Το τριφύλλι του Μάη: τροφή για σκέψη

220

Αυτός ο διάλογος προέρχεται από ’να δημοτικό τραγούδι—το “πέρα” τονίζεται “περά” για λόγους μέτρου—κι επηρέασε μορφολογικά την γνωστή παροιμιώδη έκφραση “Ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι (και τον Αύγουστο σταφύλι)”. Όπως συμβαίνει συχνά στα δημοτικά τραγούδια, όσο παρέμεναν προφορικά υφίσταντο παραλλαγές απ’ το στόμα του ερμηνευτή τους, και θα μπορούσε κανείς να βρει μερικές τέτοιες ακόμα, αλλά θα ήσαν καταγεγραμμένες, κι έτσι παγιωμένες πια.

Το δεύτερο ημιστίχιο  της τελευταίας γνωστής αυτής φράσης, εκείνο που έβαλα σε παρένθεση, ήταν κατοπινή προσθήκη και με τον καιρό εξέπεσε, φανέρωνε όμως ένα στάδιο της εξέλιξης της φράσης, αυτό κατά το οποίο το δημοτικό τραγούδι δάνεισε στοιχεία του στην παροιμιώδη έκφραση που αρχικώς ήταν “Ζήσε Μαύρε μου να φας τριφύλλι”.

Ο Μαύρος είναι στα δημοτικά τραγούδια εν’ άλογο είτε πολέμου είτε γεωργικών εργασιών ή άλλο ζώο τέτοιων εργασιών, λογουχάρη ένα βόδι που έσερνε τον ζυγό της άρωσης. Το μαύρο χρώμα γενικά στα δημοτικά τραγούδια συνδέεται με την ομορφιά, το θάρρος, την αρετή, κι άλλες θετικές έννοιες. “Μάνα μου θέλω την ξανθιά, θέλω τη μαυρομάτα” λέει εν’ άλλο δημοτικό, κι ας ήταν σπάνιο σε παλιότερες εποχές μια ξανθιά να είναι καί μαυρομάτα· όχι σήμερα, βέβαια, που οι βαφές και τ’ αμφιλεγόμενο γούστο οδηγούν σε παράταιρους συνδιασμούς.

Ο Μαύρος, επομένως, ειν’ ένα ζώο που υπηρετεί ένα ιδιοκτήτη, κι αυτός ο ιδιοκτήτης είτε το παροτρύνει, είτε μάλλον του εύχεται να ζήσει μέχρι την εποχή του έτους που φυτρώνει το τριφύλλι, μέχρι δηλαδή την εποχή μιας προσδοκώμενης ή υπεσχημένης ευμάρειας, ευφορίας, πληθώρας αγαθών.

Και πότε ειν’ αυτή η εποχή; Μας το λέει το άλλο δημοτικό, με την πέρδικα: τον Μάη.

Όμως αυτός ο Μάης ειν’ ένα σύμβολο, όπως κι η πέρδικα δεν είναι το πουλί αλλά μια στρουμπουλούλα, νεαρή κι όμορφη κοπελιά. Ο Μάης συμβολίζει ένα χρονικό σημείο του μέλλοντος—όχι του παρόντος—στο οποίο θα πραγματωθούν οι προσδοκίες ή οι υποσχέσεις. Η περιοδικότητα όμως του Μάη, το γεγονός δηλαδή πως κάθε χρόνο έρχεται ο συγκεκριμένος μήνας, υπενθυμίζει στον ακροατή της φράσης πως οι προσδοκίες για ευμάρεια υλοποιούνται πάντοτε μετά από μια περίοδο ισχνών αγελάδων, όπως, ας πούμε, ο χειμώνας.

Η φράση, όπως κι οι γεωργικές εργασίες, κινείται πάνω στο μοτίβο της κυκλικότητας των περιόδων, των διαδοχικών φάσεων της κοινής εμπειρίας, της αντίληψης δηλαδή που υπάρχει στις παραδοσιακές κοινωνίες πως τη μία φάση της ιστορίας την διαδέχεται μονοδρομικά και με επαναληπτική βεβαιότητα μια άλλη, και πως μετά από μιαν ύφεση αναμένουμε ευλόγως την ανάκαμψη.

Τέτοιες φράσεις γενικού κύρους λειτουργούν ως ενθαρρυντικές υπενθυμίσεις, ως memento, ανάμεσα σ’ εκείνες τις ομάδες του πληθυσμού που η κοινωνική τους θέση τούς επιβάλλει να ζουν με την ελπίδα και ν’ αντέχουν την σκληρή καθημερινότητα προσδοκώντας την ανατροπή της σε μια μελλοντική στιγμή, καθώς ειν’ οι ίδιες που υφίστανται τις αδικίες των δυνατών—ο όρος “δυνατός” έχει ήδη αυτό το σημασιολογικό περιεχόμενο τουλάχιστον απ’ τα μεσαιωνικά, βυζαντινά χρόνια—ενώ οι τελευταίοι δεν έχουν να ελπίζουν την ανατροπή της πραγματικότητάς τους, γιατί το μέλλον τους δεν το αφήνουν στην ελπίδα, αλλά το καθορίζουν οι ίδιοι με τις πρωτοβουλίες τους που τις υλοποιούν μ’ ενέργειες συχνά εις βάρος των αδυνάτων.

Και κάπως έτσι συμπλέκονται την Πρωτομαγιά τόσο η άνοιξη με τα τριφύλλια της όσο κι οι κοινωνικοί αγώνες: για τους δυνατούς ο Μάης της ευμάρειας με το τριφύλλι είναι κάθε μέρα. Food for thought.