Αρκούν οι λέξεις;

221

Συνέντευξη της Τζανίν Ντι Τζιοβάνι για το βιβλίο της «Το πρωί που ήρθαν να μας πάρουν | Ανταποκρίσεις από τον πόλεμο στη Συρία» που κυκλοφόρησε πρόσφατα απ’ τις Εκδόσεις Δώμα.

Η Τζανίν Ντι Τζιοβάνι είναι μια δημοσιογράφος, της οποίας η δουλειά αξίζει αναμφίβολα την προσοχή μας. Προσωπικά, στέκομαι απέναντι στο έργο της με δέος. Η Τζανίν είναι πολεμική ανταποκρίτρια. Δεν επισκέπτεται τις εμπόλεμες ζώνες ως τουρίστρια. Κάθεται όσο περισσότερο της επιτρέπουν οι συνθήκες και ζει με τους ανθρώπους, μπαίνει στις ζωές τους για να αφηγηθεί μετά το δράμα του πολέμου. 

Το βιβλίο της «Το πρωί που ήρθαν να μας πάρουν | Ανταποκρίσεις από τον πόλεμο στη Συρία» που κυκλοφόρησε πρόσφατα απ’ τις Εκδόσεις Δώμα, σε μετάφραση της Μαριάννας Ρουμελιώτη, είναι μια γροθιά στο στομάχι. Η συγγραφέας αφηγείται όσα έζησε κοντά σε ανθρώπους που είδαν απ’ τη μια στιγμή στην άλλη να αλλάζει η ζωή τους απ’ τον πόλεμο, κι αυτά που περιγράφει είναι συγκλονιστικά. Το βιβλίο μας υπενθυμίζει ότι η σύγκρουση είναι πάντα καταστροφική για όλους και φέρνει ακραίο πόνο κι απελπισία. Ζήτησα απ’ την Τζανίν να μου απαντήσει σε τρεις ερωτήσεις.

Ποιος είναι ο ρόλος του δημοσιογράφου που δρα σε περιοχές συγκρούσεων;

Δε βλέπω τον εαυτό μου σαν δημοσιογράφο. Συχνά, αισθάνομαι πιο πολύ ανθρωπολόγος ή κοινωνικός επιστήμονας παρά δημοσιογράφος.

Θέλω να διεισδύω στις ζωές των ανθρώπων. Όσο βαθύτερα τόσο καλύτερα. Προσπαθώ να αφηγηθώ τις ιστορίες τους ― ιστορίες που το ευρύτερο κοινό μπορεί να μην τις έχει ακούσει ποτέ, ιστορίες που μπορεί να μη τις έχει αφηγηθεί ποτέ κανένας. Όσο περισσότερο χρόνο περνάω μαζί με τους ανθρώπους τόσο το καλύτερο. Αλλά δεν είναι εύκολο.

Έχω μονίμως ηθικά διλήμματα: Μπορείς να μπεις στη ζωή κάποιου και να του πάρεις την ιστορία; Τι υποχρέωση έχουμε να προσφέρουμε βοήθεια αληθινή σε ανθρώπους που βρίσκονται σε απελπιστική ανάγκη; Αρκούν οι λέξεις; Δεν είμαι γιατρός, δεν παρέχω ανθρωπιστική βοήθεια. Είμαι συγγραφέας. Ελπίζω λοιπόν αυτό που κάνω να βοηθά, έστω και λίγο, να κάνει κάποια διαφορά…

Στο βιβλίο μιλούν τα πρόσωπα, με ποιο απ’ αυτά «δέθηκες» περισσότερο;

Πιθανώς το άτομο που με άγγιξε περισσότερο σε συναισθηματικό επίπεδο, καθώς έγραφα αυτό το βιβλίο, ήταν η Νάντα, η νεαρή γυναίκα απ’ τη Λαττάκεια που βιάστηκε στη φυλακή. Η Νάντα δεν μπορούσε να παραδεχτεί ότι της είχε υποστεί βιασμό, δεν μπορούσε ν’ αφηγηθεί την ιστορία της, χωρίς να αρρωστήσει σωματικά. Όταν συναντώ ανθρώπους σαν τη Νάντα, σκέφτομαι πάντοτε: Πώς μπορεί να συνεχίσεις τη ζωή σου, όταν οι πόλεμοι τελειώνουν; Πώς μπορείς να ξαναστήσεις μια ζωή; Πώς μπορείς να επιστρέψεις στο ανθρώπινο γένος; Πώς εμπιστεύεσαι ξανά;

Ποια είναι η γνώμη σου για την παρούσα κατάσταση στη Συρία;

Η αντίδραση της Δύσης στη Συρία μού προκαλεί βαθιά λύπη κι απογοήτευση. Δεν πιστεύω στον πόλεμο και ήμουν σφόδρα αντίθετη στην εισβολή στο Ιράκ (ζούσα στη Βαγδάτη εκείνη την εποχή). Ωστόσο, πιστεύω ότι οι άμαχοι πρέπει να προστατεύονται, ότι υπάρχει ένα δικαίωμα προστασίας. Βασικά, στη Συρία η Δύση εξέφρασε τη λύπη της αλλά δεν έκανε τίποτα στην πράξη. Άφησε ανοιχτή την πόρτα στο Ιράν και τη Ρωσία.

Ανησυχώ για το τι θα γίνει στη Συρία όταν θα λήξουν οι συγκρούσεις. Πιο πολύ με νοιάζει το ζήτημα της μεταβατικής δικαιοσύνης: θέλω να λογοδοτήσουν οι εγκληματίες πολέμου κι απ’ τις δύο παρατάξεις για τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που διέπραξαν.Και θέλω τα τραύματα των ανθρώπων να γιάνουν.

Αυτή είναι η μεγαλύτερή μου ευχή: να μπορέσει μια μέρα η χώρα αυτή να δει τα τραύματά της να επουλώνονται.

Πηγή: andriotakis.com