Στο δικαστήριο ο Τραμπ – Δικάζεται για «απάτη» που διόγκωσε τα κέρδη του κατά $3,6 δισ.

562

Στο δικαστήριο της Νέας Υόρκης έφτασε ο Ντόναλντ Τραμπ ενόψει της έναρξης της δίκης σε βάρος του ιδίου, των μεγαλύτερων γιων του, των εταιρειών τους, καθώς και στελεχών του «Trump Organization», που κατηγορούνται για απάτη.

Σημειώνεται πως η γενική εισαγγελέας της Νέας Υόρκης, Λετίσια Τζέιμς, έχει απαγγείλει κατηγορίες στον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ ότι χρησιμοποίησε ψευδείς και παραπλανητικές οικονομικές καταστάσεις από το 2011 έως το 2021 με σκοπό να πετυχει συμφωνίες, να λάβει χρηματοδότηση και να αυξήσει την κερδοφορία του κατά 3,6 δισεκατομμύρια δολάρια.

Προσερχόμενος στην αίθουσα, ο Τραμπ τόνισε στους δημοσιογράφους πως η σημερινή δίκη αποτελεί «συνέχεια του μεγαλύτερου κυνηγιού μαγισσών όλων των εποχών».

Ο Τραμπ επιτέθηκε στη Δημοκρατική Γενική Εισαγγελέα της Νέας Υόρκης, Λετίσια Τζέιμς, λέγοντας ότι «θα προχωρούσε στη σύλληψή μου, πριν καν μάθει οτιδήποτε για μένα. Το χρησιμοποίησε αυτό για να θέσει υποψηφιότητα για κυβερνήτης. Είναι μια απάτη».

Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ πρόσθεσε ακόμα ότι «καμία τράπεζα δεν επηρεάστηκε, καμία τράπεζα δεν ζημιώθηκε» από τις οικονομικές του καταστάσεις.

Η εισαγγελέας Τζέιμς έχει υποστηρίξει ότι ο Τραμπ οφείλει τουλάχιστον 250 εκατ. δολάρια για διάπραξη απάτης, καθώς κατά τη διάρκεια τριετούς έρευνας διαπιστώθηκε ότι εμφάνισε την αξία 23 ακινήτων και περιουσιακών στοιχείων του υψηλότερη κατά πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια.

Οι δικηγόροι του Τραμπ έχουν αντικρούσει τους ισχυρισμούς, υποστηρίζοντας ότι οι αποτιμήσεις των περιουσιακών στοιχείων είναι άκρως υποκειμενικές και ότι εξακολουθούν να εξετάζουν τι σημαίνει η απόφαση για το μέλλον της εταιρείας.

Ο δικαστής του ανώτατου δικαστηρίου της Νέας Υόρκης Αρθουρ Ενγκορον, ο οποίος προεδρεύει της υπόθεσης, θα λάβει την τελική απόφαση που θα καθορίσει το μέλλον της επιχειρηματικής καριέρας του Τραμπ.

Οι δικηγόροι του Τραμπ έχουν αντικρούσει τους ισχυρισμούς, υποστηρίζοντας ότι οι αποτιμήσεις των περιουσιακών στοιχείων είναι άκρως υποκειμενικές και ότι εξακολουθούν να εξετάζουν τι σημαίνει η απόφαση για το μέλλον της εταιρείας.