Σχετικά με την πολυμερή συνδιάσκεψη του κ. Σαρλ Μισέλ

639

Πληροφορήθηκα πως ο κ. Σαρλ Μισέλ, Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, θα ρίξει την ιδέα διοργάνωσης μιας πολυμερούς συνδιάσκεψης η οποία θ’ ασχοληθεί με την επίλυση όλων των ερίδων οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών στην Ανατολική Μεσόγειο, με ζητήματα ασφάλειας, και με το μεταναστευτικό και προσφυγικό.

Σχεδόν αμέσως κυκλοφόρησε ως σοβαρή και ψύχραιμη σκέψη από εγχώριους αναλυτές η ερμηνεία πως έτσι η Ελλάδα θα έχει πλεονέκτημα έναντι μιας διμερούς συνομιλίας με την Τουρκία, γιατί δεν θα βρεθεί μόνη της στο τραπέζι με το θηρίο, ίσως δε να σταθούν δίπλα της οι άλλες συμμετέχουσες Δυνάμεις, που θα μοιραστούν το μένος της Τουρκίας σ’ αυτό όπως και σε κάθε τραπέζι.

Κατά την δική μου αντίληψη, ωφελεί να κάνουμε ένα βήμα πίσω και να δούμε την ευρύτερη εικόνα, διερωτώμενοι ποιά προτεραιότητα εξυπηρετεί μια τέτοια πρόταση, που έρχεται από έναν αξιωματούχο της ΕΕ. Πρώτη παρατήρηση που μπορεί αβίαστα να προκύψει είναι πως ο ευρωπαίος αξιωματούχος προτείνει την συγκρότηση ενός νέου forum διαπραγματεύσεων και αποφάσεων διαφορετικό από την ΕΕ για την οποίαν ο ίδιος εργάζεται, κι επιχειρεί έτσι την ευθύνη που βρέθηκε στα χέρια του να την μεταθέσει αλλού. Ουσιαστικά η ΕΕ ονομάζει ένα άλλο ανύπαρκτο προς το παρόν όργανο, αυτήν την πολυμερή συνδιάσκεψη, ως αρμοδιότερη από την ίδια για να διαχειριστεί τα ζητήματα που έφεραν στα ευρωπαϊκά τραπέζια η Ελλάδα και η Κύπρος, κρίνοντας εαυτήν αναρμόδια να καταπιαστεί μ’ αυτά.

Οφείλουμε ν’ αναρωτηθούμε, συνάμα, ποιές Δυνάμεις έχει υπόψη του ο κ. Μισέλ; Είναι μικρή λεπτομέρεια η σύνθεση της Συνδιάσκεψης ώστε να θεωρητικολογούμε για πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα προτού ακούσουμε αυτήν την κρίσιμη παράμετρο της πρότασης;

Όχι βέβαια, γιατί ήδη η ελληνοτουρκική κλιμάκωση των τελευταίων μηνών έχει καταστεί αφορμή εμφανών τοποθετήσεων, ηχηράς σιωπής, και χλιαρών αντιδράσεων εκ μέρους όλων των μεγάλων παικτών, που υποθετικά θα τους άκουγε η Τουρκία, ακόμα κι αν αγνοούσε την μικρή Ελλάδα και την ακόμη μικρότερη Κύπρο, όπως ο ηττοπαθής συλλογισμός υπαινικτικά περιγράφει την χώρα μας, και είδαμε επαρκώς όλες τις Δυνάμεις πώς τοποθετήθηκαν, ώστε να μην χωρούν αυταπάτες πως η ΕΕ προτιμά να βγάλει την ουρά της απεξω, μεταθέτοντας την ευθύνη των διαπραγματεύσεων στο εγκεφαλικά νεκρό ΝΑΤΟ ή σε άλλο όργανο, σαν να ήσαν αυτά καταλληλότερα Fora και όχι η ίδια, αρνούμενη να σηκώσει το βάρος του πεπρωμένου της.

Το πρόσφατο επικοινωνιακό ελληνικό τέχνασμα να παρουσιάζουμε όλες τις ελληνοτουρκικές έριδες ως δήθεν έγνοιες του παγκόσμιου πολιτισμού ή ως ευρωπαϊκές υποθέσεις ναυάγησε, αφού κανείς δεν το πίστεψε. Στην χειρότερη μάλιστα έκβασή του, ακούστηκε στο πρόσφατο Gymnich από τον κ. Ζοζέπ Μπορέλ πως αφού λυσσάξατε να τα αποκαλείτε όλα αυτά ως ευρωπαϊκά ζητήματα, αφήστε τα λοιπόν επάνω μου ως αρμοδίου ύπατου εκπροσώπου, και συνταχθείτε σε ό,τι εγώ θα προτείνω — παραφράζω βέβαια.

Προκύπτουν εύλογες απορίες για τις ρητορικές αλλά προς το παρόν αιθέριες δηλώσεις αλληλεγγύης που μας εξέφρασαν οι εταίροι, όταν με την αναφαινόμενη πρωτοβουλία της πολυμερούς συνδιάσκεψης ο κ. Σαρλ Μισέλ μοιάζει πρόθυμος να συγκροτήσει ιδιοφυώς ένα άλλο, ad hoc όργανο εκεί που δεν υπήρχε — κι επομένως δεν διαθέτει το ίδιο κανένα ιστορικό βάρος ή θεσμικό κύρος — προκειμένου στη νέα αυτήν κονίστρα να επιλυθούν συμβιβαστικά οι έριδες, οι οποίες εν ολίγοις συνίστανται στον κατευνασμό ενός θηρίου που ζητά τα δικά μας και κρατά τα δικά του, μακριά από τον υπαινιγμό πως οι αποφάσεις τις εν λόγω Συνδιάσκεψης θα μπορούσαν να χρωματίσουν δυσμενώς της σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, οι οποίες, προς Θεού, δεν πρέπει να στιγματιστούν από τέτοιες αστείες παρεξηγήσεις.

Διότι η πρωτοβουλία Μισέλ δεν αποσκοπεί στο να λύσουμε κανένα πρόβλημα με την Τουρκία, αλλά ν’ απομακρύνει από πάνω της η ΕΕ που έχει πολλές business με την Άγκυρα την ανάμιξη με τις καυτές ελληνικές και κυπριακές πατάτες που την φέρνουν σε δύσκολη θέση απέναντι στην πολύτιμή της Τουρκία. Πόσο πολύτιμη της είναι; Τόσο ώστε από το καλοκαίρι του 2019 που η Κύπρος διαμαρτύρεται στα ευρωπαϊκά όργανα για την τουρκική δραστηριότητα στη δική της ΑΟΖ η ΕΕ έχει εφαρμόσει χλιαρές κυρώσεις μόλις τον Νοέμβριο του 2019, τέτοιες που κανείς δεν τις πήρε είδηση, και που φυσικά αποδείχτηκαν τόσο αναποτελεσματικές, ώστε από την άνοιξη του 2020 και μέχρι τις μέρες μας η τουρκική δραστηριότητα να εξακολουθεί στην κυπριακή ΑΟΖ και να έχει εξαπλωθεί καί στην ελληνική προβαλλόμενη ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα. Συμπληρωματικά δε, ενώπιον αυτής της νέας όξυνσης της τουρκικής δράσης, η ΕΕ χρονοτριβεί μεταθέτοντας από μήνα σε μήνα την συζήτηση αποδοτικών κυρώσεων σε βάρος της Τουρκίας, ενώ ασχολείται επειγόντως με τη Λευκορωσία, και όλες της οι πρωτοβουλίες διακρίνονται από εμφανή ουδετερότητα ανάμεσα στον εξωενωσιακό θύτη και στα θύματά του που είναι κράτη μέλη της ΕΕ.

Παρατηρούμε πως αντί να σύρει η ΕΕ το βάρος της πίσω μας, κι έτσι η Τουρκία να γνωρίζει πως εάν βλάψει εμάς, θα βλάψει την Ένωση, η πρωτοβουλία Μισέλ επιχειρεί ν’αποστειρώσει έναν νέο διπλωματικό χώρο, κι εκεί να βρεθούμε πάλι μόνοι μέσα στην ψευδαίσθηση ενός πλήθους, μακριά από την ενωσιακή μας οικογένεια, όπου πάλι το θηρίο θα είναι ισχυρότερο από το άθροισμα των πολλών υπόλοιπων μερών, μιας κι εμμέσως η ΕΕ παραδέχεται πως η ίδια δεν τα βγάζει πέρα μαζί του, ή δεν ενδιαφέρεται να τα βγάλει πέρα, και προκρίνει τη συγκρότηση ενός άλλου πολυμερούς οργάνου.

Σε κάθε περίπτωση, η πρόσφατη εμπειρία των αμέτρητων διεθνών συνδιασκέψεων με τους Ευρωπαίους Εταίρους μας και άλλους παράγοντες στο πλαίσιο της κοντά δεκαετούς Μνημονιακής Περιόδου θα όφειλε να μας είχε ανοίξει τα μάτια απέναντι σε τέτοιες πλάνες.

Η απολύτως πρόσφατη εφεκτική συμπεριφορά της προεδρεύουσας Γερμανίας — και μπράβο στον Μάνφρεντ Βέμπερ που έψεξε τη στάση του κ. Χάικο Μάας — της ουδετερότητας που ευνοεί τον θύτη θα όφειλε κι αυτή να μας έχει ανοίξει τα μάτια στην πλάνη.

Διερωτώμαι πάνω σε τί θα συνδιασκεφτούμε άραγε εμείς και τα υπόλοιπα πολλά μέρη, όταν θα βρεθούμε απέναντι στην αναθεωρητική Τουρκία; Είναι μικρή λεπτομέρεια τα agenda; Όχι βέβαια, όταν γνωρίζουμε — δεν είναι κρυφό, παντού και με κάθε ευκαρία διατρανώνει — τί ζητά η Τουρκία, και μόνη έκπληξη είναι η καθόλου πρωτότυπη διαρκής επέκταση της λίστας των αξιώσεών της.

Τί δεν καταλαβαίνουμε στη Δύση για την δηλωμένη στρατηγική, τους δηλωμένους στόχους, τις εμφανείς πρακτικές, τις εφαρμοσμένες τακτικές, τον εκφρασμένο αναθεωρητισμό της Τουρκίας, ώστε να νομίζουμε πως θα ντραπεί μωρέ άμα βρεθεί ενώπιον πολλών μερών κι όχι μονάχα της Ελλάδας, και πως θα γαληνεύσει; Τουλάχιστον από το 2016 — αποπομπή Νταβούτογλου από την πρωθυπουργία — διαβάζω τοποθετήσεις των think tanks πως βρισκόμαστε ενώπιον μιας «δημοκρατικής δικτατορίας» Ερντογάν με φιλοδοξίες όχι μονάχα περιφερειακής δύναμης, αλλά υπερδύναμης. Δεν μας ενδιαφέρει εάν είναι ή όχι ανεδαφικός ένας τέτοιος στόχος του Ερντογάν για την χώρα του, μας ενδιαφέρει πως έτσι φέρεται κι αυτήν την αυτοεικόνα επιχειρεί να υπηρετήσει. Δεν μας ενδιαφέρει που δεν υπάρχουν οι φωνές μέσα στο κεφάλι ενός σχιζοφρενούς, μας ενδιαφέρει πως ο σχιζοφρενής τις πιστεύει.

Ακούω πως ο κ. Σαρλ Μισέλ θα προτείνει σε συνεννόηση με την κα. Φον ντερ Λάιεν να παραχωρήσει η ΕΕ βίζες στους Τούρκους και τελωνειακή ένωση κάπως σαν «τυράκι», δηλαδή να τους δώσει κάτι απολύτως απτό και χρήσιμο που χωρίς την απειλή βίας των τελευταίων μηνών δεν θα έδινε. Ελπίζω τουλάχιστον ο Αυστριακός Καγκελάριος κ. Σ. Κουρτς να διατηρήσει την κεντροευρωπαϊκή του σπονδυλική στήλη εκεί που πολλοί μέσα στην ΕΕ δείχνουν να την έχουν απολέσει, και να προβάλει ένα πανάξιο βέτο στην υπερβλακώδη πρόθεση ν’ ανταμείψουμε κι από πάνω την Τουρκία με τέτοια δώρα.

Το πνεύμα πίσω από την πρόταση-φενάκη για πολυμερή συνδιάσκεψη φανερώνεται πίσω απ’ την πρόταση να προσφέρουμε στο θηρίο δωράκια για να αποκλιμακώσει, κάτι που αν άκουγαν οι μεγάλοι συμπεριφοριστές ψυχολόγοι, Παβλόφ, Σκίνερ, Θόρνταϊκ θα χτυπούσαν το κεφάλι τους στον τοίχο, αφού θα συνιστούσε επιβραβευτική τροφοδοσία μιας βλαβερής συμπεριφοράς που δεν θέλουμε να επαναληφθεί. Εκτός εάν η ΕΕ δεν νοιάζεται εάν επαναλαμβάνεται κάθε τόσο.

Peace for our time, που θά ’λεγε και ο θλιβερός, ο τραγικός Νέβιλ Τσάμπερλεϊν κουνώντας το παλιόχαρτο του Μονάχου; Εδώ ακούσαμε ρητή απειλή πολέμου την Παρασκευή τ’ απόγευμα απ’ τα χείλη του Τούρκου προέδρου· με ποιούς όρους άραγε θα συνδιασκεφτούμε μαζί του και με τα πολλά τα άλλα μέρη;

Τί δεν κατανοεί ο κ. Σαρλ Μισέλ και όλοι αυτοί οι καλοί και σοβαροί κύριοι εδώ στην πατρίδα μας που βλέπουν silver lining στη νέα αρένα που πάει να στήσει ο κ. Μισέλ, αρνούμενος ν’ αναλάβει ρόλο και να διαλέξει πλευρά, λες και οφείλει κανά χρέος έναντι της Ιστορίας να είναι αμερόληπτος απέναντι στον φονιά και στο θύμα του, ενώ απ’ το αξίωμά του οφείλει λογοδοσία στις κυβερνήσεις των χωρών μελών που τον διόρισαν, κι έτσι ασφαλώς αναμένουμε από κείνον να υπηρετεί την ΕΕ κι όχι την υστεροφημία του.

Μετά τον Χάικο Μάας, τον Γενς Στόλτενμπεργκ, τώρα και ο κ. Μισέλ ακολουθεί τον δρόμο της αποστασιοποίησης. Γιατί; Τί προμηνύει αυτό για την τοποθέτηση των δυτικών ενώσεων στις οποίες ανήκουμε, και ματώσαμε κόντρα στον λαϊκισμό προκειμένου να παραμείνουμε μέλη τους, τώρα που βρεθήκαμε ενώπιον της δοκιμασίας στην οποίαν έχουμε εμπλακεί με την Τουρκία;

Praeterea censeo ν’ αποκτήσουμε τις Belharra.