Το χέρι που κρατά το ξίφος

250

Του Στέλιου Ιατρού
Παιδιά έφαγαν δακρυγόνα. Αυτό.
Έτσι για να μην εξακολουθεί να πλανάται κανείς πως η εξουσία όταν κατέχεται από
γυναίκες-μητέρες έχει πιο ευαίσθητο και τρυφερό χέρι απ’ όταν κατέχεται από
άνδρες-όργανα-της-πατριαρχίας.
Υπάρχουν διάχυτες πλάνες που ταυτίζουν τον άνδρα με τη βία του πολεμιστή που
λεηλατεί και τη γυναίκα με τη μητρική γλυκύτητα που τρέφει και παρηγορεί.
Πλάνες που τροφοδοτούνται και μέσα απ’ τη γλώσσα, μέσα απ’ τη λαϊκή προφορική
παράδοση, αλλά καί απ’ τη λόγια παραγωγή, όπως κι απ’ τον δημόσιο διάλογο των
τελευταίων δεκαετιών, συσχετίζοντας όλα τ’ αρχέγονα θετικά κι ωφέλιμα με τη
γυναίκα κι όλα τα αιώνια βλαπτικά κι αρνητικά με τον άνδρα.
Αυτές είναι απλουστεύσεις και στερεότυπα που παραγνωρίζουν τις συμπεριφορές που
εκδηλώνονται μέσα σε συμφραζόμενα. Τα συμφραζόμενα εδώ είναι δομές που
χτίστηκαν μέσα σε μια κοινωνία κι ορίζουν τις θέσεις και τις λειτουργίες προσώπων
και πραγμάτων μέσα στην κοινωνία. Χτίστηκαν μέσα από ετεροβαρείς συσχετισμούς
των φύλων, και τώρα υπηρετούν την αυτοδιαιώνισή τους.
Η εξουσία όμως δεν έχει φύλο, και το φύλο των ανθρώπων δεν αφήνει πάνω στην
εξουσία ένα κάποιο ανιχνεύσιμο αποτύπωμα που θα της άλλαζε τη φύση τόσο
δραματικά ώστε να διακρίνουμε την επιρροή κάποιου φύλου επάνω της αναλόγως
του φύλου του προσώπου που την κατέχει εκείνη τη στιγμή.
Εάν δεν γνωρίζαμε πως οι κυρίες Γεροβασίλη και Παπακώστα, μητέρες αν δεν κάνω
λάθος καί οι δύο, είναι που προΐστανται του υπουργείου της Δημόσιας Τάξης (γιατί
Προστασίας του Πολίτη πώς να το πεις;), καμία εύλογη υπόθεση δεν θα έφτανε στο
ασφαλές συμπέρασμα πως ήταν δυο μητέρες που επέτρεψαν να πνιγούν παιδιά με
δακρυγόνα—αφού υποθέτει κανείς πως θεσμικά έδωσαν εντολές στους υπηρεσιακά
υφισταμένους τους, τα επιχειρησιακά στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. να ξεδιπλώσουν τα σχέδιά
τους πάνω στο συγκεντρωμένο πλήθος.
Γιατί το κάνω θέμα φύλου; Καλό ερώτημα. Μήπως περιπτωσιολογώ κι έπειτα
γενικεύω; Στο Ηνωμένο Βασίλειο γιόρταζαν οι μισοί τον θάνατο της «Σιδηράς
Κυρίας» Μάγκι Θάτσερ ενθυμούμενοι την αλύγιστη σκληρότητά της που
«ισοπέδωσε» την εργατική τάξη, και η «Μητερούλα» Άνγκελα δεν μας κυβέρνησε με
μητρική τρυφερότητα, μολονότι Μέρκελ θα λέμε και θα κλαίμε όταν εκείνη φύγει απ’
το προσκήνιο.
Το κάνω θέμα φύλου ακριβώς για ν’ αφαιρέσω το φύλο απ’ το θέμα και να το πάω
στις δομές της εξουσίας που μένουν ανεπηρέαστες απ’ το εικαζόμενο προσωπικό
άγγιγμα, κι αυτό γιατί η εξουσία ειν’ η εκδήλωση του κράτους—δηλαδή απ’ την
άσκησή της γνωρίζουμε πως υπάρχει ή δεν υπάρχει κράτος—και κράτος σημαίνει την
ισχύ που εκφράζεται με πράξεις προκειμένου να πραγματωθεί μια βούληση, την
οποία λέμε «πολιτική βούληση».

Κάποια στιγμή η ισχύς αποκτά δική της βούληση, παναπεί πως θέλει να
εξακολουθήσει ν’ ασκεί χωρίς ανταγωνισμό την εξουσία που ήδη την εκφράζει με
τον δομημένο τρόπο που ήδη γνωρίζει, προκειμένου ν’ αποτρέψει την ανατροπή των
δομών αυτών που την κρατούν στα πράγματα, κάτι που θα το λέγαμε είτε χάος, που
αντιβαίνει στην ευταξία της εξουσίας, είτε επανάσταση, που συνιστά αντιδομή κι
εγκατάσταση νέων δομών.
Με άλλα λόγια, η ισχύς που αποκτά δική της βούληση δεν μπορεί πια να κάνει πίσω,
γιατί τούτο θα εκληφθεί ως αδυναμία και θ’ αφήσει έδαφος και περιθώριο σ’
ανταγωνιστικές τάσεις ν’ αναπτυχθούν μέσα στην κοινωνία και να διεκδικήσουν
μερίδιο της εξουσίας κι έλεγχο των δρώμενων εντός της.
Είτε άνδρες είτε γυναίκες, οι υπηρέτες της εξουσίας υπηρετούν δομές που υπήρχαν
στη θέση τους πολύ προτού προκύψουν οι άνδρες ή οι γυναίκες υπηρέτες τους που
τώρα εκφράζουν τη βούληση των δομών ν’ αυτοαναπαραχθούν ανεξαρτήτως των
φύλων τους και των αρετών ή των κακιών, που στερεότυπα θα κολλούσαμε σαν
ταμπέλες στο μεν ή στο δε φύλο.
Καγχάζω κάπως σαρκαστικά όταν ανακοινώνονται μ’ απλοϊκά αίσια προσδοκία και
σχεδόν πρωτόγνωρα απελευθερωτική ελπίδα οι συνθέσεις των υπουργικών
συμβουλίων και τονίζεται απ’ τους αφελείς ρεπόρτερς σαν εχέγγυο αγαθών εξελίξεων
η συμμετοχή γυναικών σ’ αυτό ενώ την ίδια στιγμή υπονοείται πως η συμμετοχή
ανδρών παραμένει εγγενώς μια εγγύηση δεινών. Και δεν κοιτάζουμε τί προκύπτει στη
συνέχεια στην πράξη. Το είδα καί στις ΗΠΑ με τη σύνθεση των φύλων στο νέο
Κοινοβούλιο.
Ας πούμε, η Δημοκρατική Γερουσιάστρια Κίρστεν Γκίλιμπραντ (Νέας Υόρκης),
κατάλευκη ξανθιά και προνομιούχα (ναι, sic) με τη λεπτή σιλουέτα των κυριών της
Παρκ Άβενιου και της Ανατολικής Ακτής—από κείνες που στηλιτεύει το τραγούδι
Ladies Who Lunch του Στήβεν Σόντχαϊμ στο μιούζικαλ Κόμπανυ (Company,
1970)—ανήγγειλε την υποψηφιότητά της για την προεδρία των ΗΠΑ του 2020 στο
βραδινό σόου του αξεπέραστου Στήβεν Κολμπέρ με πρώτη ή δεύτερη ατάκα
αυτοπεριγραφής της πως είναι μανούλα κλπ. που θ’ αγωνιστεί για τις μανούλες και τα
παιδάκια τους κι άλλα τέτοια τρυφερά σεναριογραφημένα κλισέ που μπαίνουν
κασέτα (ναι, πρόλαβα τις κασέτες), αποσιωπώντας τις αμφιλεγόμενες νομοθετικές της
τοποθετήσεις στα χρόνια που ήταν βουλεύτρια και τασσόταν συχνότερα στο πλευρό
συντηρητικών επιλογών που στήριζαν το λευκό προνόμιο*, αποπειρώμενη τώρα να
ισορροπήσει ρητορικά τουλάχιστον πλησιέστερα στην περισσότερο αριστερόστροφη,
προοδευτική τάση του κόμματος, που εκφράζεται αυθεντικότερα στο πρόσωπο της
Αλεξάντρια Οκάζιο-Κορτέζ απ’ το λαϊκό και κοινωνικώς αποκλεισμένο Μπρονξ των
έγχρωμων και λατίνο μειονοτήτων. Το φύλο κι οι συμπεριφορές, οι ρόλοι, και τα
βιώματα του φύλου καθίστανται punchlines και συνθήματα για να γεννούν τρυφερές
εικόνες στα μυαλά των ακροατών, ώστε εκείνοι να αισθάνονται θαλπωρή και
μαμαδίστικη ασφάλεια, ή σε άλλες περιπτώσεις, βλ. Τραμπ, αποφασιστική κι
αδίστακτη αρρενωπότητα, αναλόγως του ακροατηρίου. Επειδή στερεότυπα.
Η παραμονή στην εξουσία εξομαλύνει σταδιακά κι υπομονετικά τις διαφορές στην
πράξη όσο κι αν στη ρητορεία εξακολουθούν οι επικλήσεις του φύλου, κι
εξουδετερώνει εκείνες τις διαφορές που ίσως να εκπορεύονταν απ’ το βίωμα του
φύλου, κι αυτό είναι ένα κυνικό χαρακτηριστικό της.

Η εξουσία δεν ανέχεται ξεχωριστές αρετές του χαρακτήρα και εξατομικευμένες
εκφράσεις της προσωπικότητας που εκφεύγουν των ορίων που θέτουν οι κανόνες της.
Τα πρόσωπα που δεν προσαρμόζονται αποβάλλονται, ενώ όσα το κάνουν αμείβονται
με διαρκέστερη παρουσία στις θέσεις της εξουσίας. Υπάρχουν, βέβαια, κι εξαιρέσεις
που αποκτούν δημοσιότητα ακριβώς γιατί δεν δίνουν τον τόνο των εξελίξεων και
διατίθενται ως άλλοθι του δομημένου συστήματος της εξουσίας.
Η ποσοστιαία ισόρροπη εκπροσώπηση του φύλου είναι καλή και άγια, και θα
προσθέσω εδώ πως και η στατιστικά αναλογική εκπροσώπηση των ηλικιακών
ομάδων στα όργανα της εξουσίας θα είχε νόημα εάν τα πρόσωπα κουβαλούσαν
αυθεντικά και πλήρως μια ταυτότητα και συμπεριφορά μέσα στην εξουσία που θα
ήσαν στατιστικά αντιπροσωπευτικές των ομάδων φύλου κι ηλικίας απ’ τις οποίες
προέρχονται, κι αν δεν ενδύονταν σύντομα τον μανδύα του άρχοντα που θέλει να
παραμείνει άρχοντας. Μ’ αυτό εννοώ πως είναι δικό μας αντιληπτικό στερεότυπο πως
ο νέος θα φέρει ανανέωση με νέες ιδέες κι η γυναίκα θα φέρει μια γυναικεία κάλμα
και νοικοκυροσύνη (στερεοτυπάρα!) στην γεροντοανδροκρατούμενη τρικυμία
μονάχα επειδή ο νέος είναι νέος κι η γυναίκα γυναίκα.
Έχουμε μάθει ν’ αναγιγνώσκουμε την πραγματικότητα όπως τις πλοκές των
μυθιστορημάτων: καλοί, κακοί, ήρωες, κακοποιοί, κ.ο.κ. Χάνουμε το πλέγμα των
δομών πίσω απ’ την πραγματικότητα, εκείνο το αθώρητο Μάτριξ στο οποίο πέφτουν
διαρκώς στήλες από αλφαριθμικούς κωδικούς που χωρίς συναίσθημα συνθέτουν την
πραγματικότητα, απανθρωπισμένη και αποστειρωμένη απ’ το χέρι που άλλοτε κρατά
το ξίφος κι άλλοτε το μπιμπερό.
*λευκό προνόμιο (white privilege) είναι η συμπεριφορά της λευκής πλειονότητας
στον δυτικό κόσμο να μην θεωρεί προβλήματά της κάποιες καταστάσεις που είναι
όντως προβλήματα, επειδή δεν την αφορούν ή δεν βλάπτουν συχνότερα την ίδια αλλά
κατεξοχήν βλάπτουν τις μειονότητες. Στις ΗΠΑ οι λευκές γυναίκες ψήφισαν το 2016
στη συντριπτική πλειοψηφία τους υπέρ του Τραμπ, του φαλλοκράτη και γνωστού
υποτιμητή των γυναικών, ώστε να γεννηθεί εις βάρος τους η μομφή “gender traitors”,
προδότριες του φύλου τους. Γιατί το έκαναν αυτό; Διότι εάν δεν υποστηρίξουν τον
Τραμπ, πιστεύουν πως οι λευκοί τους σύζυγοι θα χάσουν την πρωτοκαθεδρία τους
στην κοινωνία, κι έτσι εκείνες θα χάσουν το βάθρο όπου οι προνομιούχοι σύζυγοι τις
έχουν τοποθετήσει. Επομένως δεν ψήφισαν γυναίκες υποψήφιες στις τοπικές εκλογές,
δεν ψήφισαν την Χίλαρι στην προεδρική, και προτίμησαν ρεπουμπλικάνους άντρες
και τον Τραμπ.