Πέθανε ποτέ εκείνος ο Μεγάλος Ασθενής;

1246

Η Τουρκία είναι πολύ μεγάλη και πολύ σημαντική για τους ευρωπαϊκούς σχεδιασμούς — τουλάχιστον των σοβαρών παικτών — για ν’ αφεθεί η οικονομία της να καταρρεύσει. Χωρίς μεγάλο κόπο, το διαβάζουμε πίσω απ’ τις δηλώσεις όσων διά του κατευνασμού του θηρίου προτιμούν να βάζουν την διατήρηση μιας ομαλότητας στις σχέσεις τους μαζί της υψηλότερα απ’ τη συνοχή του ΝΑΤΟ και απ’ τη συνέπεια λόγων και πράξεων εντός της ΕΕ, ακόμα και σε βάρος δύο χωρών μελών που όλοι παραδέχονται στα λόγια πως τα κυριαρχικά τους δικαιώματα πλήττονται απ’ την πειρατική συμπεριφορά της Άγκυρας —μα τούτο καθόλου δεν επαρκεί για να σταθούν έμπρακτα στο πλευρό τους, παρά αναβολή με την αναβολή επιχειρούν να ευαρεστήσουν και να εξευμενίσουν το κτήνος. Και μάλιστα, όχι μόνο αργεί να καταρρεύσει, όσο της επιτρέπεται να ζει απ’ το λαθρεμπόριο, με παροχές απ’ το Κατάρ, και με χρήμα των ευρωπαίων φορολογουμένων, αλλ’ όπως και στο παρελθόν, κανένα μνημόνιο ή εποπτεία δεν θ’ ανεχτεί να της επιβληθεί, όταν λάβει κι άλλα κι άλλα χρήματα — που οι Βυζαντινοί τα λέγαν «πάκτα» από τα pacta, τις συμφωνίες που έκλειναν με βάρβαρους στα σύνορά τους, γενναίες χορηγίες για να εξαγοράζουν την ησυχία τους.

Οι προσδοκίες πολλών εδώ στην Ελλάδα για την οικονομική της κατάρρευση που όλο έρχεται και ποτέ δεν φτάνει θα διαψευστούν βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα. Η Ευρώπη έχει μακρά παράδοση στο να διατηρεί τον Μεγάλο Ασθενή της διασωληνωμένο, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, κι αισθάνεται ότι γνωρίζει πολύ καλά πώς να διαχειριστεί τα προβλήματα που τον κρατούν εξαρτημένο και υπό έλεγχο. 

Αυτή είναι ίσως και η πλάνη της, όμως, γιατί τώρα ο Ασθενής θέλει να γίνει καλά, και ο ίδιος συντηρεί την εικόνα πως υπάρχει κάτι που μπορεί να κάνει η Δύση ώστε να τον κρατήσει υπό έλεγχο, μονάχα για να εξασφαλίσει τις επωφελείς παροχές της, προκειμένου να προχωρήσει με τις δικές του προτεραιότητες. Βλέπετε, ο Ασθενής έχει δικούς του σχεδιασμούς. Δεν αγνοεί πως έχει προβλήματα, έχει λάβει συνείδηση των δυνατοτήτων τους και, κυριότερα, των ελλειμμάτων, των κενών, και των ανεπαρκειών των ανταγωνιστών του που του ανοίγουν τον χώρο να κινηθεί, έχει διδαχθεί απ’ τα λάθη του, μελετά δε και διαχειρίζεται το παρελθόν του — κυριολεκτικά σε κάθε ομιλία του ο Ερντογάν διανθίζει το κείμενό του με ιστορικές αναφορές, φανερώνοντας πως η ρητορική του βρίσκεται σε διάλογο με το παρελθόν και μ’ αυτά τα εργαλεία διαμορφώνει και χειρίζεται το φρόνημα του ακροατηρίου του, τα οποία τα προσαρμόζει στην κατά τ’ άλλα ανιστορική του ιδεολογική σύνθεση, την Türk-İslam sentezi (Τουρκοϊσλαμική Σύνθεση) ή Türk-İslâm Ülküsü (Τουρκοϊσλαμική Μεγάλη Ιδέα) προκειμένου ν’ αποκομίσει την εύνοια του λαού, που αποτελεί το στήριγμά του, στην μετακεμαλική του εθνοθρησκευτική, χαλιφική υπέρβαση. 

Μα, θα πει κανείς, δεν έληξε το περίφημο Ανατολικό Ζήτημα, δεν έπαψε η θεώρηση του τουρκικού κράτους ως Μεγάλου Ασθενούς; Όχι δεν έληξε, διότι εάν είχε συμβεί αυτό, τότε θα είχε ειρηνεύσει η Εγγύς και η Μέση Ανατολή, κατά την μορφή με την οποία η οργάνωση της περιοχής διαδέχθηκε τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. 

Το Ανατολικό Ζήτημα του 18ου-20ού αι. δεν ήταν μονάχα ή απλά μια αναζήτηση ενός οποιουδήποτε τρόπου ν’ απαλλαγούν οι Δυτικές Μεγάλες Δυνάμεις από το Οθωμανικό ιστορικογεωγραφικό έμφραγμα, αλλά να το επιτύχουν αυτό μ’ έναν αποδοτικό τρόπο που θ’ απέφερε σταθερό κι επωφελές για τις ίδιες αποτέλεσμα, εξασφαλίζοντάς τους αξιοποιήσιμες ζώνες επιρροής. Αντ’ αυτών, δεκαετίες τώρα η κατάσταση παραμένει εκεί ρευστή, επισφαλής, ευμετάβολη, εύθραυστη, και απαιτεί λεπτότατους χειρισμούς, διαρκή καταβολή κόπου, δαπάνη πόρων, και την διεξαγωγή ακόμα και πολέμων ή στρατιωτικών επεμβάσεων, ενώ το λερναίο θηρίο έβγαλε ξανά κεφάλια. Αυτό βλέπουμε πίσω απ’ την επιφυλακτικότητα των Ευρωπαίων να παρέμβουν με οποιονδήποτε τρόπο που δεν είναι συντηρητικός, και κρισιμότερα, την πρόθεσή τους να παράσχουν στο θηρίο μια διέξοδο ώστε να μην τρωθεί το κύρος του. 

Προτεραιότητά τους δεν είναι να λυθεί κανένα πρόβλημα επ’ ωφελεία της Ελλάδας και της Κύπρου ως κρατών μελών της ΕΕ — σχεδόν κανείς ευρωπαίος δεν πιστεύει τη σοφιστεία πως τα ελληνικά και κυπριακά προβλήματα είναι και ευρωπαϊκά, γι’ αυτό και δεν θα δούμε κανέναν τους να μας στηρίζει συμμαχικά σε μια σύρραξη — αλλά προτεραιότητά τους είναι να μην τους πεθάνει ο Μεγάλος Ασθενής στα χέρια τους, κληροδοτώντας τους ένα χάος μεταναστευτικών ροών και ακραίου ισλαμικού φανατισμού, που θα διαθέτει και μια τεράστια πολεμική μηχανή στα χέρια του. Για την ποιότητα και τον χαρακτήρα της αλληλεγγύης προς τα δύο ελληνικά κράτη μέλη της ΕΕ, μίλησαν οι πράξεις τους την τελευταία δεκαετία, όταν κανείς δεν έκρυψε, ήδη από τα χρόνια του Ζαν Κλωντ Τρισέ στην ΕΚΤ, πως έγνοια τους είχαν τη σωτηρία των γαλλικών και γερμανικών τραπεζών που ήσαν εκτεθειμένες στην ελληνοκυπριακή τοξικότητα. Η ίδια προτεραιότητα ισχύει αυτήν τη φορά όμως με τον Μεγάλο Ασθενή στο επίκεντρο, και δεν διαθέτουμε πειστικά τεκμήρια πως έχει κάτι αλλάξει υπαρξιακά στη δυτική στοχοθεσία υπέρ του Ελληνισμού.

Οι πληγές του Ανατολικού Ζητήματος χαίνουν ακόμα, και μεις το ζούμε στο πετσί μας. Η συγκρουσιακή πραγματικότητα της διαρκούς έριδας, τριβής, και των πολέμων για τα σύνορα, για την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, και για τον έλεγχο των διόδων της περιοχής, τώρα δε και των μεταναστευτικών ροών, φανερώνει εμπειρικά πως μετά το 1918-’23 περάσαμε μάλλον σε μια διαλεκτική υπέρβαση της προηγούμενης φάσης του Ανατολικού Ζητήματος, στην επόμενη Πράξη της παράστασης σ’ ένα θέατρο που έμεινε ίδιο αλλάζοντας μερικώς τα σκηνικά του και τις dramatis personae. 

Οι διαλεκτικές υπερβάσεις απαιτούν προσεγγίσεις που θα μας επιτρέψουν να διακρίνουμε πέρ’ απ’ τα σχήματα της θέσης, της άρσης, και της σύνθεσης. Ρόλοι καλών και κακών δεν υπάρχουν πραγματικά. Προθέσεις και συμφέροντα υπάρχουν, και δουλειά μας είναι να βρούμε τον τρόπο να ελιχθούμε μέσα στη θάλασσα των πάγιων ανταγωνισμών και των εφήμερων συμπλεύσεων. Αυτή όμως παραμένει πρώτα και κύρια μια αναγκαία συνθήκη κατεξοχήν για τους πρωταγωνιστές της Ιστορίας.

Έχω ξαναπεί σε προηγούμενη αρθρογραφία μου πως για όσους αισθάνονται ότι πρωταγωνιστούν στην Ιστορία του σήμερα ισχύει συχνά η πλάνη πως η παρούσα φάση έχει κάπως αποκολληθεί απ’ την Ιστορία του χθες, γιατί εκείνην δεν την διαμόρφωσαν οι ίδιοι, ενώ πλανώνται πως αυτήν, του τώρα, την διαμορφώνουν αποκλειστικά οι ίδιοι, εκ του μηδενός, πώς όλα ξεκινούν τώρα, και πως όλα εξαρτώνται από μερικές πετυχημένες τους κινήσεις: πιστεύουν, δηλαδή, πως εκεί που απέτυχαν οι παλαιότεροι, οι ίδιοι τώρα θα πετύχουν, γιατί είναι ικανότεροι, γνωρίζουν καλύτερα, και τα παρόμοια. 

Έτσι, η πλάνη του αυτοδημιούργητου οδηγεί στην περιφρόνηση των συμφραζομένων της μακράς διάρκειας, όσο ασχολούμαστε με τις ανάγκες του σήμερα, που μας πιέζουν κι έτσι μας φαίνονται μονάχα ετούτες επείγουσες — και πάντοτε είναι τέτοιες, αφού πάντοτε είναι κρίσιμες οι τρέχουσες περιστάσεις της Ιστορίας — την ίδια στιγμή που το παρελθόν μας μοιάζει λιγότερο κρίσιμο και δύσκολο, επειδή νομίζουμε πως έχει συντελεστεί στην πληρότητά του κι έχει καταγραφεί σε σελίδες βιβλίων, και ποιός τα διαβάζει τα βιβλία, ποιός τα λαμβάνει υπόψη του εκεί πάνω στο σκονισμένο ράφι που τα έχουμε αποθέσει;

Η πλάνη είναι πως το παρελθόν έχει αποτεθεί κι εκείνο σε κάποιο ράφι όπως τα κλειστά βιβλία που το αφηγούνται, ενώ εκείνο επιβιώνει μέσα στο διαρκές παρόν, όπως ενδεικνύουν οι περιστάσεις του που εξακολουθούν να συντρέχουν με νέες, όχι και τόσο αγνώριστες μορφές. 

Τα φαινόμενα της Ιστορίας ενηλικιώνονται καμιά φορά, άμα δεν πεθάνουν στην παιδική τους ηλικία, κι εξελίσσονται, άμα τους δοθεί ο χρόνος. 

Εμείς οι Δυτικοί, από την αλλη μεριά, πολύ συχνά συμπεριφερόμαστε σαν ανήλικα που μας νοιάζει μονάχα η επείγουσα ανάγκη να γευτούμε το γλυκό μας τώρα, τώρα δα, προτού πάμε για ύπνο, γιατί πιστεύουμε πως μέσα στη δική μας ζωή είναι που γράφεται για πρώτη φορά Ιστορία, και δεν έχουμε την υπομονή να μελετήσουμε τί προηγήθηκε, πολύ δε περισσότερο δεν φανταζόμαστε πως σήμερα δρέπουμε τους δηλητηριώδεις καρπούς κακής σποράς δεκαετιών πίσω. 

Συνάμα, όταν δεν φανερωνόμαστε πρόθυμοι να προσαρμοστούμε στα φαινόμενα που εξελίσσονται και στις περιστάσεις που μονάχα περιπλοκότερες γίνονται πάνω στη γραμμή του χρόνου, τί να προμηνύει άραγε αυτό δαρβινικά για την επιβίωσή μας;

Ceterum autem censeo, να πάρουμε τις γαλλικές φρεγάτες Belharra.