Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων: Παρά την έξοδο από τα μνημόνια η λιτότητα στον χώρο της υγείας συνεχίζεται

195

Το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, με τη συνεργασία του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος, παρουσίασε σήμερα σε ειδική συνέντευξη τύπου την έκδοση “Η φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα και Στοιχεία 2018” καθώς και τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης “Η συμβολή του κλάδου φαρμάκου στην ελληνική οικονομία”.

Στην ετήσια έκθεση «Η Φαρμακευτική Αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα και Στοιχεία 2018» παρουσιάζονται τα κυριότερα στοιχεία, οι εξελίξεις και οι τάσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη, στον χώρο του φαρμάκου και της υγείας γενικότερα. Έμφαση δίνεται στη δομή και τις επιδόσεις του κλάδου.

Στη φετινή έκθεση, αναδεικνύεται το μεγάλο ζήτημα του δημογραφικού, καθώς διαχρονικά σημειώνεται μείωση των γεννήσεων (κατά 36 χιλ. άτομα το 2017) και αύξηση του γηραιότερου πληθυσμού (άνω των 65 ετών), από 21,9% του συνολικού πληθυσμού το 2017 στο 36,5% το 2050. Επίσης, επισημαίνεται η αυξανόμενη ανάγκη για φαρμακευτική και υγειονομική περίθαλψη, κάτι που συνεπάγεται και αυξημένη ανάγκη για δημόσια χρηματοδότηση σε δαπάνες υγείας και φαρμακευτική κάλυψη. Η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα έχει ενισχυθεί σημαντικά, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι αυτή μπορεί να διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα σε ένα περιβάλλον μακροχρόνιας ανεργίας και μείωσης του εισοδήματος των Ελλήνων.

Στον τομέα των δαπανών για φαρμακευτική κάλυψη, που αποτελεί ωστόσο ένα μικρό μέρος της συνολικής δαπάνης για την υγεία (περί το 20%), στην Ελλάδα η συνολική εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη διαμορφώθηκε στα €3,6 δισεκ. το 2018 (εκ των οποίων μόλις το €1,945 εκατ. αποτελεί δημόσια χρηματοδότηση). Παράλληλα, το βάρος μετατοπίστηκε στους ασθενείς και στον ιδιωτικό τομέα με το μεγαλύτερο μέρος να το επωμίζεται ο φαρμακευτικός κλάδος, μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών και εκπτώσεων (clawback & rebates) που καταβάλει.

Μέσα από τις μελέτες του ΙΟΒΕ καταγράφονται σε ετήσια βάση όλα τα σημαντικά στοιχεία της αγοράς φαρμάκου και αναδεικνύεται η συμβολή του Κλάδου μας στην Εθνική Οικονομία. Η μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης στα χρόνια της κρίσης ήταν δραματική (πάνω από 60%), γεγονός που είχε άμεσο αντίκτυπο στους πολίτες της χώρας.  Εξαιτίας του κλειστού, σταθερού εδώ και 4 χρόνια, φαρμακευτικού προϋπολογισμού, η Ελλάδα συνεχίζει για 5 χρόνια να έχει χαμηλότερη δημόσια κατά κεφαλήν φαρμακευτική δαπάνη (188 €) και από το Μ.Ο. των χωρών του Ευρωπαϊκού νότου (246 €) και από τον αντίστοιχο των χωρών της Ε.Ε. συνολικά (303 €) [των 23 χωρών της ΕΕ που διαθέτουν σχετικά στοιχεία].

Σύμφωνα με τον κο Παπαδημητρίου, πρόεδρο ΣΦΕΕ “Όσο η φαρμακοβιομηχανία συνεισφέρει στο σύστημα μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών, οι ασθενείς δεν στερήθηκαν τα φάρμακά τους μέχρι τώρα. Για τα έτη 2012-2018 πληρώσαμε σε υποχρεωτικές επιστροφές κι εκπτώσεις € 5,3 δις! Δηλαδή χρηματοδοτήσαμε την φαρμακευτική περίθαλψη των πολιτών με το ποσό αυτό. Τα όρια όμως έχουν εξαντληθεί. Δεν μπορούμε όμως να συνεχίσουμε σε αυτόν τον ρυθμό. Ήδη για το πρώτο δίμηνο (Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2019) το clawback του ΕΟΠΥΥ είναι αυξημένο κατά 16% συγκριτικά με το πρώτο δίμηνο του 2018! Η είσοδος νέων καινοτόμων θεραπειών στη χώρα καθίσταται προβληματική, ενώ δεν αποκλείεται να κινδυνεύσουν να λείψουν από την αγορά και καθιερωμένες θεραπείες που ήδη χρησιμοποιούνται από σημαντικό αριθμό ασθενών.”

Παρά την έξοδο από τα μνημόνια η λιτότητα στον χώρο της υγείας συνεχίζεται με τη λογική της κλειστής φαρμακευτικής δαπάνης να επεκτείνεται μέχρι το 2022 με νομοθετική ρύθμιση, γεγονός που επιδεινώνει ακόμη περισσότερο τις συνθήκες λειτουργίας και τις προοπτικές του κλάδου στη χώρα μας.  “Με μια φράση: Βγήκαμε από τα μνημόνια, αλλά όχι από την κρίση” ανέφερε ο κος Παπαδημητρίου και συνέχισε “Η πολυπόθητη ισορροπία που θα διασφαλίσει τη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας και των παρόχων, την καλή υγεία των πολιτών, αλλά και την οικονομική ανάπτυξη φαίνεται ένας πολύ μακρινός στόχος. Η παρούσα κατάσταση καταργεί κάθε δυνατότητα μελλοντικού σχεδιασμού και απομακρύνει τις ευκαιρίες της ανάπτυξης”.

Σύμφωνα με τον ΣΦΕΕ,είναι επιτακτική ανάγκη η ανάσχεση της πορείας της φαρμακευτικής δαπάνης και του κλάδου του φαρμάκου συνολικά. Πως θα γίνει αυτό;
“Με την ολοκλήρωση των δομικών αλλαγών και την πλήρη εφαρμογή των νομοθετημένων μεταρρυθμίσεων για τον έλεγχο της κατανάλωσης φαρμάκου και τη μείωση της σπατάλης, όπως θεραπευτικά πρωτόκολλα, ηλεκτρονική συνταγογράφηση στα νοσοκομεία, μητρώα ασθενών, αξιολόγηση τεχνολογιών υγείας, επιτροπή διαπραγμάτευσης, ηλεκτρονικός φάκελος ασθενή κοκ. Εάν δεν ελεγχθεί η ζήτηση θα βρισκόμαστε συνεχώς στο ίδιο σημείο.
Με την τοποθέτηση ορίων στο clawback, και την εισαγωγή της συνυπευθυνότητας με την Πολιτεία στην υπέρβαση της δαπάνης, όπως γίνεται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, να διασφαλιστεί κάποια προβλεψιμότητα και ομαλότητα στην αγορά. Αν τηρηθούν αυτές οι βασικές αρχές, αυτός ο κατ’ εξοχήν αναπτυξιακός και εξωστρεφής κλάδος θα ξεδιπλώσει το τεράστιο δυναμικό του.
Με τη σύναψη μνημονίου συνεργασίας με την Πολιτεία, διάρκειας 3-5 ετών, όπου θα διαμορφώνεται ένα συνοπτικό πλαίσιο στόχευσης για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.
Με την παροχή αναπτυξιακών κινήτρων. Ανάπτυξη στον κλάδο μας μπορεί να έρθει άμεσα από δύο δρόμους: α) την ενίσχυση των συνεργειών των διεθνών με τις ελληνικές εταιρίες και β) την προσέλκυση επενδύσεων για κλινικές μελέτες.
Αναφορικά στο πρώτο: Οι συνεργασίες ελληνικών και διεθνών εταιριών, που αντιστοιχούν στο 22% σε όγκο των φαρμάκων που διατίθενται στα φαρμακεία, θα πρέπει σίγουρα να αυξηθούν διότι έτσι θα αυξηθούν οι επενδύσεις και η απασχόληση.
Αναφορικά στο δεύτερο: Διαφαίνεται ισχυρή πολιτική βούληση να θεσπιστούν κάποια κίνητρα για την διεξαγωγή κλινικών μελετών στην Ελλάδα, έναν στόχο που κυνηγάμε εδώ και χρόνια. Αυτό που συζητείται και αποτελεί ιδιαίτερα θετικό σημάδι είναι η πρόθεση της Πολιτείας να θεσμοθετήσει το συμψηφισμό των επενδύσεων που κάνουν οι εταιρίες σε κλινικές μελέτες με το clawback που αντιστοιχεί σε κάθε εταιρία.
Τα χρήματα που αφαιρούνται από τις Φαρμακευτικές Επιχειρήσεις είναι χρήματα που αφαιρούνται από την πραγματική οικονομία εις βάρος του κοινωνικού συνόλου και παράγουν μεγαλύτερα ελλείμματα από αυτά που καλούνται λογιστικά να καλύψουν.
Ελλείματα σε θέσεις εργασίας, σε νέες επενδύσεις, στη συγκράτηση νέων επιστημόνων στη χώρα, στην είσοδο νέων τεχνολογιών και νέων φαρμάκων, και πάνω από όλα ελλείματα στην υγεία των πολιτών.
Αυτή την πορεία του κλάδου πρέπει να σταματήσουμε!”