκετό καιρό μαζί της.

«Πρώτη φορά την είδα όταν την κατέβασαν οι αστυνομικοί. Δεν την είχα ξαναδεί εγώ. Δεν πήγαινα στο σπίτι. Τον έβλεπα έξω. Θέλω την τιμωρία της. (…) Όταν την κατέβασαν οι αστυνομικοί φώναζε “Δεν τον σκότωσα εγώ, δεν τον σκότωσα εγώ”».

Σύμφωνα με την κόρη του θύματος, ο ηλικιωμένος έλεγε στα παιδιά του να πάνε στο διαμέρισμα, όμως εκείνα δεν πήγαιναν εξαιτίας της 50χρονης. Παρ’ όλα αυτά, όπως λέει δεν είχαν πρόβλημα με τον πατέρα τους, είχαν καλές σχέσεις.

«Ήμασταν πολύ αγαπημένοι μεταξύ μας σαν οικογένεια, δεν είχαμε κανένα πρόβλημα. Ο πατέρας μου ήταν ένα πρόβατο» λέει χαρακτηριστικά η κυρία Ρούλα.

Η 50χρονη φαίνεται ωστόσο ότι είχε περίεργη συμπεριφορά,, κάτι που είχε γίνει αντιληπτό στη γειτονιά.

«Μου είπαν από τη γειτονιά ότι πήγαινε στο μπακάλικο και έπαιρνε ξίδι και έκανε μπάνιο και λουζόταν με αυτό. Είχε φαντασιώσεις ότι είχε πάρει το σπίτι φωτιά, έβλεπε φωτιές γύρω της. Και μένα μου τα είπαν δεν τα ήξερα…» λέει η κόρη του.