Γιατί όχι και τον Τούρκο πρεσβευτή

284

Γράφει ο Στέλιος Ιατρού.

Σήμερα δίνεται η ενημέρωση στον Λίβυο πρεσβευτή να σηκωθεί να φύγει απ’ τη χώρα, γιατί είναι πλέον ανεπιθύμητος, αφού δεν συμμορφώθηκε στην ελληνική απαίτηση να μας δώσει το κείμενο του μνημονίου που υπεγράφη μεταξύ της κυβέρνησής του και της Τουρκίας.

Γιατί δεν δόθηκε ανάλογο τελεσίγραφο καί προς τον Τούρκο πρεσβευτή;

Είναι άραγε γιατί δεν μας έπαιρνε; Μήπως πάλι γιατί μας έπαιρνε αλλά θέλουμε να κρατήσουμε υπαρκτούς ή ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας με τους Τούρκους;

Περίπου και όχι ακριβώς.

Οι δίαυλοι με τους Τούρκους και που υπάρχουν δεν χρησιμεύουν για να ζητάμε και να λαμβάνουμε από κείνους τα μνημόνια της συνεννόησής τους με τους Λίβυους ή με οποιουσδήποτε άλλους. Και τούτο γιατί απλά μας αγνοούν και πολύ οθωμανικά περιφρονούν τα αιτήματά μας εξακολουθώντας τον αυτοκρατορισμό τους και τις παντοειδείς παραβιάσεις. 

Έτσι, θα ήταν άστοχη η επίδοση ενός ελληνικού τελεσιγράφου στον Τούρκο, αφού θα εξαντλούσε τη χρησιμότητα της χειρονομίας ενώ γνωρίζουμε εκ των προτέρων πως δεν θα φέρει το αποτέλεσμα που ενδεχομένως να προσδοκούσαμε όταν θα δίναμε την προειδοποίηση. Διατηρούμε το αγαθό της παρουσίας του Τούρκου πρεσβευτή στην Αθήνα γιατί δεν ήρθε η στιγμή του μη περαιτέρω μαζί τους, και γιατί ακόμα υπάρχει ένας ελληνικός πληθυσμός και μια Εκκλησία εν αιχμαλωσία στη γείτονα, παράλληλα με κάμποσα ακόμα ανοιχτά ζητήματα που τρέχουν, λογουχάρη εκείνο των μεταναστευτικών ροών.

Συνάμα, ναι, όντως δεν μας παίρνει με τον Τούρκο πρεσβευτή, αν όχι για την διαφορά της ισχύος των χωρών μας, αλλά γιατί με κείνους, τους Τούρκους, πάει να ξεκινήσει τώρα η νέα έριδα επί συνηθισμένων, όμως, εκ μέρους τους διεκδικήσεων. Το μέτρο της απέλασης του πρεσβευτή τους θα ήταν δυσαναλογικό και ατελέσφορο, εφόσον δεν είχε εφαρμοστεί και τις προηγούμενες, πρόσφατες φορές που οι Τούρκοι έχουν εκφράσει διεκδικήσεις, αμφισβητήσεις των δικών μας κυριαρχικών δικαιωμάτων, και αξιώσεις κάθε λογής. Δυσαναλογικό διότι θα ήταν πια πολύ κατώτερο των αθροισμένων προκλήσεων των Τούρκων, και ατελέσφορο γιατί θα κλιμάκωνε αχρείαστα μια κρίση ακριβώς με κείνους με τους οποίους θέλουμε να την αποκλιμακώσουμε, σε μια χρονική στιγμή που την πρωτοβουλία των κινήσεων την διατηρεί η Άγκυρα, αφού εμείς βρεθήκαμε και βρισκόμαστε σε θέση αντίδρασης. Επομένως, θα τροφοδοτούσαμε θετικά τον τουρκικό σχεδιασμό, που ευνοείται με κλιμάκωση και θερμότητα.

Αντιθέτως, είναι η πρώτη φορά που η Λιβύη προβαίνει σε τέτοια εχθρική συμπεριφορά και επειδή βρίσκεται ούτως ή άλλως σε αδυναμία και αμφισβητούμενη νομιμοποίηση η εν λόγω quasi-κυβέρνησή της, η απειλή της απέλασης θα μας επέτρεπε την εύλογη προσδοκία πως θα μπορούσε να περάσει το μήνυμα ότι θα πρέπει να ξανακερδίσουν οι Λίβυοι την εξομάλυνση των σχέσεών τους μαζί μας. Κλασική μπιχεβιοριστική τακτική: επιβάλλεις στέρηση της ευχάριστης εμπειρίας προκειμένου να τροποποιήσεις τη συμπεριφορά εκείνου που έκανε την αταξία.

Επιπλέον, η μόχλευση ασκείται πάντοτε προς εκείνον που είναι ασθενέστερος, γιατί η διπλωματία δεν είναι η τέχνη των καλοσυνάτων κινήσεων αλλά της προβολής της ισχύος προτού περάσουμε στην εφαρμογή της ισχύος.

Το δυσοίωνο στην εξέλιξη των πραγμάτων ήταν πως οι Λίβυοι είδαν γυμνωμένα τα δόντια μας και δεν σκιάχτηκαν ούτε λύγισαν στην αξίωση. Επομένως αυτό ενδεικνύει ότι, ενδεχομένως υπαρξιακά, εκτιμούν πως περισσότερα έχουν να προσδοκούν απ’ τη συμμαχία τους με τους Τούρκους παρά από εμάς, κάτι που τώρα το γνωρίζουμε, αφού αναμετρήθηκαν με την αόριστη υπόσχεση των καλών σχέσεων με την Ελλάδα και προτίμησαν τις απτές υποσχέσεις του Σουλτάνου. Η επιλογή τους έγινε, θα δείξει το μέλλον εάν είχαν δίκιο.

Στις διεθνείς σχέσεις δεν είναι δουλειά μας να μην αδικούμε κανέναν, να συμπονούμε τους ασθενείς, να συντρέχουμε τους αδυνάμους, και να υπηρετούμε τα υψηλά ιδανικά — ποιού άραγε ηθικού κώδικα; — αλλά να πλοηγούμε το σκάφος μας μέσα στα ταραγμένα νερά προς την ασφάλεια δίνοντας την εικόνα της σταθερότητας και της ισχύος, εφαρμόζοντας ακόμα και με κυνισμό εάν χρειαστεί όσα μέτρα και όσα σταθμά ταιριάζουν ανά περίπτωση, και διατηρώντας σταθερή μονάχα την προσήλωσή μας στις προτεραιότητές μας υπέρ των συμφερόντων μας.