«Πόλεμος» μεταξύ δικαστών ΣτΕ και Ένωσης Δικαστών για τους δικαστικούς υπαλλήλους

357

Η Ένωση Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας, σε σημερινή ανακοίνωσή της, εκφράζει την πλήρη αντίθεσή στις θέσεις της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων για τη δημιουργία δύο κλάδων δικαστικών υπαλλήλων, οι οποίοι θα συνεπικουρούν το έργο των δικαστών.

Υπενθυμίζεται, ότι, όπως έγινε γνωστό, δημιουργήθηκαν δύο νέες κατηγορίες δικαστικών υπαλλήλων, οι οποίοι αφενός θα συμπράττουν στο έργο των δικαστών και εισαγγελέων αφετέρου θα συνδράμουν στην ενημέρωση του κοινού.

Αναλυτικά, οι δικαστές του ΣτΕ, στην ανακοίνωσή τους, αναφέρουν:

“Πρόσφατη ανακοίνωση έθεσε δημοσίως το ζήτημα αν είναι σκόπιμη και αναγκαία η θέσπιση δύο νέων ειδικών κλάδων δικαστικών υπαλλήλων, των οποίων αποκλειστικό έργο θα είναι η επικουρία των δικαστικών λειτουργών κατά την άσκηση των δικαιοδοτικών και εισαγγελικών καθηκόντων τους, καθώς και η ενημέρωση του κοινού και η επικοινωνία με τον Τύπο.

Η θέσπιση των κλάδων αυτών προβλέπεται σε σχέδιο νέου κώδικα δικαστικών υπαλλήλων τον οποίο κατήρτισε ειδική προς τούτο νομοπαρασκευαστική επιτροπή. Η επιτροπή αυτή αποτελείτο από δικαστικούς λειτουργούς, δικηγόρους και δικαστικούς υπαλλήλους και εργάστηκε εντατικά επί δύο και πλέον έτη. Ειδικότερα, η επιτροπή, αφού μελέτησε δικαστικά συστήματα άλλων εννόμων τάξεων, συνέταξε το εν λόγω προσχέδιο στο οποίο προβλέπεται ότι οι δικαστικοί υπάλληλοι του προς θέσπιση κλάδου (ΠΕ Τεκμηρίωσης και Επικουρίας Δικαστικού Έργου) θα έχουν ως αντικείμενο εργασίας, μεταξύ άλλων, την αναζήτηση κρίσιμων στοιχείων προς συμπλήρωση της δικογραφίας και την έρευνα και συλλογή της κρίσιμης νομολογίας και βιβλιογραφίας. Η προτεινόμενη ρύθμιση, όπως προκύπτει από την εξόχως εμπεριστατωμένη εισηγητική έκθεση της ανωτέρω επιτροπής, σκοπεί στην πλήρωση σημαντικής έλλειψης από την οποία πάσχει η ελληνική δικαιοσύνη, η οποία συνίσταται στο ότι οι δικαστικοί λειτουργοί ασκούν τα δικαιοδοτικά τους καθήκοντα αναλώνοντας πολύτιμο χρόνο σε εργασίες, απολύτως μεν αναγκαίες για την ορθή επεξεργασία των υποθέσεων, οι οποίες, όμως, θα μπορούσαν να αναληφθούν από ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό. Τα οφέλη από την εφαρμογή της ρύθμισης θα είναι ασφαλώς πολλά και μεγάλα και θα συμβάλλουν στην ποιοτική και ποσοτική βελτίωση του έργου των Ελλήνων δικαστών, καθώς θα δύνανται να αφιερώνουν τις δυνάμεις τους στο αμιγώς δικαιοδοτικό τους έργο.

Εξάλλου, όσον αφορά τον δεύτερο προς σύσταση κλάδο υπαλλήλων (ΠΕ Δικαστικής Επικοινωνίας και Διεθνών Σχέσεων) η προτεινόμενη ρύθμιση είναι, επίσης, άξια αποδοχής. Τούτο όχι μόνο διότι στοιχεί σε όμοιους θεσμούς που γνωρίζουν οι έννομες τάξεις άλλων κρατών στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, αλλά και διότι ικανοποιείται η προ πολλού παγιωθείσα ανάγκη επίκαιρης και έγκυρης ενημέρωσης των πολιτών επί υποθέσεων που απασχολούν τον δημόσιο βίο της χώρας. Η ανάληψη δε του έργου της ενημέρωσης του Κοινού και της επικοινωνίας με τον Τύπο από τις Δικαστικές Ενώσεις αποδεικνύει ακριβώς την ύπαρξη της ανάγκης αυτής, ευρίσκεται δε στα όρια των καταστατικών σκοπών των Ενώσεων αυτών.

Κατόπιν των ανωτέρω, θεωρούμε ότι οι προτεινόμενες ρυθμίσεις, οι οποίες, σημειωτέον, έτυχαν θερμής υποδοχής από τις Ολομέλειες του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, καθώς και από τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας τόσο του Ελεγκτικού Συνεδρίου όσο και των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, θα συμβάλλουν στον εκσυγχρονισμό της Ελληνικής Δικαιοσύνης και θα εναρμονίσουν τη λειτουργία της με δικαστικά συστήματα της Ευρώπης και των ΗΠΑ στα οποία έχουν ήδη δοκιμαστεί επιτυχώς και καθιερωθεί. Ευελπιστούμε, ως εκ τούτου, ότι θα τύχουν της ευμενούς αποδοχής και του Ελληνικού Κοινοβουλίου και θα γίνουν νόμος του Κράτους”.