«Περισσότερες εξαγωγές = πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα»; Εντελώς αβάσιμος ισχυρισμός

271

Ο όγκος εξαγωγών των «Τριών Νέων Προϊόντων» της Κίνας, που είναι τα νέα ενεργειακά οχήματα, οι μπαταρίες λιθίου και τα φωτοβολταϊκά προϊόντα, ξεπέρασε για πρώτη φορά, πέρυσι, το ένα τρισεκατομμύριο γιουάν, σημειώνοντας αύξηση σχεδόν 30%. Πολλοί στη διεθνή επιχειρηματική κοινότητα έχουν επαινέσει την Κίνα για τη σταθερή προώθηση του πράσινου μετασχηματισμού. Ωστόσο, ορισμένοι στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν χαρακτηρίσει τη νέα ενεργειακή βιομηχανία της Κίνας ως “υπερπαραγωγική ικανότητα”, τονίζοντας ότι «πάρα πολλά εξαγώγιμα αγαθά σημαίνει πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα» και ότι «η παραγωγική ικανότητα της Κίνας υπερβαίνει κατά πολύ την εγχώρια ζήτηση και ξεπερνά τις δυνατότητες της παγκόσμιας αγοράς».

 

Ένα τέτοιο επιχείρημα είναι εντελώς αβάσιμο.

Ο Νίκολας Λάρντι (Nicholas Lardy), ανώτερος συνεργάτης στο Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Πίτερσον (Peterson Institute for International Economics), μια αμερικανική δεξαμενή σκέψης, είπε ωμά ότι: «Αυτή η άποψη φαίνεται να υποδηλώνει ότι καμία χώρα δεν πρέπει να παράγει προϊόντα πέρα των εγχώριων αναγκών της».

Με βάση τη λογική ορισμένων ανθρώπων στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε άλλες δυτικές χώρες, εάν η παραγωγική ικανότητα μιας χώρας υπερβαίνει τη ζήτησή της, θεωρείται “υπερπαραγωγική”. Συνεπώς, με την ίδια λογική, οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες κάθε χρόνο εξάγουν μεγάλες ποσότητες τσιπς, αεροσκαφών, σόγιας και άλλων προϊόντων, έχουν επίσης “υπερπαραγωγική ικανότητα”.

Άραγε στην πραγματικότητα η Κίνα εξάγει πολλά νέα ενεργειακά προϊόντα;

Σε επίπεδο ρυθμού ανάπτυξης, τα «τρία νέα» προϊόντα της Κίνας έχουν γίνει δημοφιλή σε όλο τον κόσμο τα τελευταία δύο χρόνια, επιτυγχάνοντας ραγδαία αύξηση των εξαγωγών. Ωστόσο, σε επίπεδο αναλογίας, οι εξαγωγές νέων ενεργειακών οχημάτων της Κίνας αντιπροσωπεύουν πολύ χαμηλότερο ποσοστό παραγωγής σε σχέση με άλλες χώρες όπως η Γερμανία, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα. Για παράδειγμα, η Γερμανία, πέρυσι, παρήγαγε 4,1 εκατομμύρια αυτοκίνητα , εκ των οποίων τα 3,1 εκατομμύρια εξήχθησαν στο εξωτερικό, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το 80% του συνόλου. Αντίθετα, η Κίνα πέρυσι παρήγαγε 9,587 εκατομμύρια νέα ενεργειακά οχήματα από τα οποία εξήγαγε τα 1,203 εκατομμύρια, αριθμός που αντιπροσωπεύει μόνο το ένα όγδοο του συνόλου των οχημάτων.

Είναι πραγματικά «υπερβάλλουσα» η πράσινη παραγωγική ικανότητα της Κίνας;

Υπό συνθήκες οικονομίας της αγοράς, η ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης είναι σχετική και η ανισορροπία είναι κοινή. Η μέτρια προσφορά που υπερβαίνει τη ζήτηση συμβάλλει στην προώθηση του ανταγωνισμού στην αγορά, στην επιβίωση των ισχυροτέρων, στην προώθηση της τεχνολογικής καινοτομίας και στη μείωση του κόστους και παράλληλα, επιτρέπει στους καταναλωτές σε διάφορες χώρες να αποκτούν καλύτερα προϊόντα και υπηρεσίες με χαμηλότερο κόστος.

Η τιμή είναι ένας σημαντικός «ανεμοδείκτης» για να κρίνει κανείς τη σχέση μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Εάν υπάρχει «υπερπαραγωγική ικανότητα», όπως λένε ορισμένοι στις Ηνωμένες Πολιτείες, τότε η τιμή των νέων ενεργειακών προϊόντων της Κίνας στη διεθνή αγορά θα έπρεπε να παραμείνει χαμηλή, ενώ στην πραγματικότητα καθώς αυξάνονται οι εξαγωγές ηλεκτρικών οχημάτων της Κίνας, ανεβαίνουν και οι τιμές τους. Η μέση τιμή πώλησης των κορυφαίων ηλεκτρικών οχημάτων της Κίνας στην Ευρώπη είναι περίπου διπλάσια από αυτήν στην Κίνα. Η αύξηση της ποσότητας και της τιμής σημαίνει ότι η προσφορά υπερβαίνει προφανώς τη ζήτηση. Πώς μπορούμε τότε να μιλάμε για «πλεόνασμα».

Όταν εξετάζουμε θέματα παραγωγικής ικανότητας, πρέπει επίσης να έχουμε μια παγκόσμια οπτική.

Επί του παρόντος, υπάρχει ακόμη τεράστιο περιθώριο ανάπτυξης νέων ενεργειακών οχημάτων στις πόλεις τρίτης και τέταρτης κατηγορίας και στις αγροτικές αγορές της Κίνας. Ορισμένοι αναλυτές προβλέπουν ότι το ποσοστό διείσδυσης νέων ενεργειακών οχημάτων στην Κίνα θα αυξηθεί από 35,2% το 2023 σε 60% το 2033. Με άλλα λόγια, η κάλυψη των αυξανόμενων αναγκών περισσότερων από 1,4 δισεκατομμυρίων Κινέζων για μια καλύτερη ζωή είναι συνυφασμένη με την ανάπτυξη της νέας βιομηχανίας ενέργειας, τη βελτίωση της παραγωγικής ικανότητας και του τεχνολογικού επιπέδου και ως εκ τούτου κανείς δεν έχει τα προσόντα να επικρίνει αυτήν την ανάπτυξη.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, η παγκόσμια ζήτηση για νέα ενεργειακά οχήματα θα φθάσει τις 45 εκατομμύρια μονάδες το 2030, ζήτηση τετραπλάσια από αυτή του 2022, και από την άλλη η παγκόσμια ζήτηση για νέα εγκατεστημένη ισχύ φωτοβολταϊκών θα φτάσει τα 820 γιγαβάτ, ζήτηση περίπου τετραπλάσια από αυτή του 2022. Επομένως η παραγωγική ικανότητα της Κίνας σε νέα ενεργειακά προϊόντα στην παγκόσμια αγορά, είναι μακριά από το να θεωρείται «πλεόνασμα» καθώς με βάση τις ως άνω εκτιμήσεις στην πραγματικότητα υπάρχει έλλειψη! Ως σημαντικός παραγωγός πράσινων προϊόντων, η Κίνα δεν έχει κανένα λόγο να μην συμμετάσχει στην παγκόσμια ζήτηση και μάλιστα ενεργά.

Στην πραγματικότητα, στον τομέα της νέας ενέργειας, οι κινεζικές εταιρείες συνεχίζουν να συνεισφέρουν στον κόσμο: στην Ουγγαρία, η BYD χτίζει μια νέα βάση παραγωγής ενεργειακών οχημάτων σε φάσεις, η οποία αναμένεται να δημιουργήσει χιλιάδες τοπικές θέσεις εργασίας στην Ταϊλάνδη, στην πόλη Τσανγκάν. Η SAIC, η BYD και άλλες εταιρείες κατασκευάζουν ενεργά εργοστάσια, με προγραμματισμένη συνολική επένδυση άνω των 10 δισεκατομμυρίων γιουάν. Είτε εξάγοντας προϊόντα για να καλύψουν τις ανάγκες της παγκόσμιας αγοράς είτε κατασκευάζοντας εργοστάσια στο εξωτερικό για να τονώσουν τις επενδύσεις, να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και να επεκτείνουν τις βιομηχανίες, οι κινεζικές εταιρείες νέας ενέργειας επιδίωκαν πάντα το αμοιβαίο όφελος, τα κερδοφόρα αποτελέσματα και την κοινή ανάπτυξη. Αυτό έχει επίσης κερδίσει επαίνους από πολλούς, διεθνώς – ο ιστότοπος του αμερικανικού περιοδικού “Διπλωμάτης (Diplomat)” σημείωσε ότι οι χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας προσπαθούν ενεργά να συνεργαστούν με κινεζικές εταιρείες ηλεκτρικών οχημάτων, «όχι μόνο για να ενισχύσουν τον αναπόφευκτο μετασχηματισμό από οχήματα ορυκτών καυσίμων σε ηλεκτρικά οχήματα, αλλά και για να προωθήσουν την οικονομική ανάπτυξη μέσω της ανταλλαγής τεχνολογίας».

Πίσω από την κατηγορία της Κίνας για πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα κρύβονται οι κακές προθέσεις του εμπορικού προστατευτισμού.

Η άποψη του Γάλλου επιχειρηματία Μπέρτραντ (Bertrand) είναι σωστή μέχρι κάποιο σημείο: “Το ουσιαστικό ζήτημα στο σχετικό επιχείρημα είναι η ανταγωνιστικότητα, όχι η παραγωγική ικανότητα. Ορισμένες δυτικές χώρες ανησυχούν ότι η Κίνα αναπτύσσεται πολύ γρήγορα και οι κινεζικές εταιρείες γίνονται όλο και πιο ανταγωνιστικές, γεγονός που θα αποτελέσει απειλή της δεσπόζουσας θέσης τους σε συναφείς τομείς.”

Η δέσμευση της ανάπτυξης της παγκόσμιας νέας ενεργειακής βιομηχανίας με κοντόφθαλμο εμπορικό προστατευτισμό θα αποδυναμώσει αναμφίβολα την ικανότητα των χωρών να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή και να προωθήσουν την πράσινη ανάπτυξη και τελικά το μόνο που θα καταφέρουν θα είναι να «πυροβοληθούν στα πόδια τους».

Το διεθνές εμπόριο δεν είναι ένα «παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος» όπου εσύ χάνεις και κερδίζω εγώ. Κανένα αντίθετο ρεύμα δεν μπορεί να σταματήσει την παλίρροια της οικονομικής παγκοσμιοποίησης που είναι περιεκτική και ωφέλιμη για όλους. Με ανοιχτή συνεργασία και αμοιβαίο όφελος, η αγορά των παγκόσμιων πράσινων προϊόντων θα γίνεται όλο και μεγαλύτερη και το μέλλον της ανθρώπινης κοινωνίας θα γίνεται όλο και καλύτερο.