Οι αποτελεσματικές ιστορίες δεν είναι εύκολο πράγμα

569

Γράφει ο Γιάννης Κίτσος.

Το δύσκολο δεν είναι να αφηγηθείς μια ιστορία, αλλά να πείσεις τους άλλους να την πιστέψουν. Η δυσκολία του εγχειρήματος παρουσιάζεται πρόσφατα σε δυο κυρίως κοινωνικά μέτωπα. Το ένα αφορά στην δυσκολία εφαρμογής των μέτρων για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης – μάσκα, περιορισμός ατόμων σε κάθε συνεστίαση κ.α.. Το άλλο στην δυσκολία εφαρμογής μεταρρυθμίσεων – μείωση του κράτους, σταθερό φορολογικό πλαίσιο, ολοκληρωμένο σχέδιο και σαφή χρονοδιαγράμματα κ.α. – για την αντιμετώπιση της οικονομικής. 

Ο κόσμος έχει γενικότερα την τάση να πλάθει φανταστικά πλάσματα, επιστημονικά γνωστά ως «κοινωνικές κατασκευές» ή «φαντασιακές πραγματικότητες». Ο Κορνήλιος Καστοριάδης το ανέλυσε αυτό οντολογικά ως την φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας. Ο Βίκτωρ Ουγκώ πίστευε ότι «η Ιστορία έχει τις αλήθειες της, όπως και ο θρύλος έχει τις δικές του. Αλλά οι αλήθειες της Ιστορίας είναι διαφορετικές από τις αλήθειες του θρύλου· οι αλήθειες του θρύλου είναι φανταστικές, βασίζονται όμως σε μια πραγματικότητα. Άλλωστε και η Ιστορία και ο θρύλος έχουν τον ίδιο σκοπό: να σκιαγραφήσουν, κάτω από τον παροδικό άνθρωπο, τον αιώνιο άνθρωπο… Η Ιστορία μας χρειάζεται για το σύνολο και ο θρύλος για τις λεπτομέρειες». Αυτό με μια λέξη διαμορφώνει, αυτό που ξέρουμε όλοι, τον πολιτισμό.

Αν ο πολιτισμός είναι το αποτέλεσμα των φανταστικά πλασμένων πλασμάτων, από τους ανθρώπους, η πολιτική δημιουργεί τον χώρο όπου οι «κοινωνικές κατασκευές» ή «φαντασιακές πραγματικότητες» μπορούν να παράγουν κοινωνικά και υλικά οφέλη ευρείας αποδοχής. Θεμελιώδες, για να μπορέσει η πολιτική να διαχειριστεί αποτελεσματικά το χώρο αυτό, είναι να μην υπάρχει χάσμα μεταξύ των πολιτικών και των πολιτών.  

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο κόσμος μας διανύει περίοδο μεγαλύτερης πολιτικής αστάθειας από οποιαδήποτε περίοδο μπορώ να θυμηθώ. Από τη μια, μεγάλος αριθμός ανθρώπων νιώθουν παραγκωνισμένοι, τόσο οικονομικά όσο και κοινωνικά. Ο αριθμός μελών στα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα έχει μειωθεί και η εκλογική αποχή έχει αυξηθεί σε όλο τον δυτικό κόσμο. 

Πέραν, όμως, των πολιτικών και κομμάτων, οι επιστήμονες και τεχνοκράτες έχουν αρχίσει να αμφισβητούνται και αυτοί από την στιγμή που η βιομηχανική παραγωγή άρχισε σε πολλές χώρες να συρρικνώνεται και αντικαταστάθηκε από τη χρηματιστηριακή οικονομία. Η χρηματιστηριακή οικονομία βάλθηκε, όμως, και αυτή. Εξαιτίας της αδυναμίας των τραπεζιτών να προβλέψουν και να διαχειριστούν άμεσα την πρόσφατη οικονομική κρίση η αμφισβήτηση υπάρχει και στο πρόσωπο τους. Έτσι, ανοίγει ένα χάσμα μεταξύ των πολιτικών, επιστημόνων, τεχνοκρατών και των πολιτών, το οποίο τροφοδοτεί την περιφρόνηση κι από τις δυο πλευρές.

Αυτό δημιουργεί δυο βασικές ανισορροπίες οι οποίες λειτουργώντας ταυτόχρονα, συνδυαστικά και συμπληρωματικά προκαλούν σοβαρές ανησυχίες για το παρόν και μέλλον της πολιτικής, της επιστήμης, του πολιτισμού και της χώρας μας. Πρώτον, οι πολίτες στρέφονται σε λαϊκιστές πολιτικούς – το ζήσαμε πολύ πρόσφατα αυτό με τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ – που έχουν περιορισμένη εμπειρία στη διακυβέρνηση μιας χώρας και των οποίων η ικανότητα να παίρνουν ψύχραιμες αποφάσεις κατά τη διάρκεια μιας κρίσης δεν έχει δοκιμαστεί ακόμα. Το ζήσαμε και ζούμε και με άλλα λαϊκιστικά κινήματα τύπου ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ΡΟΥΒΙΚΩΝΑ, τα οποία μπορεί να μην κυβέρνησαν μεν αλλά εκφράζουν αρκετούς. Επίσης, στρέφονται σε ψευδοεπιστήμονες, καιροσκόπους, κομπογιαννίτες και τσαρλατάνους – το ζούμε σήμερα με τους αρνητές της πανδημίας. Πιστεύουν σε ελιξίρια και σε αλχημείες που τους παρουσιάζουν, αλλά όχι σε επιστημονικές μελέτες και πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις.  

Δεύτερον, άτομα με κοινά ενδιαφέροντα και ανησυχίες συσπειρώνονται με τη βοήθεια του διαδικτύου, το οποίο δίνει τη δυνατότητα σε άτομα με τις ίδιες ιδέες να διαμορφώνουν ομάδες πίεσης. Η πολιτική των πολιτών κατακερματίζεται. Το διαδίκτυο φέρνει τους ανθρώπους κοντά και συγχρόνως τους διαχωρίζει με το να τους περικλείει σε διαδικτυακά κουτιά πολιτικών ανησυχιών. Οι συνδέσεις που γίνονται μέσω διαδικτύου είναι πολύ γρήγορες, αλλά γι’ αυτό ίσως είναι υπερβολικά επιφανειακές. Πρόσφατα, οι ΣΥΙΖΑΝΕΛ «καβάλησαν» το κύμα ομάδων πίεσης και τρολ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για πάρουν την εξουσία. Αυτό το ζούμε σήμερα με το παράδειγμα στην κλειστή ομάδα σελίδας στο Facebook των αρνητών της μάσκας που αριθμεί 64.000 μέλη. 

Τόσο η πολιτική όσο και ο σύγχρονος πολιτισμός παρουσιάζει μια εντροπία. Εντροπία μπορεί να θεωρηθεί το μέτρο αταξίας ενός συστήματος ή, εξίσου, η έλλειψη γνώσης για την ακριβή του κατάσταση. Εν προκειμένω, η εντροπία έγκειται στο γεγονός ότι δυσκολευόμαστε να πλάσουμε μια κοινή κοινωνική κατασκευή, μια αποτελεσματική ιστορία. Και όταν ενδεχομένως τη βρίσκουμε δυσκολεύεται τόσο να την κατανοήσει ο άλλος όσο και να τη διατηρήσουμε. Αν για παράδειγμα μιλήσει κανείς σήμερα για δημοκρατία θα ακούσει από ακροδεξιές μέχρι και ακροαριστερές ερμηνείες – μην ξεχνάμε ότι οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στο όνομα της δημοκρατίας «κυβέρνησαν» επί σχεδόν 5 έτη, η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ στο όνομα της πολιτεύονται και ο ΡΟΥΒΙΚΩΝΑΣ αν και δεν την πιστεύει την εργαλειοποιεί για να κάνει τις αυθαιρεσίες του.   

Και εκεί, λοιπόν, έγκειται η εντροπία. Ελλείψει γενικής εμπιστοσύνης στην πολιτική αλλά κυρίως γνώσεως στη φιλοσοφίας της ο σύγχρονος πολιτισμός έχει εντροπιάσει. Το ίδιο έχει συμβεί και με την επιστήμη και οικονομία. Αλλά το κακό δεν μένει εδώ. Ο πρώτος νόμος της θερμοδυναμικής λέει πως μια μικρή αλλαγή στην εντροπία ενός συστήματος συνοδεύεται από ανάλογου μεγέθους μεταβολή στην ενέργεια του. Ο δεύτερος νόμος της θερμοδυναμικής μας λέει πως η εντροπία με τον χρόνο πάντοτε αυξάνεται. 

Ήδη βιώνουμε τη διαδικτυακή βία και ενδεχομένως σε λίγο θα επικρατήσει πλήρως και η φυσική, δηλαδή η επιστροφή σε έναν χειρότερο από τον προηγούμενο Μεσαίωνα, καθώς οι θεσμικές διευθετήσεις – νομοθεσία, οικονομική ευημερία και δημοκρατικές εκλογές – που επικράτησαν μετά από αυτόν και από τότε τη συγκρατούν – τη βία -, θα έχουν ολοκληρωτικά αντικατασταθεί από τον λαϊκισμό και τον κατακερματισμό της πολιτικής.

Η πολιτική λειτουργεί μόνο όταν είναι «συμμετοχική». Όταν εγκαταλείπεται στον λαϊκισμό και στις διαδικτυακές ή άλλες ομάδες – κατακερματισμό – τότε αναπόφευκτα δεν λειτουργεί καθώς καθίσταται «εκμεταλλευτική». Πάνω σε αυτό δεν θα μπορούσε να υπάρξει πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ΡΟΥΒΙΚΩΝΑ. 

Οι άνθρωποι που νομίζουν ότι μπορούν να ασχολούνται με την πολιτική μόνον όταν το κρίνουν απαραίτητο διαπιστώνουν ότι σε αυτές τις περιπτώσεις ανάγκης δεν ξέρουν που να βρουν την πολιτική. Ο μοναδικός τρόπος να μάθουμε πως να κάνουμε πολιτική είναι να μην παραιτούμαστε ποτέ από αυτή σε καλούς και κακούς καιρούς. Όχι να αδιαφορούμε και να απέχουμε από αυτή. Χρειαζόμαστε περισσότερη πολιτική και περισσότερους πολιτικούς. Το ίδιο επιστήμη και επιστήμονες, όπως και τεχνοκρατία και τεχνοκράτες. 

Οι αποτελεσματικές ιστορίες δεν είναι εύκολο πράγμα… και όταν αδυνατούμε ή και αδιαφορούμε να δημιουργήσουμε τον χώρο ώστε να παράγουν κοινωνικά και υλικά οφέλη ευρείας αποδοχής πολλώ δε μάλλον να τις κάνουμε αποτελεσματικές γίνονται εφήμερες και έρμαια του λαϊκισμού, διαδικτυακών ή και άλλων ομάδων αλλά και απανταχού ψευδοεπιστήμονων, καιροσκόπων, κομπογιαννιτών και τσαρλατάνων …