Έρευνα Eurostat: Οι νέοι στην Ελλάδα μπαίνουν αργά στην αγορά εργασίας, βγαίνουν αργά στη σύνταξη

371

Λιγότερο από 33 χρόνια θα εργασθεί ένας σημερινός 15άρης, καθώς η Ελλάδα, σύμφωνα με τη Eurostat, ανήκει στις ευρωπαϊκές χώρες με τον μικρότερο χρόνο που αναμένεται να εργαστεί ένας σημερινός έφηβος όταν μπει στην αγορά εργασίας.

Ετσι πλέον το πρόβλημα έχει μεταφερθεί από την έξοδο από την αγορά εργασίας, με τις εκατοντάδες χιλιάδες πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, στην είσοδο. Να σημειωθεί ότι πλέον τα γενικά όρια ηλικίας συνταξιοδότησης έχουν αυξηθεί στα 67 ή στα 62 και 40 έτη ασφάλισης, με αποτέλεσμα η χώρα μας να βρίσκεται στην κορυφή των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης και να έχει βελτιώσει αισθητά τη μέση πραγματική ηλικία αποχώρησης από τον ενεργό εργασιακό βίο (στα 60,9 για τους άνδρες και 58,1 για τις γυναίκες), με τα κυβερνητικά στελέχη να επισημαίνουν ότι δεν τίθεται θέμα ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης.

Πλέον, το πρόβλημα είναι στους νέους που αργούν να ενταχθούν κανονικά στην ελληνική αγορά εργασίας. Πρόκειται, σύμφωνα με τους ειδικούς, για έναν περίπλοκο και επώδυνο γρίφο της ελληνικής αγοράς εργασίας με διαχρονικά δομικά χαρακτηριστικά. Μάλιστα, η πανδημία και οι συνέπειές της φαίνεται πως έπληξαν σε μεγαλύτερο βαθμό τους νέους, καθώς σύμφωνα με την επισκόπηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την απασχόληση και τις κοινωνικές εξελίξεις στην Ευρώπη που δημοσιεύθηκε χθες, ήταν από τις ομάδες που «χτυπήθηκαν» περισσότερο από την απώλεια θέσεων εργασίας κατά την οικονομική κρίση που προκάλεσε η πανδημία. Μάλιστα, η έκθεση δείχνει επίσης ότι και η ανάκαμψη ήταν πιο αργή για αυτούς απ’ ό,τι για τις άλλες ηλικιακές ομάδες, κυρίως λόγω της συχνής εμπλοκής τους σε προσωρινές, επισφαλείς θέσεις εργασίας.

Αναλυτικά, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Στατιστική Αρχή, το 2021 η αναμενόμενη μέση διάρκεια εργασιακής ζωής για τους 15χρονους στην Ε.Ε. ήταν 36 έτη. Στην Ελλάδα, η αναμενόμενη διάρκεια απασχόλησης ενός σημερινού εφήβου είναι μόλις 32,9 έτη, με μόνες τη Ρουμανία με 31,3 έτη και την Ιταλία με 31,6 έτη να βρίσκονται σε χειρότερη θέση. Από το 2001 η αναμενόμενη μέση διάρκεια του επαγγελματικού βίου αυξήθηκε σταθερά στην Ε.Ε. Μειώθηκε όμως για πρώτη φορά το 2020, λόγω της υγειονομικής κρίσης που προκάλεσε η πανδημία του κορωνοϊού. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε επίπεδο Ε.Ε., από 32 έτη το 2001 αυξήθηκε σε 35,9 έτη το 2019, στη συνέχεια μειώθηκε σε 35,6 έτη το 2020 για να επανέλθει το 2021 στο προπανδημικό επίπεδο.

Μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε., η αναμενόμενη μέση διάρκεια της επαγγελματικής ζωής διέφερε σε μεγάλο βαθμό ανάλογα με τις χώρες και τη γεωγραφική τους θέση. Το 2021 οι υψηλότερες διάρκειες στην Ε.Ε. καταγράφηκαν στην Ολλανδία (42,5 έτη), στη Σουηδία (42,3 έτη) και τη Δανία (40,3 έτη).

Για τους άνδρες η αναμενόμενη διάρκεια της επαγγελματικής ζωής ήταν κατά μέσο όρο 38,2 έτη στην Ε.Ε, με τις μεγαλύτερες να καταγράφονται στην Ολλανδία (44,3 έτη) και τη Σουηδία (43,6 έτη) και τη μικρότερη στη Βουλγαρία (34,6 έτη) και τη Ρουμανία (35 έτη). Για τις γυναίκες, η μέση διάρκεια της επαγγελματικής ζωής στην Ε.Ε. ήταν τα 33,7 έτη, με τη μεγαλύτερη διάρκεια να καταγράφεται επίσης στη Σουηδία (41 έτη) και την Ολλανδία (40,5 έτη), αλλά η μικρότερη στην Ιταλία (26,9 έτη) και τη Ρουμανία (27,4 έτη).

Πρώτος στόχος η μείωση της ανεργίας των νέων

Η μείωση της ανεργίας των νέων 15-29 ετών από 28,4% (2021) σε 22% το 2025 και 18% το 2030, καθώς και η ενίσχυση της νεανικής απασχόλησης και η διευκόλυνση της πρόσβασης των νέων στην αγορά εργασίας αποτελούν βασικές προτεραιότητες της εθνικής στρατηγικής για τις Ενεργητικές Πολιτικές Απασχόλησης (ΕΠΑ), που δόθηκε χθες από το υπουργείο Εργασίας σε δημόσια διαβούλευση. Πρόκειται για ένα ολιστικό στρατηγικό πλαίσιο για την ανάπτυξη και υλοποίηση στην Ελλάδα ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης κατά την περίοδο 2022-2030, σε συνδυασμό με παθητικές πολιτικές αγοράς εργασίας. Και επιδιώκει να συμβάλει, μέσα από τις επιμέρους πολιτικές και δράσεις, στην επίτευξη των τριών πρωταρχικών στόχων για το 2030 που έχουν τεθεί από την Ελλάδα στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για τον ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων – και ειδικότερα:

• Τουλάχιστον το 71,1% του πληθυσμού ηλικίας 20 έως 64 ετών να εργάζεται το 2030 (σε σχέση με 61,1% το 2020).

• Τουλάχιστον το 35% όλων των ενηλίκων να συμμετέχει σε προγράμματα εκπαίδευσης, κατάρτισης και μάθησης κάθε χρόνο το 2030 (σε σχέση με 16% το 2016).

• Ο αριθμός των ατόμων που αντιμετωπίζουν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού να μειωθεί έως το 2030 κατά τουλάχιστον 7,3% (από 29% το 2019 σε 21,7% το 2030).

• Η ανεργία των νέων 15-24 ετών να μειωθεί στο 5% το 2030 (από 11% το 2021) και η ανεργία των νέων 25-29 ετών να περιοριστεί στο 16%, από 28,7% το 2021.

Συνολικά, οι στόχοι της εθνικής στρατηγικής είναι η αύξηση της απασχόλησης και η αντιμετώπιση της ανεργίας, η ενίσχυση των προσόντων, των δεξιοτήτων και της απασχολησιμότητας του εργατικού δυναμικού, καθώς και η ενίσχυση της ετοιμότητας και προσαρμοστικότητας της αγοράς εργασίας και του εργατικού δυναμικού.

Ειδικά δε, όσον αφορά τον 2ο στρατηγικό άξονα, ήτοι την «Ενίσχυση της νεανικής απασχόλησης και τη διευκόλυνση της πρόσβασης των νέων στην αγορά εργασίας», έπειτα από  ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης, προωθούνται στοχευμένα μέτρα και δράσεις, όπως π.χ. η επιδότηση νέων θέσεων εργασίας και η επιχορήγηση επιχειρήσεων για προσλήψεις νέων, τα προγράμματα απόκτησης επαγγελματικής εμπειρίας για νέους ανέργους 15-24 και 25-29 ετών και τα προγράμματα ενίσχυσης και επιχορήγησης της νεανικής επιχειρηματικότητας. Η πρώτη προτεραιότητα του συγκεκριμένου άξονα είναι να αντιμετωπίσει το διαχρονικό πρόβλημα του υψηλού ποσοστού ανεργίας στις ηλικιακές ομάδες 15-24 ετών και 25-29 ετών που χαρακτηρίζει την ελληνική αγορά εργασίας την τελευταία δεκαετία.

Πηγή: kathimerini.gr