Γάμοι ομοφυλοφίλων: 12 με 13 Φεβρουαρίου η ψήφιση – Δεκανίκια των δικαιωματιστών όσοι απέχουν

159

Η κυβέρνηση προχωρά ακάθεκτη στην κατάθεση του νομοσχεδίου για τους γάμους των ομοφυλοφίλων, ισχυριζόμενη μάλιστα ότι έκανε και δημόσιο διάλογο. Ο πρωθυπουργός και το επιτελείο του, χωρίς να απαντήσει σε καμία από τις επιφυλάξεις της Ιεράς Συνόδου, οι οποίες δεν είναι μόνον θεολογικού χαρακτήρος, έθεσε το νομοσχέδιο σε δημόσια διαβούλευση, με τα το «πράσινο φως» που έλαβε από το υπουργικό συμβούλιο.

Όπως σημειώνεται στο σχετικό συνοδευτικό κείμενο, «το προτεινόμενο σχέδιο νόμου θεσμοθετεί στην ελληνική έννομη τάξη το γάμο μεταξύ δύο προσώπων ανεξάρτητα από το φύλο τους, προκειμένου να επιτευχθούν η ισότητα στο γάμο και η νομική προστασία οικογενειών. Η θεσμοθέτηση της ισότητας στον γάμο δημιουργεί και ισότητα στα δικαιώματα παιδιών ομόφυλων ζευγαριών που ήδη υπάρχουν».

Ο πρωθυπουργός ξεκαθάρισε ότι η νέα ρύθμιση δίνει δικαιώματα σε κάποιους, χωρίς να αφαιρεί κανένα από τους πολλούς. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης διευκρίνισε, επίσης, ότι το νομοσχέδιο εκφράζει επιλογές της Πολιτείας, όχι θεολογικές πεποιθήσεις.

Η αποχή του Μάκη Βορίδη
Τη στάση της αποχής επέλεξε ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης. «Ο κ. Βορίδης έχει εκφράσει την επιφύλαξή του αυτή ήδη πριν γίνει υπουργός. Επέλεξε τη στάση της αποχής. Άρα δεν υπάρχει θέμα για την παραμονή του στο Υπουργικό Συμβούλιο» αναφέρουν κυβερνητικές πηγές.

Ωραίο μήνυμα επιλέγει να στείλει στους πολίτες ο υπουργός επικρατείας, λέγοντάς τους ουσιαστικά ότι η αποχή είναι πολιτική στάση, λες και είναι λίγοι αυτοί που απαξιώνουν το πολιτικό σύστημα με τον ίδιο τρόπο, όποτε έχουμε εκλογές. Στην πραγματικότητα, όχι μόνον δεν το απαξιώνουν, αλλά και το ενδυναμώνουν, καθώς η ψήφος τους δεν προσμετράται κι έτσι το κυρίαρχο αφήγημα αυξάνει τα ποσοστά του. Κάπως έτσι άλλωστε ο Κυριάκος Μητσοτάκης πήρε 41%, συγκεντρώνοντας ψήφους που κάποτε το κόμμα του ελάμβανε όταν έχανε.

Ο Μάκης Βορίδης έκρινε ότι αυτή είναι μια μάχη που δεν πρέπει να δώσει, παρ’ ότι είναι ίσως ο μόνος που θα μπορούσε να κάνει ν’ ακουστούν τα αντεπιχειρήματα σε αυτήν την παράνοια. Αν όμως αυτή είναι μία μάχη που δεν πρέπει να δώσει, τότε ποια; Ρητορικό το ερώτημα. Γνωρίζουμε από πριν, ότι μάχη αυτή θα είναι μόνο μία μάχη που θα αφορά την προσωπική του πολιτική επιβίωση. Κι αν η τελευταία εξαρτάται από το να παραμείνει για πάντα αδρανής, τότε αυτό είναι που θα κάνει.

Το ίδιο βέβαια ισχύει και για τους υπολοίπους «αντάρτες του γλυκού νερού», οι οποίοι αντετέθησαν στην κυβερνητική παράνοια, αλλά αντί να πάνε στη βουλή και να καταψηφίσουν το νομοσχέδιο, θα απόσχουν και αυτοί για να μην τους τραβήξει το αυτί ο πρωθυπουργός και για να εξυπηρετήσουν το ψευδαφήγημα του Μητσοτάκη περί ενδοκομματικής ελευθερίας.