Σχεδόν 60 χρόνια πριν, η Ελλάς διεκδικούσε

969

Γράφει ο Απόστολος Πιστόλας.

Στη φωτογραφία βλέπετε τη μία όψη ενός αναμνηστικού νομίσματος με ονομαστική αξία τριάντα δραχμές, το οποίο κυκλοφόρησε το 1963 για τα 100 χρόνια της βασιλικής δυναστείας

Ε, και τι έγινε θα μου πείτε; Προσέξτε καλά το χάρτη και παρατηρείστε τι βλέπετε. Από ποιο γεωγραφικό μέρος ξεκινάει η λέξη Ηπειρός; Πάνω σε ποια γεωγραφικά μέρη πατάει η λέξη «ΕΛΛΑΔΟΣ»; Μη μου πείτε πως ο χάρτης δε μπορούσε να αποτυπωθεί με τέτοιο τρόπο στο νόμισμα ώστε να περιλαμβάνει μόνο περιοχές που βρίσκονταν εντός ελληνικής επικράτειας. Άρα; Άρα διεκδικούσαμε. Μπορεί όχι ανοιχτά, αλλά μέσω συμβολισμών κρατούσαμε ζωντανή τη μνήμη, ζωντανές τις αλύτρωτες πατρίδες (αυτές που κάποιοι για να εξυπηρετήσουν τους δικούς τους σκοπούς τις αποκαλούν χαμένες). Τότε λοιπόν, σχεδόν 60 χρόνια πριν, η Ελλάς διεκδικούσε. Τότε διεκδικούσαμε διότι γνωρίζαμε πως είναι ο καλύτερος τρόπος για να διατηρήσεις, τουλάχιστον, όσα έχεις. Γιατί εάν διεκδικείς αναγκάζεις τον αντίπαλο να καταναλώσει πόρους (ανθρώπινους, χρήματα, χρόνο) για την άμυνα αντί να καταστρώνει μόνο επιθετικά σχέδια. Όταν δεν διεκδικείς αλλά ο αντίπαλος συνεχίζει να διεκδικεί είναι μαθηματικά βέβαιο πως στο τέλος κάτι θα χάσεις.

Και τώρα 60 χρόνια μετά τι κάνουμε; Τίποτα. Ή μάλλον κάτι πολύ χειρότερο από το τίποτα. Αφήνουμε τους Τούρκους μέσω του προξενείου της Κομοτηνής να αλωνίζουν στη Δυτική Θράκη. Αντί να προστατεύουμε την ελληνική μειονότητα της Βορείου Ηπείρου εμείς δίνουμε το πράσινο φως στην ενταξιακή πορεία της Αλβανίας. Ακόμα χειρότερα κάποιοι έχουν σταματήσει να μιλούν για Βόρειο Ήπειρο αλλά για Νότια Αλβανία. Αντί να κάνουμε καμπάνιες μέσω τρίτων στα παράλια της Ιωνίας και του Πόντου με μήνυμα «είσαι σίγουρα Τούρκος;» και δωρεάν τέστ DNA, που είναι η αρχή σε μια προσπάθεια δημιουργίας μιας νέας μειονότητας, εμείς έχουμε πάψει πλέον να μιλάμε για Εύξεινο Πόντο και Ιωνία και αναφερόμαστε σε αυτά ως μαύρη θάλασσα και τουρκικά παράλια. Όχι μόνο δηλαδή αποδεχόμαστε το status quo αλλά δεν τολμούμε ούτε σαν σκέψη να αναφερθούμε στις ελληνικές ονομασίες. Ο λόγος που φτάσαμε στον πάτο είναι συγκεκριμένος.

Με την επέλαση της διεθνιστικής αριστεράς οι ιδεοληψίες της έγιναν κάτι το απολύτως φυσιολογικό στη χώρα. Κερδίσαν στα αμφιθέατρα των πανεπιστημίων, στις πένες των δημοσιογράφων, στα τηλεοπτικά πάνελ και στα έδρανα της Βουλής. Ανεξάρτητα από κόμματα, κέρδισε η ιδεολογία τους. Οριζόντια. Η δεξιά έγινε φοβική και σιγα σιγα «μπολιάστηκε» κι αυτή με τις διεθνιστικές αντιλήψεις των νικητών. Έτσι σταματήσαμε να διεκδικούμε, σταματήσαμε να υπερασπιζόμαστε, βγήκαμε από τη σκακιέρα. Κι αυτό γιατί με το χρόνο σταματήσαμε  να σκεφτόμαστε εθνικά. Μετά τη διακυβέρνηση Σύριζα, ποιοτικά στοιχεία ερευνών δείχνουν πως αυτό αρχίζει να αλλάζει. Αυτές οι αλλαγές στο εκλογικό σώμα παίρνουν χρόνο εκτός κι εάν υπάρχει γεγονός που τις επισπεύδει. Και τώρα υπάρχουν δύο πακέτο σε ένα: Μεταναστευτικό και τουρκικές προκλήσεις. Στα χρόνια που έρχονται θα αρχίσουμε πάλι να διεκδικούμε. Θα χτίσουμε τις μειονότητες που μας έκλεψαν. Θα πάρουμε πίσω τις ονομασίες περιοχών που ναι μεν δεν ανήκουν στην ελληνική επικράτεια αλλά ανήκουν στον ελληνισμό και την ιστορία του. Θα γίνουμε πάλι υπολογίσιμοι παίκτες στην περιοχή. Όχι γιατί θα βρεθεί κάποιος, αυτός ο ένας, που θα πάρει τη χώρα από το χέρι και θα στρίψει το καράβι. Αλλά γιατί το εκλογικό σώμα έχει ήδη αρχίσει να σκεφτεται εθνικά. Και με όσα έρχονται αυτό θα επιταχυνθεί. Και οι πολιτικοί, ανεξαρτήτως κομμάτων, δεν θα έχουν άλλη επιλογή από το να ακολουθήσουν.