Η διακήρυξη αρχών αντιπελατειασμού, ευρωπαϊσμού, αξιοκρατίας, δικαιωματισμού και άλλων εύηχων όσο και αναγκαίων προταγμάτων αποδείχθηκε στην πράξη ότι ήταν αναγκαία, όχι όμως και από μόνη της ικανή συνθήκη ώστε να εξαλείψει πολιτικές διαφοροποιήσεις και να ενδύσει τους συμμετέχοντες με μια συγκεκριμένη ενιαία ταυτότητα.
Οι νεωτερισμοί που επελέγησαν ήταν και παραμένουν πολλοί. «Μεγάλη Συνέλευση των Αντιπροσώπων» αντί για το «παλιό» «Κεντρική Επιτροπή». Πολιτική πέρα από τα «παλιά διαχωριστικά όρια» αριστεράς-δεξιάς. Λειτουργία άνευ γραφείων – πλην των κεντρικών – και ως επί το πλείστον μέσω διαδικτύου. Ονομασία του αρχηγού ως «Επικεφαλής» αντί «Προέδρου» και του φορέα ως «πολιτικού κινήματος» αντί «κόμματος». Ο ψυχαναγκαστικός παρατηρητής προσέχει και κάτι ακόμα. Επιδίωξη των συμμετεχόντων στο «κίνημα» ήταν η μη κλίση του ουσιαστικού «το ποτάμι», για λόγο άγνωστο. Παρατηρείται η διαρκής αναφορά: Ο τάδε, μέλος του Πολιτικού Κινήματος «ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ», η δείνα βουλευτής του Πολιτικού Κινήματος «ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ», ο από δίπλα στέλεχος ή εθελοντής του Πολιτικού Κινήματος «ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ». Πουθενά η αναφορά «στέλεχος του Ποταμιού». Άγνοια γραμματικών κανόνων; Μάλλον όχι. Εκ των υστέρων αντίληψη της ενδεχομένως κωμικής επιλογής του ονόματος; Ο ποιητής γνωρίζει.
Στα ουσιώδη, το εγχείρημα έδειξε αρχικά να έχει ορμή. Πραγματικά συγκέντρωσε στους κόλπους του ανθρώπους εξαιρετικά άξιους, μορφωμένους και διατεθειμένους να αφιερώσουν χρόνο και κόπο προκειμένου να γίνουν χρήσιμοι για τη χώρα προσφέροντας ιδέες και ελπίζοντας να τις δουν να υλοποιούνται. Ή τουλάχιστον ο μέσος λογικός συμμετέσχων θα όφειλε να έχει και τη φιλοδοξία της υλοποίησης. Ειδάλλως, πρόκειται περί αμπελοφιλοσοφούντων.
Στο διάστημα που ακολούθησε, η συγκέντρωση όλων αυτών των ικανών ανθρώπων δεν κατόρθωσε να μετασχηματιστεί σε ενιαίο, συμπαγή, πολιτικά μεστό χώρο. Οι… παιδικές ασθένειες του εξορκισμού των «παλιών» όρων εξακολούθησαν να υφίστανται. Ίσως ήταν και ένα φύλλο συκής που φιλοδοξούσε να γεφυρώσει το χάσμα που προκαλούσε η ετερογένεια. Δεν κατέστη δυνατό και έτσι επελέγη η συμμετοχή σε έναν μεγαλύτερο φορέα, με σαφέστερα πολιτικά όρια, ο οποίος θα εκκινούσε από το Φιλελεύθερο, Προοδευτικό Κέντρο και θα έφτανε μέχρι τις παρυφές της λεγόμενης Ανανεωτικής Αριστεράς.
Έγιναν λάθη, στρατηγικές αστοχίες, διάλογοι κωφών. Παρ’ όλα αυτά, το εγχείρημα ξεκίνησε. Έξι μήνες μετά ο μέχρι πρότινος συνδιεκδικητής της ηγεσίας αποφασίζει να απέλθει, να πάρει διαζύγιο και να επιστρέψει στο παλιό πια ιδιόκτητο κίνημά του, χρησιμοποιώντας τα ίδια συνθήματα που χρησιμοποίησε πριν από τέσσερα χρόνια, αυτή τη φορά για να πείσει όσους πολλούς το εγκατέλειψαν, να επιστρέψουν σε αυτό.
Η πολιτική ουσία είναι μία. Η επίκληση μιας διαρκώς απολιτίκης στάσης με πρόσχημα τη μη κομματικοποίηση και τη δήθεν ανανέωση συνιστά ηθικά προφάσεις εν αμαρτίαις και πολιτικά μια τρύπα στο νερό. Για πολλούς που πίστεψαν στο Ποτάμι, το στήριξαν και ακολούθησαν τους ανθρώπους του, το πολιτικό επίδικο δεν ήρθε ποτέ. Η ουσιαστικοποίηση των διακηρύξεων έμεινε διαρκές αίτημα.
Στην εφαρμοσμένη πολιτική οι έννοιες «Ευρώπη», «Αξιοκρατία», «Μεταρρύθμιση», «Αντιπελατειασμός» οφείλουν και πράγματι αποκτούν συγκεκριμένη υφή. Από ποιους; Από τους αριστερούς; Από τους κεντρώους; Από τους δεξιούς; Όχι. Από όποιους ρεαλιστικά τολμούν. Από όποιους δεν φοβούνται να αφήσουν την ησυχία τους και να πάνε εκεί που τρέμουν τα πόδια τους. Από αυτούς που στο τέλος της ημέρας γνωρίζουν ότι θα έχουν το θετικό ή αρνητικό «προνόμιο» να μιλήσουν για όσα έκαναν και όχι για όσα είπαν ότι θα κάνουν.
Σπεύδοντας να προλάβω ενδεχόμενους ρέκτες φωτεινών ξένων παραδειγμάτων, θυμίζω ότι τόσο ο Μπαράκ Ομπάμα όσο και ο Εμμανουέλ Μακρόν απαντούν ακριβώς στο πρότυπο του ανωτέρω ηγέτη. Του «οραματιστή υλοποιητή», εκείνου που θετικά πράττων «δεν ορρωδεί προ ουδενός» για να πετύχει το σκοπό του.
Κι ας μη γελιόμαστε. Η Sarah Ban Breathnach είχε δίκιο: “The world need dreamers and the world needs doers. But above all, the world needs dreamers that do” (μτφρ. «Ο κόσμος χρειάζεται ονειροπόλους και εφαρμοστές. Αλλά πάνω απ’ όλα, χρειάζεται ονειροπόλους που εφαρμόζουν».)
Γιώργος Θεοδωρίδης,
Αρθρογράφος, Υπ. Διδάκτωρ Ευρωπαϊκού Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο