Πλειστηριασμοί: Τα νέα δεδομένα για οφειλέτες και πιστωτές

289

Νέα δεδομένα, τόσο για τους οφειλέτες, όσο και για τους χρηματοδοτικούς φορείς, σηματοδοτεί η απόφαση της κυβέρνησης να μην επέμβει νομοθετικά, προκειμένου να λύσει το πρόβλημα, το οποίο έχει προκύψει, αναφορικά με τη νομιμοποίηση ή μη των servicers να πραγματοποιούν πλειστηριασμούς.

«Πράγματι, μας προτάθηκε από εκπροσώπους χρηματοδοτικών φορέων η ανάληψη νομοθετικής πρωτοβουλίας. Η οδός αυτή δεν γίνεται αποδεκτή», ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός Οικονομικών, κ. Χρήστος Σταικούρας, από το βήμα της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, επιστρέφοντας, ουσιαστικά, το μπαλάκι της ευθύνης στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου.

Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, η επίμαχη εξέλιξη είναι θετική για τους οφειλέτες, αλλά όχι όλους. Κι αυτό γιατί, η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου που, ουσιαστικά, επιτρέπει το «πάγωμα» των πλειστηριασμών, κατόπιν προσφυγής στη δικαιοσύνη, αφορά σε όσους έχουν «κόκκινα» δάνεια, τα οποία έχουν μεταβιβαστεί σε funds.

Όσοι εξακολουθούν να έχουν να κάνουν με τις τράπεζες δεν εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία και επομένως, θα πρέπει να ακολουθήσουν την προβλεπόμενη από τον νόμο διαδικασία. Υπενθυμίζεται ότι, όπως είχε γράψει το newmoney, οι servicers δεν νομιμοποιούνται να προχωρούν σε πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης για λογαριασμό των funds όταν η μεταβίβαση των δανειακών απαιτήσεων έχει πραγματοποιηθεί με τον παλαιότερο νόμο του 2003, καθώς η συγκεκριμένη δυνατότητα παρέχεται μόνον με τον νόμο του 2015 για τα «κόκκινα» δάνεια. Όπως, ωστόσο, εξήγησε η πρόεδρος της Επιτροπής Διαχείρισης μη Εξυπηρετούμενων Δανείων και γενική διευθύντρια Διαχείρισης Απαιτήσεων Εταιρικής και Λιανικής Τραπεζικής της Εθνικής Τράπεζας, κυρία Φωτεινή Ιωάννου, ο νόμος για τον «Ηρακλή» του 2019 στηρίζεται στο ευρωπαϊκό πλαίσιο και στην Οδηγία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. «Η έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προέβλεπε τη μεταβίβαση μόνο μέσω τιτλοποίησης, δηλαδή, μέσω Securitization και όχι μέσω της μεταβίβασης δανείων, με βάση το εσωτερικό μας δίκαιο. Για τον λόγο αυτό και μόνο για αυτό εφαρμόσαμε την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τον νόμο του ‘Ηρακλή’ που παρέπεμπε στο νόμο του 2003. Δεν έγινε ούτε για φορολογικούς ούτε για άλλους λόγους», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Σε κάθε περίπτωση, αυτό που, ίσως, πρέπει να γνωρίζουν οι οφειλέτες είναι πως πέραν της μίας απόφασης, η οποία ήταν αρνητική για τους servicers, όλες οι υπόλοιπες ξεκαθαρίζουν πως αυτοί έχουν τη νομιμοποίηση να προχωρούν σε μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης. «Υπάρχουν αυτή τη στιγμή 11 αποφάσεις του Αρείου Πάγου, οι οποίες λένε ότι νομιμοποιούνται οι εταιρείες διαχείρισης. Μία μόνο λέει ότι δεν νομιμοποιούνται και μάλιστα, η τελευταία από τις 11 είναι μετά από την αρνητική. Άρα, η τελευταία που λαμβάνει υπόψη του όλες τις πρόσφατες εξελίξεις είναι θετική και υπάρχει η συντριπτική πλειοψηφία των αποφάσεων σε εφετειακό επίπεδο που είναι υπέρ της νομιμοποίησης. Η κρατούσα άποψη, λοιπόν, η δική μας είναι ότι η νομιμοποίηση είναι επαρκής», σημείωσε από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Ένωσης Εταιριών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΕΔΑΔΠ) και διευθύνων σύμβουλος της doValue Greece, κ. Τάσος Πανούσης.

Συνέπειες για τράπεζες και servicers

Τρόπους, έτσι ώστε να μην εκτροχιαστούν οι στόχοι των business plans από το «πάγωμα» των πλειστηριασμών που θα είχε ως συνέπεια να βρεθούν αντιμέτωποι με «περικοπές» αμοιβών ή ακόμη και αντικατάσταση εάν, στο μεταξύ, υπάρξει κατάπτωση της εγγύησης του Δημοσίου, οφείλουν να βρουν οι servicers.

Βάσει νόμου, «εφόσον οι καθαρές εισπράξεις από την έναρξη της διαχείρισης του χαρτοφυλακίου υπολείπονται κατά 20% ή περισσότερο των καθαρών εισπράξεων που έχουν προϋπολογισθεί θα αναβάλλεται η καταβολή τουλάχιστον του 20% της αμοιβής του διαχειριστή. Παράλληλα, ο διαχειριστής μπορεί να αντικαθίσταται σε περίπτωση κατάπτωσης της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, υπό την προϋπόθεση ότι για δύο διαδοχικές περιόδους εκτοκισμού οι συνολικές καθαρές εισπράξεις από τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου των τιτλοποιημένων απαιτήσεων υπολείπονται, κατά ποσοστό τουλάχιστον 30%, του συνολικού προϋπολογισθέντος ποσού καθαρών εισπράξεων των αντίστοιχων περιόδων».

Σύμφωνα με τον κ. Πανούση, τα business plans, τα οποία συμφωνήθηκαν με το ελληνικό δημόσιο, στο πλαίσιο της παροχής των κρατικών εγγυήσεων, περιλαμβάνουν αυστηρές προδιαγραφές εκτέλεσης για τις εταιρείες διαχείρισης και εξίσου αυστηρές κυρώσεις σε περίπτωση υποαπόδοσης. Για την ομαλή εκτέλεσή τους, ωστόσο, προυπόθεση αποτελεί η εύρυθμη λειτουργία όλου του συστήματος. Η εφαρμογή, δηλαδή, του συνόλου των μέσων που προβλέπονταν όταν συμφωνήθηκαν τα business plans. «Είναι φανερό ότι σε περίπτωση που κρίσιμες παράμετροι μεταβληθούν, όπως, για παράδειγμα, το σκέλος των διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης (σ.σ. οι οποίες συμβάλλουν μόλις στο 20% των ανακτήσεων, με το υπόλοιπο 80% να αφορά σε ρυθμίσεις και πληρωμές δανειοληπτών), υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να καταστεί προβληματική η υλοποίηση των επιχειρηματικών σχεδίων», εξήγησε, για να προσθέσει: «Πρέπει να βρεθεί λύση άμεσα, γιατί εμείς είμαστε αυτοί, οι οποίοι πρέπει να επιτύχουμε τα επιχειρηματικά πλάνα, ούτως ώστε να μην επιβαρυνθεί στο τέλος της ημέρας ο φορολογούμενος. Η μη νομιμοποίησή μας θέτει εν αμφιβόλω ακόμα και τη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού, στην οποία συμμετέχουμε, επειδή πρόκειται για προ πτωχευτική διαδικασία αφερεγγυότητας που συνδέεται με τις διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης». Υπενθυμίζεται ότι στον «Ηρακλή» οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν μεταβιβάσει δάνεια (τιτλοποιήσεις), ύψους 47,9 δισ. ευρώ, έναντι των οποίων έχουν λάβει κρατικές εγγυήσεις, ύψους 18,7 δισ. ευρώ.

«Είναι πολύ σημαντικό θέμα, γιατί επηρεάζει την εκτέλεση των πλάνων του ‘Ηρακλή’ και άρα, τις εγγυήσεις του ελληνικού δημοσίου. Και αυτό, το οποίο ζητείται, είναι να διευκρινιστεί, διότι αυτή τη στιγμή υπάρχει κρατούσα νομική άποψη, αλλά όχι απόλυτη, από τις αποφάσεις που υπάρχουν. Τα ‘παράθυρα’ στο νομικό καθεστώς συνήθως τα χρησιμοποιούν αυτοί που έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν πολύ καλούς δικηγόρους», τόνισε με τη σειρά του, ο αντιπρόεδρος της ΕΕΔΑΔΠ και διευθύνων σύμβουλος της CEPAL Hellas, κ. Θεόδωρος Αθανασόπουλος.

Όσον αφορά στις τράπεζες, αυτές, ως κάτοχοι των senior ομολόγων, κινδυνεύουν να βρεθούν με μία κεφαλαιακή «τρύπα» πέριξ των 15 δισ. ευρώ και δη, σε μία περίοδο, όπου οι διοικήσεις τους συζητούν με τους επόπτες για τη διανομή μερισμάτων στους μετόχους τους.

Πηγή: newmoney.gr