Το ζήτημα των ευθυνών για τη σκευωρία Novartis να το δούμε με όρους παλαιού και νέου

138

Γράφει ο Δημήτρης Μαρκόπουλος*

Δύο σχεδόν χρόνια αφότου μπήκε στην ζωή μας η περίφημη υπόθεση Novartis, ενώ κατέστη εργαλειακά αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης από τον ΣΥΡΙΖΑ ταυτόχρονα είναι πλέον προφανές και αυταπόδεικτο ότι δεν προκάλεσε ούτε κατ’ ελάχιστο τις καταιγιστικές εξελίξεις στο πολιτικό επίπεδο που ανέμεναν οι εμπνευστές αυτής της πρόδηλα κακοστημένης σκευωρίας. Και ενώ πριν από λίγες ημέρες υπερψηφίστηκε από την Βουλή η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για την σύσταση προανακριτικής επιτροπής, η οποία θα διερευνήσει τις όποιες ευθύνες του πρώην αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλου, εντούτοις δεν θα πρέπει να ξεχαστεί ό,τι έγινε μέχρι σήμερα και πώς στήθηκε και ενορχηστρώθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση αυτό το πρωτοφανές κυνήγι μαγισσών.

Θα πρέπει όλοι ανεξαιρέτως να αναρωτηθούμε τί θα συνέβαινε αν η εκάστοτε πολιτική εξουσία είχε, πέραν της βούλησης, την ικανότητα να στοχοποιεί κατά το δοκούν υψηλόβαθμους πολιτικούς της αντιπάλους με στόχο την πολιτική τους εξόντωση; Σε αυτή την περίπτωση θα είχαν διαπομπευθεί δύο πρώην πρωθυπουργοί και κορυφαία στελέχη της αντιπολίτευσης. Με λίγα λόγια, αν καθίσταται εφικτό να διασύρονται επί μακρόν πολιτικοί όπως ο Αντώνης Σαμαράς, με κατασκευασμένα κατηγορητήρια και με εκβιαζόμενους κουκουλοφόρους μάρτυρες, τότε αλήθεια τί εγγυήσεις προστασίας και σεβασμού στοιχειωδών δικονομικών δικαιωμάτων θα είχε ο απλός και ανώνυμος καθημερινός πολίτης απέναντι σε μία εξουσία με καθεστωτική νοοτροπία;

Το «δόγμα Πολάκη», που υποστήριζε ότι προβεβλημένοι πολιτικοί έπρεπε να φυλακιστούν ακόμα και χωρίς στοιχεία προκειμένου να αναβαπτιστεί η κυβέρνηση στην συνείδηση του λαού, δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε ευρεία έκταση παρά μόνο υπό συνθήκες περιορισμένης δημοκρατίας. Άλλωστε, μία από τις πιο προβληματικές όψεις της εποχής ΣΥΡΙΖΑ ήταν η καλλιέργεια του μίσους και η επικράτηση ενός «πνεύματος εκδίκησης» που κηλίδωσε κάθε πτυχή και έκφανση του πολιτικού βίου της χώρας. Ουσιαστική παράμετρος του «σκανδάλου Novartis» είναι η καχυποψία, αφενός, ότι η διαφθορά έχει πολιτική κάλυψη και, αφετέρου, ότι κάθε δίωξη έχει πολιτικό στόχο. Οι χειρισμοί της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ βασίστηκαν σε αυτήν τη νοοτροπία και την ενθάρρυναν. Για την ακρίβεια ήταν τόσο υπερβολικοί, τόσο εξόφθαλμα κυνικοί, που «εξαφάνισαν» τις πραγματικές διαστάσεις της υπόθεσης. Δυστυχώς δεν υπάρχει τίποτα πιο επικίνδυνο και τοξικό σε μια δημοκρατία.

 Η σύσταση της προανακριτικής επιτροπής λοιπόν, εγγυάται την αμερόληπτη και προσήκουσα διερεύνηση της υπόθεσης μέσα από την θεσμικά προβλεπόμενη διαδικασία. Σε πολιτικό επίπεδο η προσέγγιση της Νέας Δημοκρατίας έχει οριοθετηθεί ευθύς εξ αρχής από τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Επιδιώκουμε την δημιουργία ενός κλίματος αποφορτισμένου από οξείες πολιτικές αντιπαραθέσεις με τον ταυτόχρονο περιορισμό της καταγγελτικής και διχαστικής ρητορικής που οδηγεί σε αδιέξοδες καταστάσεις.

Σε κάθε περίπτωση το ζήτημα των ευθυνών για τη σκευωρία Novartis οφείλουμε να το δούμε με όρους παλαιού και νέου. Ως παλαιό ορίζουμε την απροκάλυπτη χειραγώγηση των θεσμών με σκοπό τη σπίλωση και συντριβή των πολιτικών αντιπάλων, ενώ ως νέο αυτό που έχουμε συνηθίσει να λέμε «κανονικότητα», η άμεση επιστροφή στην οποία είναι ύψιστη προτεραιότητα στην πολιτική μας ατζέντα. Η νέα κυβέρνηση θα κάνει το παν ώστε η διερεύνηση της υπόθεσης να είναι υπεράνω πολιτικής υποψίας και μικροκομματικής σκοπιμότητας. Είναι απολύτως απαραίτητο για να αποκατασταθεί το τρωθέν κύρος του κράτους δικαίου και να εδραιωθεί εκ νέου η αίσθηση ότι η Δικαιοσύνη δεν είναι απλώς ακόμα ένα όπλο στα χέρια της εκτελεστικής εξουσίας.

 

*Ο Δημήτρης Μαρκόπουλος είναι βουλευτής Β’ Πειραιά με τη Νέα Δημοκρατία και μέλος της προανακριτικής επιτροπής που ερευνά την εμπλοκή του Δ. Παπαγγελόπουλου στην υπόθεση Novartis