Το εκούσιο πάθος του Αλέξη

256

Του Στέλιου Ιατρού
«Ερχόμενος ο Κύριος προς το εκούσιον πάθος, τοις αποστόλοις έλεγεν εν τη οδώ·
ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα και παραδοθήσεται ο Υιός του ανθρώπου, καθώς
γέγραπται περί αυτού» ακούμε στον Όρθρο της Μεγάλης Δευτέρας (στιχηρό των
Αίνων, ήχος α΄).
Υπάρχει κάτι επηρμένο και κάπως βλάσφημο όταν ένας πολιτικός ηγέτης επιλέγει να
φανεί πως παραδίδεται στο εκούσιο πάθος σαν τον Χριστό, δηλαδή πως παραδίδεται
με τη θέλησή του στα χέρια των εχθρών του για να τον σφάξουν. Αυτός ο ίδιος τους
έχει παρουσιάσει για εχθρούς του, κι εκείνοι βέβαια ενσάρκωσαν με προθυμία αυτήν
την ταυτότητα που θα τους έφερνε κύρος σε συγκεκριμένο ακροατήριο, το οποίο
ουδέποτε επιθύμησε να κερδίσει με το μέρος του, κι επομένως παραπλανεί η
διακήρυξή του πως θέλει να ενημερώσει ακόμα κι εκείνους. Άλλο είναι το
ακροατήριό του.
Μιλώ ασφαλώς για τον Αλέξη, τον αυτονομιζόμενο ως Μεσσία στη σύγχρονη
ιστορία του τόπου μας, που παρουσίασε τον εαυτό του στην ανάρτηση του
Φέισμπουκ τις προάλλες περίπου σαν να βαδίζει στο στόμα του ανθρωποκτόνου
δράκοντα απόψε, το βράδυ της Τρίτης. Ακολουθώντας τον δρόμο του Μεσσία,
έφτασε πια στη στιγμή της αυτοθυσίας και αυτοπροβάλλεται ως θαρραλέος στα
βήματά του προς κάτι που καθόλου αναπόφευκτο δεν ήταν, αντίθετα με την ιστορία
του Ιησού.
Εννοώ μ’αυτό πως ο Αλέξης θα επιχειρήσει να ενδυθεί τον ματοβαμένο μανδύα —
αναγνωρίσιμο απ’ το ακροατήριό του — τον οποίον φοράει ο αυτοθυσιαζόμενος
ηγέτης.
Κι αυτό γιατί έχουμε μπροστά μας μια δημόσια χειρονομία συμβολικού χαρακτήρα,
με περιεχόμενο ευκρινώς αναγνώσιμο στη γραμματεία καί στη λαϊκή παράδοση, και
τελικά στα μάτια του λαού. Για τον ιστορικό των συναισθημάτων, οι χειρονομίες
αυτές συντελούνται ακριβώς διότι προσβλέπουν σε μια ευνοϊκή συναισθηματική
αντίδραση ενός ευμενούς ακροατηρίου που γνωρίζει να τις αποκωδικοποιεί. Μια
πετυχημένη τέτοια χειρονομία απαιτεί έναν ερμηνευτή που προτίθεται να λυγίσει
μπροστά στην αντιξοότητα, ένα ακροατήριο που έχει στο μυαλό του διαμορφωμένες
πεποιθήσεις για τους ρόλους του πρωταγωνιστή και του κακοποιού ήρωα, ένα
σκηνικό που γεμίζει με συμπαραδηλώσεις και συμφραζόμενα την επικοινωνιακή
λειτουργία της χειρονομίας, και μια κατάλληλη στιγμή που θα δώσει νόημα σε όσα
θα εκτυλιχτούν. Κι επειδή ποτέ του δεν πήγαινε για θρίαμβο ο Αλέξης,
εναγκαλίστηκε και σκοπεύει ν’ αξιοποιήσει προς όφελός του την εικόνα της
αυτοθυσίας του.
Ο Αλέξης δεν πηγαίνει απόψε στον ΣΚΑΪ για να κατισχύσει των δεξιών
δημοσιογράφων που θα μπουν στον πειρασμό να ξεσκίσουν το ούτως ή άλλως τρωτό
τους θήραμα, αλλά για να φανεί πως εκείνοι τον διώκουν άδικα, μεροληπτικά, κι
ασύμμετρα, πως τον περνούν κακόπιστα από βασανιστήρια, πως υποφέρει στα χέρια

τους, γιατί κατανοεί τη συμπονετική ματιά ενός τμήματος του ακροατηρίου του, του
οποίου την εύνοια ελπίζει ν’ αποσπάσει.
Βλέπετε, αυτήν τη μάχη ο Αλέξης επέλεξε να τη δώσει με τον Κυριάκο δια των
αντιπροσώπων του δεύτερου, μιας και ο Κυριάκος απέφυγε τη μάχη κατά το
αφήγημα. Όλοι γνωρίζουμε πως επειδή έτσι έχουν τοποθετηθεί οι ίδιοι τόσα χρόνια
μέσα στο φάσμα των κομματικών παρατάξεων, κι επειδή ως τέτοιους τους υπονόησε
εκείνος όταν επέβαλλε το εμπάργκο σε βάρος του σταθμού τους, δηλαδή ως
δημοσιογράφους του κεντρικού μητσοτακικού κλίματος, ο Αλέξης ελπίζει πως οι
θεατές θα βλέπουν πίσω από κάθε περιφρονητικό σχόλιό τους, πίσω από κάθε
απορριπτικό βλέμμα και κάθε επηρμένη ξινίλα, πίσω από κάθε δεοντολογικό
έλλειμμά τους τον ίδιο τον Κυριάκο. Έχουμε την περίπτωση του πολιτικού που
πρώτα περιγράφει συγκεκριμένους δημοσιογράφους ως πράκτορες του αντιπάλου
του, και κατόπιν κατέρχεται σε αντιπαράθεση μαζί τους, σ’ έναν token war με τον
αντίπαλό του.
Προσβλέπει σε κέρδος καί απ’ την αυτοθυσία, ιδιαίτερα στα χέρια των δύο
προσδοκώμενων διωκτών του που μπορεί να φανούν αντιπαθείς αν πέσουν να τον
φάνε, όσο εκείνος θα εμφανίζεται ως αμνός και άρχων της ειρήνης. Ήταν σπουδαίο
όπλο τους η αμεροληψία που όμως την απέθεσαν προ πολλού καιρού όταν
διαμόρφωσαν οικογενειακούς και φιλικούς δεσμούς με τον πρόεδρο της Νέας
Δημοκρατίας, και τώρα, κάθε ολίσθημά τους θα ερμηνευθεί ως αντανάκλαση γνήσια
κι αυθεντική της βούλησης του Κυριάκου.